Οι δημοσκοπήσεις δεν έκαναν το «θαύμα» τους στην Πορτογαλία. Διαψεύστηκαν παταγωδώς. «Θρίλερ δείχνουν οι δημοσκοπήσεις ενόψει των εκλογών της Κυριακής» ήταν ο τίτλος της «Καθημερινής». Τελικά, το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) του Αντόνιο Κόστα, κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στις πορτογαλικές βουλευτικές εκλογές την Κυριακή.
Το μέγεθος αυτής της νίκης «έκπληξη» διέψευσε τις δημοσκοπήσεις, οι οποίες προέβλεπαν «θρίλερ» μεταξύ των Σοσιαλιστών(κεντροαριστερά) και των Σοσιαλδημοκρατών του PSD(δεξιά), αναφέρει το Politico. «Εξεπλάγησαν» λοιπόν οι δημοσκόποι; Όχι ασφαλώς. Απλώς οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιούνται για να διαμορφώνουν το προεκλογικό κλίμα και να επηρεάσουν μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων. Η εργαλειοποίηση των δημοσκοπήσεων και η χρήση τους για τη διαμόρφωση κλίματος φανερώνεται σαφώς στην πρώτη σελίδα της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ»(31.1.2022), που γράφει: Οι εξελίξεις θα κριθούν από «4 κλειδιά»: πανδημία, ακρίβεια, πυρκαγιές, «το κλίμα που θα διαμορφωθεί και τα γκάλοπ»! Τα γκάλοπ, λοιπόν, εκλαμβάνονται ως εργαλεία επηρεασμού του εκλογικού σώματος. Το ομολογούν κυνικά.
Πάντως, στην Πορτογαλία και στην Ευρώπη συνολικά, κάποιοι επιχαίρουν για την άνοδο του ακροδεξιού κόμματος Chega. «Η πολιτική του εδραίωση βάζει τέλος στην πορτογαλική εξαίρεση στην Ευρώπη», σημειώνει η El País. Ποιους άραγε εξυπηρετεί η άνοδος της ακροδεξιάς, που οφείλεται η άνοδός της; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει, πολύ περισσότερο όταν η ακροδεξιά εκκινεί από τις ΗΠΑ.