«Δαιμονισμένες» ή ο φανατισμός ως ιστορικό φαινόμενο...

[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Κόσμος / 09.07.18 ]

Ένα βιβλίο που τυχαία έπεσε στα χέρια μου, καθ’ ότι το ανακάλυψα στον πάγκο βιβλίων του κινηματογράφου Αλκυονίδα, έγινε αφορμή, γι’ αυτές τις σκέψεις.

Το βιβλίο, έχει τον μάλλον… γαργαλιστικό τίτλο «Δαιμονισμένες», (εκδ. Πόλις), και συγγραφέας του είναι ο Frederic Gros, καθηγητής της πολιτικής φιλοσοφίας στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, και επιμελητής της έκδοσης έργων του Μισέλ Φουκώ.

Η ιστορία, διαδραματίζεται, σε μια σκοτεινή περίοδο της Ευρώπης. Βρισκόμαστε στις αρχές του 17ου αιώνα, και στην εποχή της λεγόμενης Αντιμεταρρύθμισης. Ο Λούθηρος, είχε ήδη ταράξει τα νερά του καθολικού φονταμενταλισμού της εποχής, εισάγοντας στην καθεστηκυία τάξη της Γαλλίας, αλλά και αλλού, ένα νέο status quo. Αν θέλουμε όμως να μιλήσουμε με καθαρά οικονομικοπολιτικούς όρους, είχε ήδη φτάσει η στιγμή, όπου η αστική τάξη, έπαιρνε τα πάνω της, απέναντι στην εγκαθιδρυμένη φεουδαρχία, και απολυταρχία των βασιλικών καθεστώτων, με επίκεντρο τη Γαλλία φυσικά. Οι ουγενότοι, (προτεστάντες), έχουν εισβάλλει σε όλες τις πόλεις της Γαλλίας, σπέρνοντας «καινά δαιμόνια». Στην κυριολεξία; Ναι! Στην κυριολεξία, σύμφωνα με την τότε άρχουσα τάξη (πολιτικοί άρχοντες, επίσκοποι , παραεπίσκοποι, καπουτσίνοι κάθε προέλευσης, αδερφές ουρσουλίνες και μη, υπό τις εντολές του γνωστού και μη εξαιρετέου καρδινάλιου Ρισελιέ, παρατρεχάμενου βεβαίως, του βασιλέως Λουδοβίκου!), της μικρής κωμόπολης του Λουντέν.

Και για να ακριβολογούμε, επειδή το θέμα μας εδώ, είναι η διαχρονικότητα του φανατισμού. Όταν κάτι σαθρό διαταράσσεται, όταν αυτό το σαθρό μέλλεται να αντικατασταθεί από κάτι νέο -όχι κατ’ ανάγκην τέλειο- αλλά ωστόσο κάτι που διασαλεύει λιμνάζοντα ύδατα που όζουν από καιρό, αυτό το νέο «οφείλει να δαιμονοποιηθεί» για να εξαφανισθεί.  Πώς αλλιώς; Κάθε εποχή, με τα δικά της μέσα φυσικά. (Τα δαιμόνια, τροποποιούνται ανά τους… αιώνες. Και οι τρόποι αντιμετώπισής τους επίσης).

Ας σκεφτούμε μόνο, ότι βρισκόμαστε στην εποχή που η πανούκλα θέριζε, ο μοναχισμός (κυρίως νεαρών δεσποσυνών «καλών» οικογενειών άνθιζε, παρέα με τη σεμνοτυφία και τον άκρατο πουριτανισμό- ε, πώς αλλιώς θα εξασφάλιζε όλη η οικογένεια θέση στη βασιλεία των ουρανών!), και φυσικά ο «άρτος και το θέαμα» του όχλου, που ως τέτοιον των υπολόγιζαν οι χειραγωγοί του, τότε δεν ήταν φυσικά η τηλεόραση και το διαδίκτυο, αλλά κάτι… ζουμερότερο και σε live, όπως θα λέγαμε σήμερα, εκδοχή και αναμετάδοση. Ωσεί, δημόσιες διαπομπεύσεις, βασανισμοί, εξευτελισμοί, θάνατοι στην πυρά, έως το υπέρτατο όλων! Δημόσιοι εξορκισμοί! Ξέρετε τι είναι, κουστωδίες, μαινόμενων  μοναχών (ανδρών) και καπουτσίνων, εξοπλισμένων με εικόνες, κομποσκοίνια, σταυρούς και λιβανιστήρια, να «μάχονται»  -και- ενώπιον κοινού βεβαίως, να σύρουν έξω από τα… νεανικά υπογάστρια, και άλλα… άμωμα σημεία του σώματος των μοναχών τα … αρχαία αλλά και καινά δαιμόνια παρακαλώ; Δαιμόνια -κι εδώ είναι το ζουμί!- που είχε εντέχνως ενσπείρει ένας ιερέας της μητέρας καθολικής εκκλησίας ο οποίος, φευ!, εν τη πραγματικότητι ήταν φίλα προσκείμενος προς τους επικίνδυνους για την τάξη πραγμάτων -τότε- ουγενότους, αλλά- εν τω ψεύδει και διασυρμώ- ήταν  ένας ύπουλος αισχρός δούλος του Βελζεβούλ και των υπολοίπων δαιμόνων; Δόξα τω Θεώ, η καθολική εκκλησία διέθετε τότε, στρατιές από δαύτους, προς πάσαν χρήσιν και πειρασμόν…

