Το παράδοξο της οδύνης

[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Ελλάδα / 11.06.18 ]

Το πιο επώδυνο πράγμα στη ζωή είναι η σκέψη του πόνου. Ωστόσο, χωρίς το μυστήριο του πόνου, ακόμη και η πιο ευτυχισμένη ζωή είναι ακρωτηριασμένη. Γιατί εκείνος που δεν δέχεται την οδύνη, δεν μπορεί να δεχθεί και τη χαρά. Οι πληγές μας μετουσιώνονται σε σοφία. Για όλους τους ανθρώπους ισχύει αυτό το παράδοξο της άρνησης και της αποδοχής του πόνου. Μέσα από την οδύνη, όμως, και τις δοκιμασίες μαθαίνουμε, αν επιβιώσουμε, να εκτιμάμε κάθε πολύτιμη στιγμή της ζωής αυτής. Για κάποιους φιλόσοφους είναι σύμφυτος με τη ζωή.

«Η ζωή είναι το εκκρεμές που κινείται μεταξύ πόνου και απελπισίας» έγραφε ο Σοπενχάουερ, ενώ για τον Νίτσε η πειθαρχία στην οδύνη έχει δημιουργήσει κάθε επίτευγμα της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα. Συνδέεται με την αυτογνωσία καθώς έχει διαπιστωθεί ότι κανείς δεν γνωρίζει τον εαυτό του, αν δεν έχει υποφέρει. «Ο πόνος ξυπνά μέσα μας τη γλυκειά νοσταλγία του ουρανού», λέει ο Αριστοτέλης και ο Ντοστογιέφσκι τον συνδέει επίσης με την ύπαρξη: Πονώ άρα υπάρχω. Κάθε πόνος διαφέρει, ως προς την έκταση αλλά και ως προς την επίδραση που έχει σε κάθε άνθρωπο. Κάποτε, είναι τόσο έντονος που δεν μπορεί ο άνθρωπος να τον αντέξει.

Το παρήγορο είναι ότι η φιλοσοφία, η λογοτεχνία και η τέχνη γενικότερα αφορμώνται από τον πόνο. Όπως το έθεσε έξοχα ο Λειβαδίτης:

-«Γιατί ο πόνος, ο απέραντος ανθρώπινος πόνος,

σ’ ανασηκώνει πάνω απ’ τον εαυτό σου…

Kαι τότε καταλαβαίνεις τους πόνους του απείρου

όταν κοιλοπονούσε τον κόσμο.

Kαι τους πόνους της γής για να γεννήσει ένα στάχυ.

Ή τους πόνους ολόκληρης της αιωνιότητας,

για να γεννηθεί κάποτε ένα τραγούδι.»