«Οι Παλαιστίνιοι θέλουν να εξαφανίσουν το Ισραήλ», υποστηρίζει καθηγήτρια του ΕΚΠΑ

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 13.04.25 ]

Την ώρα που ο ΟΗΕ αποκαλεί τη Γάζα «κόλαση επί της γης». Τη στιγμή που οι ισραηλινές βόμβες εξακολουθούν να σκοτώνουν παιδιά και γυναίκες. Την ώρα που άνθρωποι εκτοπίζονται για να γίνουν στον τόπο τους τα resorts του Τραμπ. Την ώρα που ο Διεθνές Δικαστήριο καταζητεί τον Νετανιάχου για γενοκτονία και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ακούω την καθηγήτρια πολιτικής φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ να μιλάει στην ΕΡΤ για τον λαϊκό αντισημιτισμό των Παλαιστινίων που «θέλουν να εξαφανίσουν το Ισραήλ»!

Την ίδια «απειλή» επικαλείται και η ακροδεξιά του Νετανιάχου, που θεωρεί ότι δεν απειλείται μόνο από τους Παλαιστίνιους, αλλά απ’ όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Παλιότερα τους «απείλησαν» ακόμα και οι λέξεις του διάσημου γλωσσολόγου Αμερικανο-Εβραίου διανοητή, Νόαμ Τσόμσκι και του απαγόρευσαν την είσοδο στο Ισραήλ. Και παλιά αλλά και σήμερα θεωρούν ότι τους απειλούν όσοι αισθάνονται αλληλεγγύη στον πόνο των Παλαιστινίων που σφάζονται κυριολεκτικά στη Γάζα, ότι τους απειλούν τα σχολεία του ΟΗΕ, ο ΓΓ του διεθνούς οργανισμού, οι ακτιβιστές που μεταφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια, το νοσοκομείο της Ερυθράς Ημισελήνου, το κτήριο των διεθνών μέσων ενημέρωσης που ισοπέδωσαν, ότι τους απειλούν οι δημοσιογράφοι που αποκαλύπτουν τα εγκλήματα και τα ψεύδη τους, δείχνοντας ότι αυτοί που απειλήθηκαν από την Τελική Λύση, την επιβάλλουν σήμερα σε άλλους. 

Ιστορικά ο φονταμενταλισμός της ισραηλινής ακροδεξιάς δημιουργήθηκε το 1975 από την αντίδραση του Ισραήλ στην απόφαση των Ηνωμένων Εθνών, με την οποία καταγγελλόταν ο σιωνιστικός ρατσισμός (για τον σιωνιστικό ρατσισμό τι έχει να πει η κυρία καθηγήτρια;). Στη βάση αυτή και με το σύνθημα «Όλος ο κόσμος είναι εναντίον μας» το κόμμα του Νετανιάχου καλλιέργησε μια νέα μορφή φανατισμού που εκτρεφόταν από την εντατικοποίηση της πνευματικής διάστασης του σιωνισμού, με αποτέλεσμα οι ισραηλινοί από εκλεκτός λαός του Θεού να γίνουν τα επίλεκτα θύματα όλου του κόσμου! Στη θυματοποίηση αυτή βασίζεται και η κατηγορία εναντίον του ίδιου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για «αντισημιτισμό»! Κι αυτό γιατί τα Ηνωμένα Έθνη… τόλμησαν να υιοθετήσουν την έκθεση της επιτροπής έρευνας για την πολύνεκρη εισβολή στη Γάζα τον Γενάρη του 2010 που μιλούσε για εγκλήματα πολέμου. Το ίδιο ισχύει και σήμερα με το Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ που κατηγόρησε τον Νετανιάχου ως εγκληματία πολέμου.

Θυμίζουμε ότι το 1995, σε προεκλογική συγκέντρωση του κόμματος Λικούντ έκαψαν μια κούκλα-ομοίωμα του Ράμπιν και λίγο καιρό μετά ο Ράμπιν δολοφονήθηκε από οπαδό του ριζοσπαστικού εθνικού θρησκευτικού κόμματος! Ο φανατισμός αυτός, όταν βρίσκεται στην εξουσία, συνοδεύεται από έναν ορισμένο ολοκληρωτισμό, καθώς αναζητά με τίμημα ακόμη και την εξαφάνιση του Άλλου την Ενότητα, η οποία είναι πάντα «μονολιθική» -αφού για τους φανατικούς η ύπαρξη δεν νοείται ως συν-ύπαρξη…

Η ιστορία της σύγκρουσης

Ας πάρουμε το νήμα της ιστορίας για να δούμε ποιος έχει δίκιο.

