Το μίσος του φασίστα

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 21.10.21 ]

 Δεν φτιάχνει μόνο ο φασισμός τον φασίστα. Είναι και οι φασίστες που φτιάχνουν τον φασισμό. Από βία σε βία, από σκοτάδι σε σκοτάδι, από μίσος σε μίσος, από φόνο σε φόνο, από τέφρα σε τέφρα, φτιάχνει ο φασίστας τον φασισμό. Όταν καταντήσεις φασίστας είναι πια αργά. Όλες οι αγάπες έχουν οδηγηθεί στο κρεματόριο. Μαζί κι ο εαυτός σου. Είσαι, για πάντα, η στάχτη σου.

 Οι φασίστες μισούν τους ανθρώπους γιατί οι ανθρώπινες ιδιότητες τούς τρομάζουν. Ξέρουν ότι δεν μπορούν να τις φτάσουν και ότι είναι κατώτεροι.

 Οι φασίστες μισούν τη γλώσσα γιατί αισθάνονται αδύναμοι μπροστά στις παρατάξεις των λέξεων, μπροστά στον ατελείωτο στρατό των συνειρμών και των συμπερασμάτων.

 Οι φασίστες μισούν κάθε δημιουργία γιατί είναι ανίκανοι να δημιουργήσουν το οτιδήποτε.

 Οι φασίστες μισούν τη γνώση επειδή τρέμουν τα ερωτήματα. Βαθιά μέσα στον πυρήνα του ο καθένας το ξέρει: «Όποια κι αν είναι η ερώτηση, ο άνθρωπος είναι η απάντηση», όπως έχει πει ο Μπρετόν.

 Οι φασίστες μισούν τις χειρονομίες της παρηγοριάς, της θεραπείας, της συντροφικότητας, της θωπείας, που φέρνουν κοντά τους ανθρώπους, γιατί είναι πλημμυρισμένοι από τον φόβο του άλλου και τους γονατίζει ο θάνατος της μοναξιάς τους.

Οι φασίστες μισούν τη σιωπή γιατί εκεί δεν φτάνει ο τεφρός άνεμος της αγριότητας. Γιατί μέσα εκεί έχουν κρυψώνα και ορμητήριο όλες οι κυνηγημένες ομορφιές, όλες οι κυνηγημένες αρμονίες που αύριο θα ξεχυθούν και θα κατακλύσουν τον κόσμο.

 Οι φασίστες μισούν τις μεγάλες αποστάσεις και τα μεγάλα ταξίδια. Ξέρουν ότι ποτέ δεν θα αξιωθούν να γίνουν «ιδανικοί κι ανάξιοι εραστές των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων». Κι ακόμα πιο πολύ μισούν τις αποστάσεις, επειδή μέσα τους γνωρίζουν πως «το πιο μακρύ, το πιο δύσκολο και το πιο ωραίο ταξίδι, είναι το ταξίδι από τα μάτια του ενός στα μάτια του άλλου». Ο Κωστής Μοσκώφ το έλεγε αυτό.

Οι φασίστες μισούν τους καθρέφτες, γιατί μπορεί κάποτε ένας ξεχασμένος καθρέφτης, από τα βάθη των ματαιώσεων, να τους αντιγυρίσει το βλέμμα. Ξαφνικά. Και τότε το ίδιο τους το μίσος θα τους κεραυνοβολήσει.

 Οι φασίστες μισούν τις ήττες, γιατί μισούν τη δική τους αναπόφευκτη. Ήττα. Γιατί μισούν τις ίδιες τους τις νίκες, γνωρίζοντας πως είναι απλώς ήττες που καθυστέρησαν.

 Οι φασίστες μισούν το φόβο, γιατί ο φόβος είναι όλος δικός τους και έρχεται από παντού. Ο κόσμος είναι υπερβολικά μεγάλος, υπερβολικά και πολύπλοκα γεμάτος ομορφιά, για να τον εξηγήσει το άδειο μίσος του φασισμού.

Οι φασίστες μισούν την αληθινή γενναιότητα που είναι η γενναιότητα και η ύψιστη ευθύνη του ανθρώπινου όντος: το χρέος στην ελεύθερη σκέψη.

 Οι φασίστες μισούν ακόμα και τα ήμερα ζωντανά, γιατί δεν αντιλαμβάνονται την αθωότητα ως αξία, παρά ως απειλή. Μισούν την αθωότητα επειδή τους συνέχει και τους κινεί η αβυσσαλέα τους ενοχή, ενοχή υποτακτικού, μπροστά στο αόρατο, αόριστο, αδιανόητο, γενικό ον που συμπυκνώνει το παν της ισχύος.

 Με μια κουβέντα: οι φασίστες μισούν τους πάντες και τα πάντα, γιατί οι πάντες και τα πάντα τους υπερβαίνουν.

 Αλλά τότε, τι αγαπούν οι φασίστες;

 Τίποτα δεν αγαπούν οι φασίστες. Αυτό το τίποτα που είναι ο θάνατος. Γι’ αυτό σκοτώνουν. Γιατί «ο θάνατος σκοτώνει για να ζήσει». Είναι τόσο κοινότοπο όσο και οι βαριές αρρώστιες. Ο πόλεμος λοιπόν εναντίον κάθε μορφής φασισμού, μικρού ή μεγάλου, έσω ή έξω, χρειάζεται να είναι ασίγαστος. Γιατί ο θάνατος είναι η μόνη ανίατη αρρώστια.