Η βίλλα μας και οι …ανεπιθύμητοι

[ Κώστας Κάππας / Κόσμος / 07.02.19 ]

Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε (και υπάρχει ακόμη) μία βίλλα με δωμάτια και σαλόνια.

Ο αρχιτέκτονάς της, σοφά ποιών, είχε φτιάξει «τυφλά» κεντρικά σαλόνια (χωρίς μπαλκόνια) ή δωμάτια, με διακοσμητικά δυτικά και βορεινά μπαλκόνια που δεν τα ανοίγει κανείς, καθώς προς τα εκεί δεν υπάρχουν άνθρωποι ή θέα, παρά μόνο παγωμένοι άνεμοι. Εκεί είχε προβλέψει να μένουν τα ψυχρόαιμα και βαριά αφεντικά, εκείνα που δεν τους περισσεύει χρόνος για χαμόγελο, γιατί ο χρόνος είναι χρήμα.

Στην νότια και ανατολική πλευρά, ξόδεψε όμως όλο του το ταλέντο. Εδώ θα έμεναν οι “όσα πάνε και όσα ‘ρθούνε”, οι ευτυχισμένοι ανεύθυνοι. Πανέμορφα ευάερα δωμάτια με τεράστια παράθυρα και πολλές βεράντες και μπαλκόνια που ρουφάνε τον ήλιο και αγναντεύουν την ζεστασιά του Κόσμου.

Δυστυχώς οι άνθρωποι της βίλλας, ιδίως εκείνοι των κεντρικών σαλονιών και των κρύων ανέμων, για να διακοσμήσουν τους χώρους τους και να χρηματοδοτήσουν τα γλέντια τους, έκαναν γιουρούσια στην κατηφοριά μπροστά από την βίλλα αλλά και στα πέριξ, ληστεύοντας γειτόνους και μη, χωρίς έλεος.

Ήρθε όμως η στιγμή που η λεηλασία, η χρόνια αφαίμαξη και οι στημένοι καυγάδες, οδήγησαν γειτόνους και μη στην απελπισία. Το μόνο μέρος που τους φάνηκε ασφαλές ήταν η ίδια η βίλλα, όπου θα μπορούσαν όχι μόνο να σωθούν αλλά και να επιβιώσουν, μασουλώντας μερικά ψίχουλα από τα κλεμμένα.

Μπήκαν από τα παράθυρα, τις πόρτες, τα μπαλκόνια. Προσπάθησαν αμέσως να πάνε στα μέσα σαλόνια, όπου ήταν πιο άφθονο το φαγητό, αλλά τους σταμάτησε ο κανονισμός της βίλλας, συνεπικουρούμενος από το αυστηρό βλέμμα του butler και τα κλομπς των υπηρετών του συγκροτήματος, βεβαίως βεβαίως: «Όπου μπήκατε εκεί θα μείνετε, μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε με εσάς!». Βέβαια, για να πούμε όλη την αλήθεια, οι πόρτες για τα μέσα σαλόνια ψιλοανοιγόκλειναν κατά διαστήματα, όταν υπήρχε έλλειψη για ορισμένες χρήσιμες ειδικότητες και κάποιοι λίγοι από αυτούς τους δυστυχισμένους, τύχαινε να είναι καλοί μάστορες…

Στην αρχή τα πράγματα στα ηλιόλουστα δωμάτια ήταν σχετικά ανεκτά. Κάποιοι αδιαφορούσαν, άλλοι φίλεψαν και έδωσαν ένα ποτήρι νερό στους μουσαφιραίους, με μία συναίσθηση φιλοξενίας αλλά και ενοχής για την κατάντια τους και άλλοι φοβήθηκαν μην τους ξεστρώσουν και λερώσουν τα σεντόνια οι άπλυτοι και τους χαλάσουν την εικόνα που είχαν γι’ αυτούς τα αφεντικά, των μέσα δωματίων και σαλονιών.