Μεταξύ 1936-1939 είχαμε στην Παλαιστίνη μια πολιτική και στρατιωτική εξέγερση με αίτημα τον τερματισμό της βρετανικής παρουσίας και τον τερματισμό της εβραϊκής μετανάστευσης. Αυτή η εξέγερση κατεστάλη από τα βρετανικά στρατεύματα που συμμάχησαν με σιωνιστικές ένοπλες πολιτοφυλακές, οι οποίες με όπλα που τους  παρείχε το Λονδίνο, νίκησαν τους αραβικούς στρατούς το 1948-1949.

Οι εκτοπισμένοι από τα σπίτια τους και τα χωριά τους Παλαιστίνιοι ζούσαν σε σκηνές σε γειτονικές χώρες ή σε περιοχές που ήλεγχε το Ισραήλ. Έμοιαζαν δε προορισμένοι να εξαφανιστούν, όπως ακριβώς εξαφανίστηκαν οι Ερυθρόδερμοι στην Αμερική που εξοντώθηκαν κατά τη διάρκεια των κατακτήσεων της Βόρειας Αμερικής, της Αυστραλίας ή της Νέας Ζηλανδίας. Ή στην καλύτερη περίπτωση, θα διαλύονταν σε ένα ευνοϊκό αραβικό περιβάλλον…

Το Ισραήλ κατήγγειλε την άρνηση των αραβικών χωρών να αφομοιώσουν ή ακόμα και να ενσωματώσουν τους πρόσφυγες. Αλλά ήταν οι Παλαιστίνιοι εκείνοι που απέρριψαν κάθε προσπάθεια εγκατάστασης στις χώρες υποδοχής. Κι αυτή ήταν η πρώτη τους πράξη αντίστασης. Απέρριψαν, μάλιστα, την αρχική ιδέα να χτίσουν μόνιμες κατοικίες στους καταυλισμούς όπου είχαν εγκατασταθεί. Στη Γάζα, ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, υπέγραψε συμφωνία τον Ιούλιο του 1953 με την UNRWA για την εγκατάσταση στο Σινά δεκάδων χιλιάδων Παλαιστινίων προσφύγων, αλλά οι βίαιες παλαιστινιακές διαδηλώσεις ακύρωσαν την εγκατάσταση. Η επιστροφή παρέμεινε το μόνο αποδεκτό όνειρο.

Ο Ισραηλινός ακτιβιστής της ειρήνης Uri Avnery ανέφερε αυτόν τον διαφωτιστικό διάλογο κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1956 και της πρώτης, βραχύβιας ισραηλινής κατοχής της Γάζας, ενώ ήταν στρατιώτης: «Πήρα συνέντευξη από ένα αγόρι Άραβα που ζούσε σε καταυλισμό προσφύγων: «Από που είσαι;», τον ρώτησα. «Από τον Αλ Κουμπάμπ», είπε. Μου έκανε εντύπωση αυτή η απάντηση... γιατί αυτό το αγόρι ήταν μόλις 7 ετών. Άρα, γεννήθηκε στη Γάζα μετά τον πόλεμο και δεν είχε δει καν το Αλ Κουμπάμπ, ένα χωριό που είχε πάψει να υπάρχει εδώ και πολύ καιρό.» Εξήντα χρόνια αργότερα, ενώ η πλειονότητα των Παλαιστινίων γεννήθηκε στην εξορία, οι αντιδράσεις των παιδιών και των ενηλίκων παραμένουν οι ίδιες: ανήκουν στο χωριό από το οποίο εκδιώχθηκε η οικογένειά τους. Το Σιωνιστικό κίνημα, το οποίο έκανε πολιτικό σύνθημα την επί αιώνες ευχή «Το επόμενο έτος στην Ιερουσαλήμ», πρέπει να κατανοήσει αυτή την προσκόλληση, γράφει ο Uri Avnery.

Πάνω σε αυτή την αποφασιστικότητα δημιουργήθηκε μετά τη Νάκμπα (καταστροφή) το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα. Το περιφερειακό πλαίσιο συνέβαλε σε αυτό. 

