Θολές εικόνες

[ Νίκος Προσκεφαλάς / Ελλάδα / 12.07.19 ]

Δίχως καμιά εμπαθή πρόθεση, καταθέτω απλώς κριτικό σχόλιο. Από τις πρώτες κιόλας μέρες, η νέα κυβέρνηση εμφανώς επιδεικνύει την προσήλωσή της στο θεσμό της οικογένειας. Γυναίκες, αδελφές, γιοι και θυγατέρες αξιωματούχων παρελαύνουν επιδεικτικά στο πλάι γονιών, συζύγων κι αδελφών για να πείσουν προφανώς πως αυτός ο λησμονημένος και αποσταθεροποιημένος θεσμός, που τόσο έχει πληγεί, από εδώ και στο εξής επανέρχεται. Το πανανθρώπινο κι αρχέγονο σύμβολο της οικογενειακής εστίας, μαζί με όλη τη μυθολογία και την επιρροή που κουβαλά, ζωντανεύει ξαφνικά για να θυμίσει στο μετεωριζόμενο πολίτη πως οι ορίζουσες που τον απαρτίζουν διαχρονικά ξαναβρίσκουν επιτέλους, κάτω από την προστατευτική ομπρέλα της νέας κυβέρνησης, την απολεσθείσα ισχύ τους, το χαμένο κύρος τους. Είναι ωστόσο παραπάνω από προφανές πως κάθε επίδειξη, ακόμα κι όταν συνοδεύεται από τις υγιέστερες προθέσεις, ακυρώνει και υπονομεύει το επιδεικνυόμενο. Πολύ δε περισσότερο όταν τούτο εμφανίζεται στην πιο απλοϊκή, στην πιο απλουστευμένη εκδοχή του. Όσο καλοπροαίρετος και να ‘ναι κανείς, αδύνατο να μην το δει. Όταν μάλιστα η επίδειξη υπηρετεί προπαγανδιστική σκοπιμότητα κι όχι ουσία, απευθυνόμενη στο συγκεχυμένο συλλογικό θυμικό, τα πράγματα περιπλέκονται.

Αλλά δεν είναι τόσο αυτό που εδώ μ’ ενδιαφέρει, ούτε η λάμψη κι η μυρωδιά των μεγάλων τζακιών, που έντεχνα γίνεται προσπάθεια να αναδυθούν μέσα από τέτοιες εμφανίσεις. Είναι η αντίληψη της οικογένειας, που μέσα από τέτοιου είδους παρελάσεις λανσάρεται ως η μόνη υγιής. Αυτή η αστική, τυποποιημένη, λουδοβίκεια, ιλουστρασιόν παρέα, με την άψογη προς τα έξω εικόνα, που έρχεται από αλλοτινούς καιρούς και κρύβει μέσα της τη συντηρητική και αφ’ υψηλού απόσταση από το σύνολο της κοινωνίας, της οποίας ωστόσο καταγωγικά αποτελεί κομμάτι, δε μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι ούτε η αληθινή, ούτε η μοναδική, ούτε η επιδιωκόμενη. Κι ας υπήρξε για χρόνια τούτο το οικογενειακό μοντέλο ύψιστο και μοναδικό κοινωνικό πρότυπο.

Και μη θεωρηθεί πως βάλλω συνολικά κατά της οικογένειας, που οι αρχέγονες ρίζες της ανάγονται στην ανθρώπινη προϊστορία. Καμιά αποδομητική καινοφανής ιδεολογία δε μπορεί να σταθεί μπρος στις βαθιές ανθρώπινες ανάγκες που υπηρετεί αυτού του είδους η μικρογραφία κοινωνικής συγκρότησης. Η οικογένεια όμως δε μπορεί και δεν πρέπει να ταυτίζεται μόνο μ’ ένα περίκλειστο και στεγανό στατικό σύνολο με υλικές κατ’ εξοχήν προτεραιότητες και μοναδική δίψα την κοινωνική ανέλιξη, όπως τελικά κατάντησε στο σύνολό της σχεδόν απ’ τη μεταπολίτευση και δώθε. Τέτοιου είδους οικογένεια που δομείται αποκλειστικά σχεδόν από μονωτικά και ουδόλως από συγκολλητικά υλικά, φαντάζει αποκρουστική και ψεύτικη. Κύτταρο καρκινικό για το σώμα της κοινωνίας. Το στένεμα, ο αυτάρκης αποκλεισμός, η παθολογική αλληλοεξάρτηση των μελών της και η ακινησία της σε συνδυασμό με την εσωτερίκευση μιας διαρκούς αγωνίας για την προβολή ενός κοινωνικού καθωσπρεπισμού, νομοτελειακά την οδηγούν σε αργό θάνατο κι ας μοιάζει να νεκρανασταίνεται όταν χρειάζεται να συμμετέχει σε παντός είδους τέτοιες κοινωνικές τελετές.

Η οικογένεια δεν είναι τέρμα, ούτε τέλμα. Το έσχατο νόημά της παραμένει πάντα μεταμορφωτικό, ενοποιητικό, εξωστρεφές, μετασχηματιστικό. Παραμένει σταθμός για να ξαποστάσεις, πριν ξαναξεκινήσεις. Δεν είναι λιμάνι ούτε αραξοβόλι. Είναι μπαλκόνι με θέα και προέκταση στην κοινωνία. Είναι χώρος δυναμικής αλληλεπίδρασης, διευρυμένης αλληλοπεριχώρησης και πλατιάς αγκαλιάς. Εφαλτήριο κι αφετηρία για δρόμους μεγάλων αποστάσεων έξω συχνά απ΄ το χώρο που όρισε στο ξεκίνημά της. Έχει αρχή, αλλά δεν έχει τέλος. Έτοιμη κάθε φορά να σπάσει δεσμά που μυρίζουν αυτάρκεια, συνήθεια, τυποποίηση, πλήξη, ακόμα κι αν χρειαστεί να καίει την καλύβα της, κάθε φορά που υποψιάζεται τη σήψη. Αρνείται μετ’ επιτάσεως να κρυφτεί πίσω από μια επίφαση νοικοκυροσύνης και επίπλαστης τελειότητας. Αγκαλιάζει με στοργή τα τραύματα της, ίδια με όλων των οικογενειών, όλων των εποχών. Κι είναι κάποτε έτοιμη να αρνηθεί ακόμα και τον ίδιο της τον εαυτό, μπρος στη θέα και την υποδοχή του υψηλού και του ανώτερου. Γιατί η έκπτωσή της σε ένα κούφιο αστικό ιδεολόγημα, όχι σπάνια, κρύβει και συντηρεί επιμελώς ψευτιά και υποκρισία, σαπίλα και νέκρα, το σπόρο δηλαδή της αυτοκαταστροφής της.

Και για να γυρίσω, κλείνοντας, στην πολιτική να πω τούτο. Για έναν πολιτικό, που αντιλαμβάνεται την εξουσία ως θυσιαστικό διακόνημα, οικογένειά του είναι όλος ο λαός. Οι ευχαριστίες επομένως στη βιολογική του οικογένεια ως αφετηρία για την ανέλιξή του, μόνο απωθητικά μπορούν να λειτουργήσουν για τους χειμαζόμενους πολίτες. Αλλά τούτα είναι μάλλον πολύ ψιλά γράμματα.