Στην πορεία όμως τα πράματα σκάλωσαν. Τα μπροστινά δωμάτια άρχισαν να γεμίζουν, ιδίως τα μπαλκόνια και οι βεράντες. Αυτοί που είχαν κάνει τα μπαλκόνια σπίτια τους, στριμώχτηκαν άγρια. Οι κατατρεγμένοι που κρεμόντουσαν από τα κάγκελα, σαν τσαμπιά, παρακαλούσαν να πάνε έστω στα μπροστινά δωμάτια, να δουν τι θα κάνουν, οι υπεύθυνοι όμως τους το απαγόρευαν ρητά.

Το αποτέλεσμα ήταν τραγικό. Τα ανθρώπινα τσαμπιά; Όπου πρόσφυγας και μετανάστης και η μοίρα του: τίποτα. Οι αδιάφοροι; Κρυφά λοξοκοιτούσαν τους κατατρεγμένους. Δεν είχαν μάθει στην ζωή τους να αμφισβητούν τον Ιερό Κανονισμό του Συγκροτήματος. Οι αλληλέγγυοι; Πάλευαν με ανεμόμυλους, πολλοί τους λοιδορούσαν και τους πρότειναν να πάρουν τους ξένους εάν θέλουν στο κρεββάτι τους. Το μόνο που κατάφεραν βέβαια ήταν να τους πεισμώσουν, ακόμη παραπάνω. Οι φοβισμένοι για τον πολιτισμό τους; Αυτοί πλήθαιναν καθώς ο Κανονισμός της βίλλας ήταν πλούσιο λίπασμα για τις μαύρες ιδέες τους. Όνειρό τους να ξεκολλήσουν τα δάκτυλα από τα κάγκελα και να ρίξουν τα σώματα πίσω στην θάλασσα, στον γκρεμό, στον πόλεμο, πάντως μακριά από την βίλλα.

Σήμερα, δεν έχει σημασία ποιος είμαι από τους τέσσερεις στο δωμάτιό με το μπαλκόνι και ποιος ήταν ο ρόλος μου στον εφιάλτη αυτόν. Είναι όμως ελκυστική η ιδέα που φωνάζουν κάποιοι από την αρχή του δράματος και θα ικανοποιήσει όλους και βεβαίως θα καταστήσει αναγκαστική την αλλαγή του Κανονισμού της βίλλας: «Όποιος μπαίνει σε οποιοδήποτε δωμάτιο ή μπαλκόνι, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν μπαίνει στο συγκεκριμένο δωμάτιο ή μπαλκόνι, αλλά στην βίλλα. Κατά συνέπεια, έστω και εάν κάποιοι κατατρεγμένοι εισέλθουν κατά σύμπτωση (ή είναι μονόδρομος λόγω συνθηκών) κυρίως σε ένα συγκεκριμένο δωμάτιο, προσμετρώνται και αμέσως κατανέμονται και αποστέλλονται αναλογικά σε ολόκληρη την βίλλα».

Φαντάζεστε το αποτέλεσμα; Δεν είναι μόνο ότι τα μέσα σαλόνια που δημιούργησαν και συντηρούν ακόμη και σήμερα το πρόβλημα, θα πάρουν, έστω εν μέρει, ένα κομμάτι της ευθύνης που τους αναλογεί. Είναι επιπλέον, ο σεβασμός στους κατατρεγμένους, η απάλυνση του πόνου τους, η άπλα που θα δημιουργηθεί και θα χωράει όλους και το ξεφούσκωμα όλων εκείνων που βγάζουν υστερικές κραυγές μίσους.

Η επαίσχυντη συνθήκη Δουβλίνο Ι υπεγράφη στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας και μπήκε σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 1997. Η συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ υιοθετήθηκε το 2003, αντικαθιστώντας την Σύμβαση του Δουβλίνου σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ (πλην Δανίας). Η συνθήκη Δουβλίνο III τέθηκε σε ισχύ στις 19 Ιουλίου 2013. Είναι βασισμένη στην ίδια Αρχή με τις δύο προηγούμενες, δηλαδή ότι «όταν ένα άτομο από χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης εισέρχεται σε ένα κράτος-μέλος και υποβάλλει αίτηση ασύλου, το κράτος αυτό (όπου πρωτοεισήλθε ο αιτών) είναι υπεύθυνο για την αίτηση και την φιλοξενία του ατόμου και δεν έχει δικαίωμα να το προωθήσει σε άλλο κράτος-μέλος».