Η δημιουργία του Ισραήλ συγκλόνισε τη Μέση Ανατολή και επιτάχυνε την κατάρρευση των φιλοδυτικών αραβικών καθεστώτων. Γίναμε τότε μάρτυρες της ανόδου του Νάσερ στην εξουσία στην Αίγυπτο το 1952, της ανόδου του επαναστατικού εθνικισμού σε ολόκληρη την περιοχή, την πτώση της μοναρχίας στο Ιράκ το 1958. Αυτή η ζύμωση είχε ως αντικειμενικό στόχο τη διαγραφή της ανάμνησης της ταπεινωτικής ήττας από το Ισραήλ και οδήγησε στην απόφαση του Αραβικού Συνδέσμου για τη δημιουργία της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) το 1964. Την ίδια στιγμή, μια άγνωστη μέχρι τότε οργάνωση, η Φατάχ, ξεκίνησε τις πρώτες της ένοπλες επιχειρήσεις κατά του Ισραήλ την 1η Ιανουαρίου 1965. Την 1η Φεβρουαρίου 1969, ο ηγέτης της Φατάχ Γιάσερ Αραφάτ εξελέγη πρόεδρος της εκτελεστικής επιτροπής της PLO.

Το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα ιδρύθηκε σε ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από τον αγώνα των λαών για ανεξαρτησία.

Οι Παλαιστίνιοι ενεπλάκησαν στις εσωτερικές συγκρούσεις του Λιβάνου και έγιναν τα θύματα των διαιρέσεων του αραβικού κόσμου και της παρέμβασης ορισμένων χωρών της περιοχής (Ιράκ, Συρία, Ιορδανία) στις υποθέσεις τους. Έτσι, οι Παλαιστίνιοι περιόρισαν τους στόχους τους και προσπάθησαν να κάνουν γνωστή την υπόθεσή τους με διάφορες ενέργειες, ιδίως τις αεροπειρατείες, τις οποίες τα δυτικά κράτη περιέγραψαν ως «τρομοκρατικές», επιδόθηκαν σε διπλωματική και πολιτική δράση, στην οικοδόμηση λίγο πολύ σταθερών θεσμών (οργανώσεις νεολαίας, γυναικείες οργανώσεις, σωματεία, σωματεία συγγραφέων κ.λπ.).

Βασιζόμενη ιδιαίτερα στην αυξανόμενη κινητοποίηση των πληθυσμών της Δυτικής Όχθης, της Γάζας και της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, που κατελήφθη το 1967, η PLO απέκτησε διεθνές κύρος. Ο Αραφάτ προσκλήθηκε να μιλήσει στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 13 Νοεμβρίου 1974. Η PLO αναγνωρίστηκε τότε από τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών, με εξαίρεση το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες περίμεναν μέχρι τη δεκαετία του 1990 για να αλλάξουν θέση. Η Ευρώπη και η Γαλλία συνέβαλαν, τη δεκαετία του 1980, στην επικύρωση δύο αρχών: του δικαιώματος των Παλαιστινίων στην αυτοδιάθεση και της ανάγκης για διάλογο με τον εκπρόσωπό τους, την PLO.

Χρειάστηκε η Ιντιφάντα, η οποία ξέσπασε τον Δεκέμβριο του 1987, και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου για να οδηγήσουν στις Συμφωνίες του Όσλο, που υπογράφηκαν στην Ουάσιγκτον στις 13 Σεπτεμβρίου 1993 μεταξύ του Γιάσερ Αραφάτ και του Ιτζάκ Ράμπιν, του Ισραηλινού πρωθυπουργού, υπό την αιγίδα του Αμερικανού προέδρου Γουίλιαμ Κλίντον. Την 1η Ιουλίου 1994, ο Αραφάτ εγκατέστησε την Παλαιστινιακή Αρχή, πρώτα στη Γάζα και την Ιεριχώ. Κατ' αρχήν, η ασάφεια των υπογεγραμμένων κειμένων θα πρέπει να αντισταθμίζεται με την αναγνώριση μιας ξεκάθαρης αρχής: την ανταλλαγή «ειρήνης  με εδάφη», τη δημιουργία δηλαδή ενός παλαιστινιακού κράτους δίπλα στο Ισραήλ, εντός των συνόρων της 4ης Ιουνίου 1967. Η «ειρηνευτική διαδικασία» απέτυχε. Παρά την παραχωρηθείσα «αυτονομία», η καθημερινή ζωή των Παλαιστινίων επιδεινώθηκε. Οι δυσκολίες στη μετακίνησή τους αυξήθηκαν ταυτόχρονα με τα στρατιωτικά οδοφράγματα. Ο εποικισμός προχώρησε αδυσώπητα, τόσο υπό την αριστερή όσο και από τη δεξιά ισραηλινή κυβέρνηση.

