Δουλειά, η σύγχρονη δουλεία
[ Κατέ Καζάντη / / 22.08.23 ]Είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: ουδέποτε υπήρξε διαδικασία δημιουργίας, αφού η διαρκής απειλή, ο τρόμος να πεθάνεις από πείνα χωρίς αυτήν, μπορεί να αποκτηνώσει τη διάνοια.
Είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: αποτελεί αποτέλεσμα της πιο χυδαίας ανθρώπινης ιδιότητας, εκείνης που, στο σύγχρονο κόσμο, υποβοηθά τη βουλιμία της συσσώρευσης, άρα και της εκμετάλλευσης του διπλανού/ης, εγείροντας επιθετικά, ζωώδη ανακλαστικά.
Είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: αντίκειται στο ευ ζην, αφού σπανιότατα λαμβάνει υπόψη τη φυσική κλίση ή την επιθυμία του ανθρώπου, καταδικάζοντάς τον σε μια διαρκή ταλαιπωρία, εξοντωτική για το σώμα και την ψυχή.
Είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: είναι ο πάρα φύσει τρόπος να επιβιώνει ο άνθρωπος λησμονώντας την ανθρωπιά του, λησμονώντας δηλαδή να στοχάζεται, αφού ο κάματος δεν αφήνει χρόνο, ούτε διάθεση, να πολυσκέφτεται κάνεις/μια.
Ναι, είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: φέρει την εξάρτηση σε πρώτο πλάνο, εγείρει ψυχαναγκασμούς, εντείνει αρρωστημένες φιλοδοξίες και ανταγωνισμούς.
Είναι φριχτό πράγμα η δουλειά: ο δυστυχής Σταχάνοφ, πρότυπο εργάτη του υπάρξαντος, δήθεν μάλλον σοσιαλισμού, και ο ταλαίπωρος προτεστάντης που εξέλαβε την εργασία ως μονόδρομο για τον παράδεισο, υπάρξεις βαθύτατα αλλοτριωμένες και οι δυο, υπηρέτησαν τους από πάνω, θυσιάζοντας εαυτούς, απαρνούμενοι τις χαρές της ζωής.
Οπότε: ο περιορισμός της και η ταυτόχρονη αφοσίωση στο επικούρειο "ηδέως ζην", εκείνη η κατάσταση που θα ελευθερώσει τον άνθρωπο από το βασίλειο της ανάγκης και της πάλης για τον επιούσιο, ο πόλεμος εν τέλει ενάντια σε ό,τι ο Μαρξ ονόμασε αλλοτρίωση, θα έπρεπε να είναι η ημερήσια διάταξη του αγώνα των υποτελών τάξεων.
Αλλά όχι: στον υπαρκτό καπιταλισμό, μια ολωσδιόλου κάλπικη αυτοπραγμάτωση περνάει μέσα από την επιβαλλόμενη ηθική της εργασίας και πλασάρεται ως η μόνη επιτρεπτή. Όσ@ αμφισβητούν τα κρατούντα ήθη, όσ@ αντιδρούν, βαφτίζονται τεμπέληδες, δείχνονται με το δάχτυλο των προκομμένων. Διότι οι ψωμοδότες της εργοδοσίας κατευθύνουν πρωτίστως τις συνειδήσεις και υπαγορεύουν την πολιτική ορθότητα.
Η κανονικότητα του presenteeism, όπως λένε στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες της δύσης, της διαρκούς δηλαδή παρουσίας στη δουλειά, βρέξει χιονίσει, με πυρετό, πόνο κ.ο.κ., έχει ήδη προ πολλού διαβρώσει την εργατική υπερηφάνεια. Να βάζεις, ξανά και ξανά, πλάτη στην εργοδοσία, να τη «στηρίζεις», να ξεπουλάς δηλαδή τον μόχθο σου, είναι αξιωματική αρχή. Και αρχή κάθε εξουσίας, αφού πολλές από τις καταπιέσεις που δέχεται ο/η εργάτης/τρια δεν έχουν πραγματικό αλλά μόνο ιδεολογικό υπόβαθρο. Στοχεύουν, πρώτα και κύρια, στην ψυχολογική καταπόνηση και στην εδραίωση της εργοδοτικής εξουσίας.
Όταν τον Ιούνιο του 1936 ο Συνασπισμός του Λαϊκού Μετώπου, με τον Λεόν Μπλουμ, νομοθέτησε τις «πληρωμένες παύσεις», την άδεια δηλαδή μετ’ αποδοχών των εργαζομένων, οι αστοί των Παρισίων εγκατέλειψαν τα θέρετρα της Νορμανδίας για να μην συναγελάζονται την εργατιά που, επιτέλους, εξέδραμε, έστω ημερησίως. Σήμερα δεν κινδυνεύουν από τέτοια. Οι υποτελείς τάξεις αδυνατούν να προσεγγίσουν τα ακρογιάλια της αφθονίας, όπως αδυνατούν να διεκδικήσουν τα άλλοτε αυτονόητα. Ο ελεύθερος χρόνος τίθεται υπό αίρεση: οι νέες τεχνολογίες αποδεικνύονται αλυσίδες, δεσμά. Η εργοδοσία μπορεί να σε βρει οπουδήποτε, οποτεδήποτε, ακόμα και κατά τις «πληρωμένες παύσεις» του καλοκαιριού, απαιτώντας οτιδήποτε.
Έτσι, εάν η Αριστερά δεν έχει μια νέα, όλως άλλη, προσέγγιση στο ζήτημα της αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας, εάν δεν έχει καινούργια, μη διαχειριστική αλλά ρηξικέλευθη, πρόταση για την άρση των εκμεταλλευτικών σχέσεων, εάν δεν στοχάζεται, εις βάθος και ανθρωπολογικά, για την υπέρβαση της αλλοτρίωσης, τότε, κοινωνικά και πολιτικά, δεν έχει λόγο ύπαρξης.
Η μείωση του 8ώρου, με ταυτόχρονη μείωση της εργάσιμης εβδομάδας, δηλαδή εξάωρο – τετραήμερο, με αύξηση, και όχι καθήλωση ή μείωση, των μισθών, μαζί με τη μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, είναι, μαζί με άλλα παρόμοια, οι δρόμοι και οι τρόποι για να γεφυρωθεί το ταξικό χάσμα. Και να ανακοπούν η υπερεκμετάλλευση της φύσης και η καταστροφική υπερανάπτυξη.
Αλλά αυτό θα σήμαινε και έναν δυναμικό, επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Ο οποίος, όσο η Αριστερά πλησιάζει το κέντρο, χάνοντας τον εαυτό της, καθυστερεί δραματικά πολύ.