Τελετουργικό

[ Δημήτρης Χριστόπουλος / Ελλάδα / 18.01.18 ]

 Μουσκεμένος μπήκε στο σπίτι. Μαύρος ο ιδρώτας τον φορούσε κατάσαρκα. Ένα χάρτινο κιβώτιο απίθωσε πάνω στο τραπέζι. Η βρύση από το διπλανό δωμάτιο έσερνε ένα μακρόσυρτο μοιρολόι. Ζήτησε πράσινο σαπούνι. Του το δώσαμε.

- Τι λες να έχει μέσα; ρώτησε ο μικρός.

Σήκωσα τους ώμους.

- Αποστολή εξετελέσθη, είπε ο παππούς.

- Εξετελέσθη, εξετελέσθη, είπε κι ο Αργύρης απ’ το μέσα δωμάτιο, κι η φωνή του τρεμούλιασε.

Γύρισε.

Άνοιξε με όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις το χάρτινο κιβώτιο.

Ο ποιητής, εδώ, λέει, έβαλε πρώτα το αριστερό του χέρι, μετά το δεξί, έπιασε απ’ τον καρπό το αριστερό, το σήκωσε ψηλά και μας το έδειξε.

Δεν ξέρω αν έγινε ακριβώς έτσι. Το βιβλίο μούσκεψε και τα γράμματα έλιωσαν.