Μπορούμε να συζητήσουμε τις διάφορες εξηγήσεις για αυτήν την αποτυχία, αλλά η κύρια αφορά τον εποικιστικό χαρακτήρα του σιωνιστικού εγχειρήματος. Αυτό έχει τροφοδοτήσει ένα αίσθημα ανωτερότητας έναντι των «αυτόχθονων» πληθυσμών, το οποίο ωθεί τους Ισραηλινούς ηγέτες να αρνηθούν να αναγνωρίσουν στους Παλαιστίνιους, στην πράξη, την ισότητα και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Αν η ασφάλεια ενός Ισραηλινού είναι πολύτιμη για την κυβέρνηση του Τελ Αβίβ, αυτή ενός Παλαιστίνιου δεν αξίζει πολλά στα μάτια της.

Η ήττα της δεύτερης Ιντιφάντα, η οποία ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2000, οδήγησε σε σημαντική αποδυνάμωση της Παλαιστινιακής Αρχής και τη διαίρεση των Παλαιστινίων σε αυτούς της Γάζας που είναι υπό τον έλεγχο της Χαμάς, και της Δυτικής Όχθης που είναι υπό τον έλεγχο της Φατάχ του Αραφάτ. Ωστόσο, υπήρξαν αναμφισβήτητες διπλωματικές επιτυχίες, όπως η αποδοχή της Παλαιστίνης ως μέλος παρατηρητή των Ηνωμένων Εθνών και η διπλωματική αναγνώρισή της από περίπου εκατό κράτη. Άλλο επίτευγμα: η εδραίωση ενός έντονου εθνικισμού που ξεπερνά τις τοπικές δεσμεύσεις και τις πολλαπλές εμπειρίες της εξορίας…

Μετά την αποτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας τι απομένει; Οι Ισραηλινοί συνεχίζουν τους εποικισμούς, καίνε τις ελιές και τα χωράφια των Παλαιστινίων, τσιμεντώνουν τα πηγάδια τους, γκρεμίζουν τα σπίτια τους, σκοτώνουν… Ποια νέα στρατηγική θα υιοθετήσουν οι Παλαιστίνιοι; Πρέπει να διεκδικήσουμε ένα ενιαίο κράτος; Πρέπει να διαλυθεί η Παλαιστινιακή Αρχή; Τι θέση πρέπει να καταλάβει η βία; Ακόμη και η Χαμάς δεν ξεφεύγει από τη συζήτηση, όπως αποδεικνύεται από το νέο της πρόγραμμα, στο οποίο για πρώτη φορά αποδέχεται ξεκάθαρα την ιδέα ενός κράτους εντός των συνόρων του 1967.

Όμως, όπως εξηγούν δύο Παλαιστίνιοι ακαδημαϊκοί, "ελλείψει σαφήνειας σχετικά με την τελική πολιτική λύση, οι κεντρικοί στόχοι παραμένουν τα θεμελιώδη δικαιώματα, τα οποία είναι τα βασικά στοιχεία του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού και πρέπει να αποτελούν μέρος οποιασδήποτε μελλοντικής πολιτικής λύσης.

Τι ζητούν οι Παλαιστίνιοι; Την απελευθέρωση από την κατοχή και τον εποικισμό, το δικαίωμα των προσφύγων να επιστρέψουν στα σπίτια και τις περιουσίες τους, καθώς και η μη διάκριση και η πλήρης ισότητα για τους Παλαιστίνιους πολίτες του Ισραήλ (Θυμίζουμε ότι ο νέος νόμος του Νετανιάχου για τη δικαιοσύνη, αποκλείει την ισότητα). Αυτοί οι στόχοι, ως βασικά στοιχεία της αυτοδιάθεσης, περιγράφονται εύγλωττα στο κάλεσμα της παλαιστινιακής κοινωνίας των πολιτών για μποϊκοτάζ, εκποίηση και κυρώσεις (BDS) κατά του Ισραήλ έως ότου επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι.