Εν κατακλείδι. Η ιστορία, η οποία βασίζεται σε πραγματικό γεγονός, πέραν της αφήγησης γεγονότων και καταστάσεων που ξεπερνούν και την πιο διεστραμμένη φαντασία, -ακριβώς, γιατί συνδυάζονται τα πλέον ασύλληπτα βασανιστήρια, με μια θρησκεία που διδάσκει αγάπη και συγχώρεση!- εισάγει τον έμπειρο αναγνώστη στη λειτουργία της διαδικασίας της μετάδοσης του φανατισμού δια μέσου της άγνοιας, των σκοταδιστικών αντιλήψεων, της θρησκοληψίας, του φόβου, και τελικά της υστερίας, που γενικεύεται και μολύνει χειρότερα και από την επιδημία πανώλης της εποχής εκείνης.

Τρόμαξα. Όχι από τους Ασταρώθ και τους Αζμουθαίους (δαίμονες!) κάθε λογής. Ούτε ακόμη από την συμπαιγνία των εξουσιαστών της εποχής και τη μεταξύ τους σύμπνοια και ραδιουργία. Τρόμαξα από τα πλήθη των αμαθών. Από τον πεινασμένο για σκάνδαλα και «πικάντικα» αρτοθεάματα λαό! Που επέλεγε να ξενυχτά στη λάσπη, και στους υπονόμους, προκειμένου να συμμετάσχει σε θεάματα, που διεγείρουν το θυμικό του, και δίνουν νόημα στην ανύπαρκτη ζωή του.

Θα τελειώσω με την άποψη κάποιου από το υψηλά ιστάμενο επιτελείο των αρχόντων, που διαφαίνεται σε μια συζήτησή του με το εξιλαστήριο θύμα. Και στην οποία –κατά την άποψή μου- κρύβεται, το «ζουμί» της ιστορίας.  Όσα λέει, συνοψίζουν σε μεγάλο βαθμό, πού ακριβώς βασίζεται η εκάστοτε άρχουσα τάξη, όταν διασπείρει φανατισμούς και δαιμόνια. Λέει λοιπόν ο… πάνσοφος:

«Αντέχει κανείς καλύτερα όταν μισεί, παρά όταν αγαπά. Το μίσος τρέφεται από το χρόνο που περνά, η αγάπη φθείρεται».

Και απευθυνόμενος προς το αθώο θύμα, τον ιερέα: «Μη κουράζεστε, προσπαθώντας να με πείσετε ότι δεν είστε μάγος, όπως λένε. Το γνωρίζω. Όμως το αν σας καταδικάσουν ή όχι, είναι άλλη ιστορία. Η αλήθεια κύριε, αυτή που εμφανίζεται στα δικαστήρια, είναι μια υπηρέτρια. Πηγαίνει εκεί, που θα την πληρώσουν καλύτερα. Και εν τέλει… Οι αλήθειες με τις οποίες κυβερνάμε, δεν βρίσκονται στα σιωπηλά βάθη της συνείδησης. Βρίσκονται στα μεγάλα θεάματα».

Όσον αφορά δε τη γνώμη του ιδίου για την «κοινή γνώμη» -στα καθ’ ημάς τώρα δηλαδή-: «Έχετε, κυρίως εναντίον σας εκείνους που δεν παίρνουν θέση, ούτε υπέρ, ούτε κατά κάποιου, και οι οποίοι θα ακολουθήσουν και θα πιστέψουν, ό,τι τους πουν να πιστέψουν! Είναι μια διασκέδαση γι αυτούς!»

Είπατε τίποτα;