Η κρατική τρομοκρατία δεν θα τους σώσει...

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 21.01.20 ]

Αν μία εφημερίδα –Η Ελευθεροτυπία- υπέθαλψε την τρομοκρατία, όπως υποστήριξαν κάποιοι δημοσιογράφοι χθες, τότε και  η φιλελεύθερη Χάνα Άρεντ που έλεγε ότι «η βία -το να ενεργεί κανείς χωρίς επιχειρήματα ή λόγια και χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες- είναι ο μόνος τρόπος να ισορροπήσει ξανά η πλάστιγγα της δικαιοσύνης», τότε και η Χάνα Άρεντ είναι και αυτή μία διανοήτρια που υπέθαλψε την τρομοκρατία!

Είναι βέβαιο ότι τέτοιου είδους απλουστεύσεις και δαιμονοποιήσεις είναι προσπάθειες νομιμοποίησης της τρομοκρατίας των «από πάνω». Γιατί απλούστατα το έγκλημα που γίνεται από τους «πάνω», από στους συστημικούς, από τα τσοπανόσκυλα της εξουσίας, είναι η παροξυσμική τρομοκρατία όλων εναντίον όλων, πρώτα πρώτα εναντίον των προσφύγων, είναι η τρομοκρατία του ξεβρακώματος, του βασανισμού, του «θα σε τυλίξω σε μια κόλλα χαρτί», είναι η σφαίρα της θεσμικής βίας που καρφώθηκε στην καρδιά του Γρηγορόπουλου, είναι η ανεργία, είναι η κοινωνική αδικία όπου ελάχιστοι συγκεντρώνουν τον πλούτο καταδικάζοντας στην εξαθλίωση τους πολλούς…

Η βία τους είναι εδώ, είναι στην Αμαζονία, είναι στο τροπικό δάσος του Κονγκό και στα καμένα δάση της Αυστραλίας, είναι η καταστροφή της ζωής πάνω στον πλανήτη, είναι η ουμπεροποιημένη οικονομία και κοινωνία, που ξεσηκώνεται στη Χιλή(το νεοφιλελεύθερο παράδειγμά τους), στην Κολομβία, στην Αϊτή, στο Εκουαδόρ, στο Χονγκ Κονγκ, στο Λίβανο, στη Βαγδάτη, στο Παρίσι, παντού. Ποιος προκαλεί τον γενικευμένο ξεσηκωμό; Οι μπαχαλάκηδες των Εξαρχείων; Ας είμαστε σοβαροί. Οι νέοι αντιδρούν στις ποικίλες μορφές της θεσμοθετημένης βίας, που τσακίζουν τις ζωές τους. Αντιδρούν με τους τρόπους που διαθέτουν σε μία «κανονικότητα» που θέλει τις πολιτικές και κοινωνικές σκοπιμότητες να επιδιώκονται με άνομα μέσα (ατιμώρητα σκάνδαλα). Αρνούνται την ιδεολογία του «απόλυτου σχετικισμού» που νομιμοποιεί τις αδικίες («το νόμιμο είναι και ηθικό») και τις κοινωνικές ανισότητες(οι άνεργοι και γενικά οι εργαζόμενοι πληρώνουν τη σκανδαλώδη συσσώρευση πλούτου). Και επειδή δεν έχουν άλλο τρόπο, επειδή νιώθουν άοπλοι, ειδικά στις περιόδους κρίσης, ναι, γίνονται νιχιλιστές. Αδυνατώντας να βρουν στο δημόσιο χώρο, ή στο σχολείο-πανεπιστήμιο τον τόπο της αντιπαράθεσης, εκεί όπου θα ακούγονταν και έτσι θα ανακάλυπταν μία συλλογική εξήγηση της κατάστασής τους, μια ελπίδα εξόδου, μια σχέση με τις άλλες γενιές, ένα γενικό στόχο που να προσανατολίζει την αμφισβήτησή τους, θα επιχειρήσουν να καλύψουν το κενό αλλού και αλλιώς, μέσω δηλαδή της τυφλής βίας.
Το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να την κατανοήσει, γιατί αυτό είναι η αιτία της βίας. Αρνείται να δεχτεί τα αιτήματα των νέων μέσω των διαφόρων μορφών έκφρασής τους –ειρηνικές διαδηλώσεις, καταλήψεις κ.ά. Αντίθετα, εκλαμβάνει όλες αυτές τις μορφές δράσης ως πράξεις «βίαιης εκτόνωσης» κακομαθημένων πλουσιόπαιδων(ο λαϊκισμός Χρυσοχοΐδη) ή ψυχαναγκαστικών ατόμων! Τόσο στην περίπτωση της ανοχής όσο και στην περίπτωση της δαιμονοποίησης ο διαμαρτυρόμενος λόγος απονομιμοποιείται. Η αμφισβήτηση δεν γίνεται δεκτή ως αποφασιστικής σημασίας λόγος στη λήψη και τη σύνθεση των αποφάσεων. Γι’ αυτό και η ακραία αντίδραση.

Με άλλα λόγια, η βία δεν είναι παρά αδυναμία και ασκείται είτε από τους ισχυρούς που κατέχουν τα μέσα της βίας και επιθυμούν το μονοπώλιο της δύναμης εναντίον των συνανθρώπων τους είτε από τους αδύνατους από τους οποίους έχουν υπεξαιρέσει τη δύναμη του λόγου τους. Οι ισχυροί θέλουν το μονοπώλιο της βίας και οι αδύνατοι θέλουν να έχουν λόγο. Αυτοί είναι η διαφορά τους…

Η Άρεντ (On Violence, 1969) γράφει ότι η φοιτητική εξέγερση του 1960 έδωσε ένα μάθημα σχετικά με τα όρια της χειραγώγησης που ασκείται μέσω της τηλεόρασης της διαφήμισης και των άλλων μέσων ψυχολογικής πίεσης ή διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Η αιτία της ανάφλεξης οφειλόταν κατά τη γνώμη της στο γεγονός ότι η τεχνολογική πρόοδος οδηγεί στην καταστροφή, ότι οι επιστήμες που διδάσκονται σ’ αυτή τη γενιά είναι ανίκανες να αναστρέψουν τις καταστροφικές συνέπειες της εφαρμογής τους, ο φόβος της πυρηνικής καταστροφής ήταν πραγματικός. Σήμερα υπάρχει ο φόβος της οικολογικής καταστροφής, που οφείλεται στην άγρια εκμετάλλευση της φύσης για χάρη του κέρδους, που ονομάζεται κατ’ ευφημισμό Ανάπτυξη! Γι’ αυτό δεν αρκεί η πρόταση του Αλαίν Τουραίν (Pourrons-nous vivre ensemble? Εκδόσεις Fayard, 1997) για τη νέα ισορροπία που θα συμβεί εφ’ όσον τα πολιτικά κόμματα και οι άλλοι θεσμοί ανοιχτούν στην επιρροή των αιτημάτων των οργανωμένων κοινωνικών δυνάμεων και δώσουν στους «μη προνομιούχους» το λόγο και τη φωνή. Σήμερα, η παγκοσμιοποίηση της αντίδρασης χτυπάει την καρδιά του συστήματος, τον ίδιο τον καπιταλισμό, γιατί είναι πλέον φανερό ότι αυτός «σκοτώνει» τη ζωή στον πλανήτη. Και η δράση των νέων είναι απαραίτητη ώστε να μην οδηγήσει η κατάσταση αυτή την κοινωνία σε μια αβάσταχτη ηθική ακαμψία, σ' ένα τέλμα και τη ζωντανή σήψη.