Το κίνημα BDS, που ξεκίνησε στις 9 Ιουλίου 2005 μετά από πρόσκληση 171 μη κυβερνητικών οργανώσεων, σηματοδοτεί ένα ορόσημο στην παλαιστινιακή ιστορία. Αυτή η ειρηνική κινητοποίηση για ίσα δικαιώματα, πλην των δυτικών κυβερνήσεων, είχε μεγάλη ανταπόκριση…

Το Παλαιστινιακό, εκτός από ζήτημα εδαφικό, είναι πάνω απ' όλα ζήτημα δικαιοσύνης ή μάλλον αδικίας που επαναλαμβάνεται συνεχώς. Στα κατεχόμενα, ο πληθυσμός έρχεται αντιμέτωπος με ένα φαινόμενο που έχει εκλείψει αλλού: τον παράνομο εποικισμό. Από το 1967, το Ισραήλ έχει εγκαταστήσει περισσότερους από 650.000 εποίκους στη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, μια πρακτική που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο περιγράφει ως «έγκλημα  πολέμου». Η καθημερινή ζωή των Παλαιστινίων χαρακτηρίζεται από τη δήμευση της γης τους, την καταστροφή των σπιτιών τους, τις συλλήψεις -η πλειοψηφία του ενήλικου ανδρικού πληθυσμού βρίσκεται στη φυλακή-, βασανιστήρια, στρατός που πυροβολεί εν ψυχρώ, κατασκευή τείχους που «Διαχωρίζει» όχι δύο πληθυσμούς αλλά συμβάλλει στον εγκλεισμό ενός από αυτούς. Ο πληθυσμός των Παλαιστινίων διέπετε από ειδικούς νόμους, ένα καθεστώς που μοιάζει από πολλές απόψεις με το απαρτχάιντ: δύο πληθυσμοί στην ίδια γη (Δυτική Όχθη και Ανατολική Ιερουσαλήμ), Παλαιστίνιοι και έποικοι, που υπόκεινται σε διαφορετική νομοθεσία και σε διαφορετική δικαστική αντιμετώπιση.

Σε όλο τον κόσμο, εκατομμύρια άνθρωποι μπόρεσαν να δουν τον εαυτό τους στον αγώνα που διεξάγουν οι Παλαιστίνιοι ενάντια στις διακρίσεις και για ίσα δικαιώματα. 

Είναι πλέον κοινή συνείδηση ότι όσο διαρκεί η κατοχή, δεν θα υπάρχει ούτε ειρήνη ούτε σταθερότητα στη Μέση Ανατολή.

Μετά τις επιθέσεις της Χαμάς, οι Ηνωμένες Πολιτείες και τα ευρωπαϊκά κράτη εξέφρασαν άμεσα την αλληλεγγύη τους στο Ισραήλ και επιβεβαίωσαν το «δικαίωμά του να υπερασπιστεί τον εαυτό του». Από την άλλη πλευρά, η Σαουδική Αραβία, η οποία τους τελευταίους μήνες διερευνά τη δυνατότητα αναγνώρισης του εβραϊκού κράτους, κατηγόρησε το Ισραήλ για «τη στέρηση των νόμιμων δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού».

Πέρα από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, η αντιπαράθεση στη Γάζα έχει εργαλειοποιηθεί πολιτικά τόσο από τη Χαμάς, όσο και από τον Μπ. Νετανιάχου, ο οποίος, χάρη στη σύγκρουση με τη Χαμάς, ξεπερνά τα εσωτερικά του προβλήματα όπως οι τεράστιες διαδηλώσεις ενάντια στο νέο νόμο για τη Δικαιοσύνη. Η διαίρεση επιπλέον μεταξύ της Χαμάς και των Παλαιστινίων της Φατάχ του Αμπού Μαζέν χρησιμεύει για να εξηγήσει γιατί η σύγκρουση επικεντρώνεται πάντα στη Γάζα. Εδώ ισχύει το διαίρει και βασίλευε. Με τις συμφωνίες που υπεγράφησαν το 2020 από το Ισραήλ με ορισμένες χώρες του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία (ιστορικός εχθρός της Τουρκίας και του Ιράν), ανακοινώθηκε ένας ποταμός χρημάτων προς τη Δυτική Όχθη του Αμπού Μαζένια. Αυτό αποδυνάμωσε σε μεγάλο βαθμό την παλαιστινιακή αλληλεγγύη. Έτσι, όταν οι ΗΠΑ μετέφεραν την πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ, αναγνωρίζοντας την αιώνια πόλη ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, οι αντιδράσεις της Παλαιστινιακής Αρχής ήταν σχεδόν μηδενικές. Κι αυτό την ώρα κατά την οποία στη Δυτική Όχθη οι παράνομοι Ισραηλινοί έποικοι έχουν ξεπεράσει τις 700 χιλιάδες.