Δημοκρατία ή ολιγαρχία;
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 19.09.22 ]Τι θα βαρύνει στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα; Η ακρίβεια ή οι υποκλοπές; Αυτά είναι τα ερωτήματα που διατυπώνουν όσοι εμμένουν στην παλιά ρουσωική αντίληψη «για μία κυβέρνηση του λαού από το λαό για το λαό». Αλλά αυτό είναι πλέον ένας μεγάλος μύθος. Σήμερα, δεν εκλέγει ο λαός αλλά το χρήμα. Το χρήμα κερδίζει τις εκλογές. Οι εκλογές δεν έχουν κανένα νόημα, λέει ο Νόαμ Τσόμσκι, γιατί η αντιπροσώπευση εξαντλείται μόνο στην εκπροσώπηση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Τις εκλογές τις κερδίζουν εκείνοι που καταφέρνουν να εξαγοράσουν τα «πακέτα ψήφων» των «κάτω» (Λέστερ Θόροου). Το πολιτικό σύστημα λειτουργεί συνολικά «προς όφελος λίγων μεγάλων συμφερόντων», λέει κι ο πολύς Πωλ Κρούγκμαν. Τελικά, ο πολιτικός ανταγωνισμός έχει καταστεί πλέον ένας ανταγωνισμός στη διαφθορά.
Για να υπάρξει ο ανταγωνισμός στη διαφθορά χρειάζονται μηχανισμοί-θεσμοί και μία κουλτούρα διακομματικής διαχείρισης της διαφθοράς. Με άλλα λόγια, απαιτείται η αντιμετώπιση της διαφθοράς ως «κανονικότητας». Τα κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα αποδέχονται αυτό το «πλαίσιο διαφθοράς». Οι μεγάλες επιχειρήσεις «αγόραζαν» πάντα το αποτέλεσμα των εκλογών. Τα 16 δις (επί Σημίτη) μοιράστηκαν στα μέσα ενημέρωσης, στα ενοίκια προεκλογικών κέντρων, στο εκλογικό υλικό, στις μετακινήσεις οπαδών και ψηφοφόρων, στην εξαγορά διαμορφωτών της κοινής γνώμης(δημοσιογράφων αρθρογράφων) κ.ά.. Δεν είναι τυχαίο ότι μεγαλοεπιχειρηματίες διαθέτουν ζημιογόνα ΜΜΕ για να επηρεάζουν το πολιτικό σύστημα και να κάνουν τις "δουλειές" τους!
Η διαφθορά είναι ένα σύνθετο σύστημα και για να λειτουργήσει χρειάζεται, επίσης, τη διάβρωση εκείνων των κοινωνικών κανόνων και θεσμών στους οποίους στηρίζεται η εικονική «σχετική ισότητα». Αυτούς τους θεσμούς το χρήμα (η διαφθορά) τους υπονομεύει και ουσιαστικά τους αντικαθιστά μ’ ένα δίκτυο παράλληλων θεσμών με οσμή μαφίας μέσω των οποίων αμείβονται οι νομιμόφρονες και τιμωρούνται οι διαφωνούντες. Οι θεσμοί αυτοί προμηθεύουν στα συστημικά κόμματα εξουσίας και στους υπάκουους πολιτικούς τους απαραίτητους πόρους (χρήματα, πρόσβαση στα ΜΜΕ) για να κερδίζουν τις εκλογές, αλλά και ασφαλή καταφύγια στην περίπτωση αποτυχίας(θέσεις των πολιτικών σε πανεπιστήμια, εταιρείες).
Οι ίδιοι θεσμοί (πανεπιστήμια, ινστιτούτα, ΜΜΕ, ΜΚΟ) συντηρούν το μεγάλο ετοιμοπόλεμο στρατό διανοουμένων και ακτιβιστών που θα εκλαϊκεύουν και θα ενισχύουν αντιλήψεις όπως περί της αχρηστίας του κράτους και κυρίως του κοινωνικού κράτους, της ανάγκης μείωσης των μισθών και των συντάξεων, ή της φορολογικής ελάφρυνσης των επιχειρήσεων κ.ά.
Το πολιτικό σύστημα, συνεπώς, αντλεί κατ’ επίφαση τη δημοκρατική νομιμοποίησή του από τους πολλούς, ενώ στην πραγματικότητα νομιμοποιείται από την υλική στήριξη των μιας δράκας υπερπλούσιων. Το ιδεολογικό προκάλυμμα αυτής της προσομοιωμένης δημοκρατίας είναι η άποψη πως ο πλούσιος (Ροβινσώνας) και ο φτωχός εργαζόμενος (Παρασκευάς) αντί να βλάπτουν ο ένας τον άλλο, μπορούν να συνεννοούνται για να χρησιμοποιήσουν όσο το δυνατόν καλύτερα τις ιδιαίτερες ικανότητές τους! Εδώ εδράζεται ο μύθος της "σχετικής ισότητας". Σημαντικός είναι ο ρόλος των διανοούμενων στη διαμόρφωση αυτής της ψευδούς εικόνα, οι οποίοι επικαλούνται αδιαλείπτως τη δημοκρατία, όπως ο Ταρτούφος τα ονόματα των αγίων, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει ισότητα ανάμεσα στον κοινό άνθρωπο και τους ισχυρούς ως προς το δικαίωμα να «ζήσει κάποιος τη ζωή του»! Είναι αυτοί για τους οποίους η «σοφία» είναι ο κοινός νους που περιλαμβάνει τις δύο πνευματικότητες, αυτή του λογιστή κι εκείνη του εφόρου.
Μόνο που αυτή είναι μία «έξωθεν» δημοκρατία, είναι μία απάνθρωπη «δημοκρατία» για τους αποκλεισμένους, τους άνεργους, τους ανέστιους, τους μετανάστες, τους ¨από κάτω", είναι μία ολιγαρχία.