Όταν ο νεοφιλελευθερισμός αυτοακυρώνεται

[ Νίκος Σουβατζής / Ελλάδα / 19.06.20 ]

 Στην Ελλάδα των μνημονίων ο νεοφιλελευθερισμός είναι ταυτισμένος με την αμορφωσιά, την κιτς τηλεοπτική αισθητική, το ξέπλυμα των ναζιστικών εγκλημάτων, τη βεβήλωση της ιστορικής μνήμης, τον χοντροκομμένο αντικομμουνισμό, εκφράσεις ακραίας μισανθρωπίας του τύπου «Δυστυχώς, το νερό είναι πολύ φτηνό» και «Τα δημόσια νοσοκομεία πρέπει να γκρεμιστούν» και την εμετικά γλοιώδη στάση απέναντι στους τροϊκανούς πολιτικούς. Αν τον δούμε ξεκομμένο απ' όλα αυτά ο νεοφιλελευθερισμός είναι η ιδεολογία της ελεύθερης οικονομίας. Οι θιασώτες του υποστηρίζουν ότι η αγορά πρέπει να λειτουργεί χωρίς καμία παρέμβαση απ' την πλευρά του κράτους, αφού έχει την ικανότητα να αυτορυθμίζεται. Επίσης πιστεύουν ότι αγαθά όπως η παιδεία και η υγεία πρέπει να είναι εμπορικά προϊόντα και οι οικονομικά αδύναμοι δεν πρέπει να έχουν καμία προστασία απ' το κράτος. Όσο για τους μισθούς πιστεύουν ότι πρέπει να είναι πολύ χαμηλοί ώστε η οικονομία να είναι ανταγωνιστική.

Το πρόβλημα είναι ότι επειδή όλα αυτά στρέφονται ευθέως εναντίον της κοινωνίας, για να τα υποστηρίξει κάποιος ή πρέπει να στραφεί ενάντια στα συμφέροντά του ή να θεωρήσει ότι ο ίδιος πρέπει να εξαιρεθεί απ' τις συνέπειες αυτών που υποστηρίζει. Αν, για παράδειγμα, κάποιος είναι της άποψης ότι ένας μισθός δεν πρέπει να ξεπερνά τα τετρακόσια ευρώ γιατί θα καταστραφεί η οικονομία, στην περίπτωση που είναι χαμηλόμισθος η άποψή του είναι εναντίον του εαυτού του, ενώ αν ο μισθός του είναι πολλαπλάσιος των τετρακοσίων ευρώ στην πραγματικότητα είναι υποκριτής γιατί δεν ακολουθεί αυτό που πιστεύει. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με έναν εργαζόμενο χωρίς ταξική συνείδηση. Στη δεύτερη έχουμε να κάνουμε όχι μόνο με την υποκρισία που προανέφερα, αλλά και με την αλαζονεία και τον ατομισμό. Ένας άνθρωπος με παχυλό μισθό που πιστεύει ότι οι υπόλοιποι πρέπει να ζουν με μισθό πείνας θεωρεί τον εαυτό του καλύτερο απ' τους άλλους. Επιπλέον εφόσον έχει τη δυνατότητα να νοσηλευτεί σε δημόσιο νοσοκομείο και να στείλει τα παιδιά του σε ιδιωτικό σχολείο θεωρεί ότι το κοινωνικό κράτος είναι άχρηστο, αφού ο ίδιος δεν το χρειάζεται και για τους άλλους δεν δίνει δεκάρα. Υιοθετεί δηλαδή ως στάση ζωής το μότο «Ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν».

 Για να αυξήσει ένας μεγαλοεπιχειρηματίας το κέρδος του αυτό που έχει να κάνει είναι να δίνει χαμηλούς μισθούς και να μην πληρώνει φόρους. Αυτό το βαφτίζει υγιή επιχειρηματικότητα και επιτίθεται στο «σπάταλο» κράτος που καλομαθαίνει τους φτωχούς με τα επιδόματα και συντηρεί χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους αντί να ξεπουλήσει όλες της δημόσιες υπηρεσίες και να τους πετάξει στον δρόμο. Επειδή όμως το μοναδικό του κριτήριο είναι το κέρδος, όταν το κράτος παραγράφει τα χρέη του και επιδοτεί τις επιχειρήσεις του δεν έχει κανένα πρόβλημα να φανεί ασυνεπής στην «ιδεολογία» του και να δεχτεί τον κρατικό παρεμβατισμό. Μαζί με αυτόν και όλοι οι νεοφιλελεύθεροι δημοσιολόγοι που εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα. Για αυτό δεν μου προκάλεσε καμία έπληξη όταν εφημερίδες και ιστοσελίδες που ομνύουν στην ελεύθερη οικονομία έλαβαν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ στο πλαίσιο της καμπάνιας «Μένουμε σπίτι». Όχι μόνο δέχτηκαν το κρατικό χρήμα αλλά δεν είπαν λέξη για τη σπατάλη 20.000.000 ευρώ.