Ανέστιος

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 10.07.19 ]

Κατάχαμα. Νεκρό πρόσωπο. Γεμάτο ξεροπόταμους και φαράγγια. Μια ολόκληρη ζωή σμιλεμένη στις ρυτίδες του. Στόμα που κινείται και βλέμμα νεκρό. Προσπερνάμε αμείλικτα αδιάφοροι.

Οι άστεγοι έχουν μια ικανότητα να γίνονται αόρατοι ή εμείς έχουμε εκπαιδεύσει τον εαυτό μας να μην τους βλέπουμε. Αποστρέφουμε τα μάτια από το γκρίζο πρόσωπο και τα θαμπά μαλλιά. Κι εκείνοι κατοικούν μια αρχέγονη ερημιά. Έρημη σαν το θάνατο. Κι αφού ο περίγυρος τούς απαρνείται, απαγκιάζουν στο κουκούλι τους. Με μαξιλάρι την απουσία. Και τα βράδια ο βαθύς, σκοτεινός ύπνος του ποτού προσφέρει μια σύντομη ευλογία. Και όνειρα. Τότε που ακόμα χωρούσαν στον κόσμο.

Και συ περνάς φορώντας μανδύα ξεγνοιασιάς. Κι η καρδιά σου ένα σκληρό βαρύ βότσαλο. Να μην ακούει. Να μη βλέπει. Ή μπορεί και να κρατάς το δικό σου προσωπικό μπουκετάκι απελπισίας.

Κι οι λέξεις μου μικροί, θυμωμένoι θρόμβοι, ανήμποροι κι άχρηστοι…