Προσπάθεια «απόψυξης» των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 19.06.23 ]

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν είχε σήμερα συνάντηση με τον επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας Γουάνγκ Γι.  

Η επίσκεψη που είχε προγραμματιστεί για τον Μάρτιο ακυρώθηκε λόγω των διπλωματικών και εμπορικών εντάσεων μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον. 

Κι ενώ κανείς δεν περίμενε μεγάλη πρόοδο καθώς υπάρχουν τόσα πολλά σημεία τριβής μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στο εμπόριο και την Ταϊβάν, ξεκίνησε η διπλωματική «απόψυξη» των σχέσεων.

Η διήμερη επίσκεψη είναι το πρώτο ταξίδι Αμερικανού διπλωμάτη σε κινεζικό έδαφος εδώ και σχεδόν πέντε χρόνια.

Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών υπενθύμισε στον Αμερικανό ομόλογό του ότι οι σχέσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον ήταν «στο χαμηλότερο σημείο» από την αρχή της σύναψης διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών το 1979, σύμφωνα με σχόλια που μετέδωσε η κρατική τηλεόραση CCTV.

Το ζήτημα της Ταϊβάν είναι το θεμελιώδες για την Κίνα, και αγκάθι για τις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ. Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν έδαφός της. Θυμόμαστε την ένταση που προκλήθηκε από την επίσκεψη Πελόζι στην Ταϊβάν πριν ένα χρόνο.

Η τελευταία επίσκεψη Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Κίνα χρονολογείται από τον Οκτώβριο του 2018, τότε ο υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Μάικ Πομπέο (κυβέρνηση Τραμπ), ο οποίος ήταν ο εγκέφαλος της σκληρής στρατηγικής αντιπαράθεσης με το Πεκίνο.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν διατήρησε αυτή τη σκληρή γραμμή, προχωρώντας ακόμη παραπέρα σε ορισμένους τομείς, όπως η επιβολή ελέγχων στις εξαγωγές για να περιοριστεί η αγορά και η κατασκευή τσιπ υψηλής τεχνολογίας από το Πεκίνο «που (δήθεν) χρησιμοποιούνται σε στρατιωτικές εφαρμογές». 

Αρκετά χρόνια πριν, ο Αμερικανός διεθνολόγος Τσαρλς Κάπτσαν* είχε γράψει για το τέλος της αμερικανικής εποχής και τη σύγκρουση των ΗΠΑ (της αυτοκρατορικής δύναμης που βρίσκεται σε παρακμή) και της Κίνας (της αναδυόμενης αυτοκρατορικής δύναμης).

Οι ΗΠΑ εξακολουθούν βέβαια να είναι η αυτοκρατορική υπερδύναμη, λόγω της στρατιωτικής τους υπεροπλίας, αλλά τα στοιχεία παρακμής είναι έκδηλα. Στο εσωτερικό η πολιτική σύγκρουση είναι σχεδόν «εμφυλιακή». Το αμερικανικό όνειρο, η «εμπνέουσα αξία» των Αμερικανών έχει χαθεί. Ο πόλεμος θεωρείται, όπως και μετά την πτώχευση του 1929, η λύση για την άρση του αδιεξόδου.

Πάντα η αλλαγή σκυτάλης γινόταν με πόλεμο γράφει ο Τσαρλς Κάπτσαν, με εξαίρεση την μεταβίβαση της «αυτοκρατορικής εξουσίας» από την Βρετανία στις ΗΠΑ. Για να αποφευχθεί μάλιστα ένας μεγάλος πόλεμος που θα έχει ολέθρια αποτελέσματα, ο Αμερικανός διεθνολόγος πρότεινε μια διευθέτηση με την Κίνα και μία ισορροπία δυνάμεων στους διεθνείς θεσμούς. Το ίδιο προτείνει, σήμερα, με αφορμή τη σύγκρουση των ΗΠΑ (δι’ αντιπροσώπου-Ουκρανία) με τη Ρωσία, ο Χ. Κίσσινγκερ. ‘Όμως ο Μπάιντεν επιλέγει την ελεγχόμενη σύγκρουση (αλλά πόσο άραγε μπορεί να είναι ελεγχόμενη;).

Σύμφωνα με την Priyamvada Gopal, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, «Μέχρι το τέλος αυτού του αιώνα, αν ο κόσμος τα καταφέρει να φθάσει ως εκεί, το κέντρο της αυτοκρατορικής δύναμης θα έχει μετατοπιστεί εντελώς… το κέντρο βάρους του καπιταλισμού μετατοπίζεται προς τα νότια και εμφανίζονται παίκτες από τη Ρωσία και την Κίνα μέχρι την Ινδία».

Η ανάδυση των νέων παικτών στο γήπεδο του ιμπεριαλισμού σημαίνει άγριο ανταγωνισμό και πόλεμο. Εάν αυτό επισυμβεί, λόγω του υπάρχοντος πυρηνικού οπλοστασίου, ο επόμενος πόλεμος θα γίνει με ρόπαλα.

Υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί αυτή η καταστροφική εξέλιξη; Εμείς λέμε ότι πρέπει να ξεσηκωθούν οι λαοί. Μόνο που αυτό τώρα δεν είναι ορατό ούτε αρκετό. Εκείνο που φαίνεται σήμερα πιο ρεαλιστικό είναι η αντίδραση των ίδιων των καπιταλιστών, αφού η καταστροφή θα είναι ολοκληρωτική και θα αφορά και τους ίδιους.

Δεν είναι τυχαίο ότι πριν τον Μπλίνκεν, στις 16 Ιουνίου επισκέφθηκε την Κίνα ο Μπιλ Γκέιτς που δήλωσε ότι «Για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, το κινεζικό δυναμικό παραμένει σημαντικό».

Σε ένα πλαίσιο, λοιπόν, έντασης μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, ο επιχειρηματικός κόσμος -δηλαδή οι μεγαλοκαπιταλιστές- προσπαθεί να εκτονώσει την κατάσταση, γράφει ο Philippe Escande, οικονομικός αρθρογράφος στη «Le Monde».

 

*Homo americanus, 2008