Η δραματική μαρτυρία του Nick Güthe για την κατάληξη της συζύγου του, σεναριογράφου Χάιντι Φέρερ που υπέφερε από μακρά Covid και έβαλε τέλος στη ζωή της, δημοσιεύτηκε πρόσφατα στη βρετανική εφημερίδα Guardian, σε μία περίοδο που αυξάνονται διεθνώς τα κρούσματα της μακράς Covid.
«Η σύζυγός μου, Χάιντι, έβαλε τέλος στη ζωή της μετά από μάχη 13 μηνών με την long Covid, που είχε ξεκινήσει ως μία ασυμπτωματική μόλυνση από κορονοϊό. Η μακρά Covid την μετέτρεψε από ένα από τα πιο υγιή, πιο δραστήρια άτομα που γνώριζα σε έναν άνθρωπο τόσο εξασθενημένο που δεν άντεχε ούτε μία ημέρα ακόμα πάνω στον πλανήτη… Στο δωμάτιο των επειγόντων περιστατικών ο γιατρός υπέθεσε «πέθανε από κατάθλιψη». «Δεν ήταν καταθλιπτική, ήταν η μακρά Covid». Με κοίταξε με απορία και με ρώτησε: «Τι είναι η μακρά Covid;»
Αργά χθες το βράδυ έλαβα ένα απελπισμένο μήνυμα στο Twitter από έναν άνδρα του οποίου η σύζυγος θα μπορούσε να είναι η επόμενη Χάιντι. Έχει μακρά Covid και απειλούσε να βάλει τέρμα στη ζωή της. Έχει ήδη πει στην οχτάχρονη κόρη τους το σχέδιό της. Τον κάλεσα αμέσως. Η Χάιντι, όπως και η σύζυγός του, έπασχε από ανεξήγητα νευρολογικά τρέμουλα και σπασμούς στην θωρακική κοιλότητα, σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Όπως οι αιχμάλωτοι πολέμου κρατούνταν για μέρες άυπνοι στο πλαίσιο των βασανιστηρίων, το μυαλό τους έχασε την δυνατότητα να παίρνει λογικές αποφάσεις. Γνώριζα τον τρόμο αυτού του άνδρα. Δυστυχώς, η κλήση του δεν ήταν η εξαίρεση. Απαντώ σε αιτήματα όπως το δικό του καθημερινά, μετά την ημέρα που ο επικήδειος της γυναίκας μου έγινε viral και άρχισα να μοιράζομαι την ιστορία μας στα ΜΜΕ.
Η σύζυγός μου, Χάιντι Φέρερ, ήταν σεναριογράφος με πορεία στους κοινωνικούς αγώνες και μία ευαίσθητη καρδιά. Ήταν ταλαντούχα, όμορφη και η πιο αφοσιωμένη μητέρα. Συχνά αναφερόμασταν σε αυτή ως «το φως του ήλιου με φόρεμα». Κέρδισε μια δεκαετή μάχη με τον αλκοολισμό αλλά η μακρά Covid αποδείχτηκε πιο ύπουλη από τον αλκοολισμό. Τρεις βδομάδες πριν τον θάνατό της, τρέμαμε ήδη ότι θα πεθάνει - όχι από το χέρι της αλλά από κάποιο εγκεφαλικό ή κάποια καρδιακή ανακοπή. Έλεγε ότι η καρδιά της συχνά χτυπούσε εκτός ελέγχου χωρίς λόγο, και είχε καταλάβει πριν τους επιστήμονες ότι ο ιός επίσης μολύνει τον εγκέφαλο.
Η Χάιντι υπέφερε επίσης από γαστρεντερικά προβλήματα, εξάντληση απλώς και μόνο επειδή ανέβαινε έναν όροφο από τις σκάλες, ακραίους σωματικούς πόνους, «θολούρα» στο μυαλό και άλλα ζητήματα. Όλα αυτά, χωρίς ελπίδα οποιασδήποτε θεραπείας ή αναγνώρισης από τον ιατρικό κόσμο στον ορίζοντα, την οδήγησαν σε ένα σημείο που μου ζήτησε, αν κάτι συνέβαινε σε εκείνη, να εξηγούσα στον κόσμο τι ήταν η μακρά covid […]
Διάβαζε μια ζωή αλλά η «θολούρα στο μυαλό» (σκεφτείτε την ως γνωστική δυσλειτουργία) της στέρησε την δυνατότητα να συγκρατεί πληροφορίες. Ακόμα και η ούρηση και, τελικά και βάναυσα, το σεξ έγινε επίπονο. Η μακρά Covid φαινόταν να της κλέβει κάθε κομμάτι της ζωής της που άξιζε να ζήσει. […]
Δυστυχώς, εφτά μήνες αργότερα η παγκόσμια ιατρική κοινότητα δεν έχει κάνει αρκετά για να επιταχύνει την έρευνα για αυτά τα τρομακτικά συμπτώματα. Φοβάμαι ότι το ρίσκο αυτοκτονιών που συνδέονται με την long Covid απλώς θα αυξηθεί. Δεν θα έχουμε ποτέ μια ακριβή καταμέτρηση των μολύνσεων παγκοσμίως, αλλά προκαταρκτικές έρευνες υποδηλώνουν πως τουλάχιστον ένα στα τρία άτομα που θα κολλήσουν Covid, θα αναπτύξουν συμπτώματα μακράς Covid. Αν μόλις ένας στους 20 από αυτούς τους ασθενείς long Covid υποστεί αναπηρία ή κάποια σοβαρή εξασθένηση, θα δούμε μία τρομακτική αύξηση αυτοκτονιών παγκοσμίως.
Η αυτοκτονία δεν είναι σαν τον θάνατο από φυσικά αίτια ή τον θάνατο από ένα φρικτό δυστύχημα. Είναι σχεδιασμένη και αφήνει ψυχολογικά τραύματα για γενεές. Κανείς από εμάς, ούτε εγώ, ούτε ο γιος μου, ούτε η οικογένεια της Χάιντι και οι φίλοι θα είναι το ίδιο (...) είμαστε σε μία πραγματική κρίση. Η παγκόσμια ιατρική κοινότητα πρέπει να βρει απαντήσεις για αυτούς που υποφέρουν. Είναι όλοι σαν την Χάιντι και ξεμένουν από χρόνο και ελπίδα».