Όλα αλλάζουν

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 02.04.20 ]

Η μάνα μου, παλιά δασκάλα, γύριζε πάντα απ’ το σχολείο κουρασμένη μα γεμάτη. Γεμάτη από ζωγραφιές, εικόνες, ιδέες, παραμύθια, τραγούδια, ιστορίες.  Καθόμασταν θυμάμαι και απλώναμε στο πάτωμα τεράστια ρολά χαρτιού και χρώματα ένα σωρό και φτιάχναμε τη διακόσμηση του μήνα για την τάξη της.  Η Ελενίτσα της είχε χαρίσει μια ζωγραφιά που ακόμα την κρατάει. Είχε απεικονίσει ένα σκιάχτρο με τέσσερα άνω άκρα. Όταν τη ρώτησε η μάνα μου ποιον ζωγράφισε της είπε «εσένα κυρία». «Μα εγώ Ελενίτσα δεν έχω τέσσερα χέρια». «Δεν είναι όλα χέρια κυρία. Αυτά είναι χέρια κι αυτά είναι φτερά» κι έδειχνε με τα δάχτυλο τις γραμμές της ζωγραφιάς. Με πόση περηφάνια μας την έφερε στο σπίτι. Πόσο τη ζήλεψα την άγνωστή μου Ελενίτσα που έκανε τη μάνα μου να λάμπει από χαρά με τις ατσούμπαλες γραμμές του σχεδίου της. Ακόμα την έχει φυλαγμένη αυτή τη ζωγραφιά κι ας έπιανε κάθε τόσο ψείρες η Ελενίτσα κι ας γύριζε η μάνα απ’ το σχολείο κουρασμένη, κι ας έβαζε πάνω στα γόνατά μου το κεφάλι της και ας μου 'λεγε «κοίταξε με λίγο εδώ» κι έδειχνε το σημείο με το δάχτυλο «το είπα στη μαμά της Ελενίτσας να κάνει κάτι με τις ψείρες του παιδιού, μα είναι γεμάτα τα σγουρά μαλλάκια του», κι ας έψαχνα εγώ με τα δάχτυλα μέσα απ’ τις ρίζες των μαλλιών της μήπως και βρω τα ενοχλητικά ζωύφια κι ας μην έβρισκα τίποτα άλλο από το άσπρο δέρμα της, τίποτα που να δικαιολογεί το έντονο αίσθημα φαγούρας. «Να ξέρεις» έλεγε «τα κοινωνικά παιδιά είναι αυτά που πιάνουν ψείρες. Αυτά που σμίγουν τα κεφάλια, που σκύβουν πάνω απ’ τα τετράδια και τα βιβλία το ένα του άλλου και βοηθιούνται και συνομιλούν κι ας μουρμουρίζουν». Το ήξερα, ω ναι το ήξερα καλά, αφού αυτή την κοινωνικότητα την είχα πληρώσει ακριβά όχι λίγες φορές, αφού η μάνα μου δεν ήταν σαν τη μαμά της Ελενίτσας που λυπόταν τα σγουρά μαλλιά της, η μάνα μου με κούρευε με την ψιλή και εξολόθρευε με κάθε τρόπο τα ενδεικτικά της κοινωνικότητάς μου.

Σήμερα η μάνα μου, συνταξιούχος πια, έπαψε να ανησυχεί για όλα αυτά και δεν την φαγουρίζει το κεφάλι δίχως λόγο, έχει κλειστεί στο σπίτι με τη ζωγραφιά της Ελενίτσας κι αναπολεί την τάξη και τις ζωγραφιές, τα ψειριασμένα κεφαλάκια και το δεύτερο ζευγάρι χέρια, εκείνα τα άτεχνα φτερά που για την Ελενίτσα ήταν στοργή και προστασία αλλά για κείνη πόσα περισσότερα … ενώ εμένα όλο με βομβαρδίζουν με μηνύματα ηλεκτρονικά και πώς να κρατηθώ από μηνύματα για νέα Επιδοτούμενα Προγράμματα Κατάρτισης και Πιστοποίησης Επιστημόνων; Χάθηκε ο κόσμος να μου στείλουνε και μένα μια ζωγραφιά μ’ ένα ζευγάρι φτερά στο νούμερό μου; Κι όλο μακραίνουν τα μαλλιά μου και προσπαθώ με το μολύβι να τα κόψω…