«Οι Νάρκισσοι πήραν την εξουσία»: Από τον Τραμπ στον Μητσοτάκη
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 16.12.20 ]Το ύφος του είναι καταδήλως αλαζονικό. Καμιά φορά αναζητά με λοξό, παιδικό βλέμμα, την επιδοκιμασία. Όταν θέλει να επιτεθεί, ακολουθεί τον τρόπο του σαρκοφάγου της ζούγκλας: ξεκινάει ακροποδητί, κλιμακώνει την ένταση, επιταχύνει, και ξαφνικά επιτίθεται με όλη του την ενέργεια. Η ένταση της φωνής ανεβαίνει, ώσπου πιάνει το θύμα «από το λαιμό», το χτυπάει κάτω, το ξεσκίζει. Το κοινό της «περφόρμανς» ενθουσιάζεται, σηκώνεται όρθιο, χειροκροτεί με ενθουσιασμό. Η παράσταση πέτυχε, η «συμβολική νίκη» επί του αντιπάλου επιτεύχθηκε. Αυτή η εικονική πραγματικότητα θα γίνει στη συνέχεια πιο πραγματική από την πραγματική, καθώς θα επικυρωθεί ως τέτοια από τα μίντια και πρωτίστως από την τηλοψία. «Όλα πάνε καλά, όλα είναι υπό έλεγχο». Ο οδηγός κρατάει γερά το τιμόνι και το πόπολο ησυχάζει. Έτσι, ζούμε στον καλύτερο δυνατό εικονικό κόσμο. Ζούμε στην εποχή των ψευδαισθήσεων. Μόνο που κάποτε επισυμβαίνουν κάποιες ρηγματώσεις, κάποιες «κακοφωνίες», όπως γράφει η «Καθημερινή»(16/12/2020) και η εικόνα «ραγίζει». Είναι οι «ειδικοί» που αποκαλύπτουν το παιγνίδια της κυβέρνησης. Είναι μία φωτογραφία που δείχνει τους τάφους στη Θεσσαλονίκη. Είναι η φρίκη που βιώνουν οι ασθενείς του κορονοϊού και οι οικείοι τους. Είναι η οργή για την κυβέρνηση, που κάποτε ενδοβάλεται(όπως στον αυτόχειρα επιχειρηματία στο Βόλο) κι άλλοτε εξωστρέφεται, βάζοντας φωτιά στο σύμπαν, γιατί κανείς «δεν έχει τίποτα να χάσει», όπως γράφει Ο Α. Παπαχελάς, σήμερα.
«Οι Νάρκισσοι πήραν την εξουσία»
Κι όμως, η χθεσινή ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή δείχνει ότι ζει στον δικό του κόσμο. Δεν «βλέπει». Για την ακρίβεια, βλέπει ό,τι νάναι, ό,τι τον συμφέρει, όπως γράφει στο βιβλίο της: «Οι Νάρκισσοι πήραν την εξουσία», η ψυχίατρος Marie-France Hirigoyen. Στη Γαλλία, γράφει η ψυχίατρος, «το μεγάλο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης εστιάζεται σε μία ιδιαίτερη μορφή της ναρκισσιστικής παθολογίας, τη ναρκισσιστική παρενόχληση…». Πρόκειται για μία άκρως επικίνδυνη διαταραχή (TPN) καθώς αφορά στην «ηθική παρενόχληση». Πρόκειται ακριβώς γι’ αυτό που έκανε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής εναντίον του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Φίλη, αναφέροντας με απαξιωτικό τρόπο ότι ανήκει σε «ευπαθή ομάδα»(ο βουλευτής είχε σοβαρό πρόβλημα υγείας). «Ναρκισσιστική ηθική παρενόχληση» είναι και το «κυβερνο-μπούλινγκ» (cyberbullying) εναντίον της Έλενας Ακρίτα, που χαρακτηρίστηκε απαξιωτικά μέσω τουίτερ ως «καταθλιπτική» από δημοσιογράφο. Το ίδιο συνέβη με δημοσιογράφο που ειρωνεύθηκε τα χαμένα μαλλιά λόγω χημειοθεραπείας του Γιώργου Κατρούγκαλου.
Βέβαια, ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν ανήκει στην κατηγορία των παθολογικά Νάρκισσων. Μπορεί και ζητάει (ακόμη) συγγνώμη. Τείνει όμως να γίνει. Οι Αμερικανοί ψυχίατροι έχουν δημιουργήσει μία κλίμακα για τον ναρκισσισμό που κυμαίνεται από το 1 έως το 10. Μέχρι το 5, ένα πρόσωπο έχει μειωμένο ναρκισσισμό, που μπορεί να θεωρηθεί νορμάλ. Πέραν αυτού, εισερχόμαστε σε μία παθολογία όλο και βαρύτερη, η οποία μπορεί να φθάσει μέχρι την ψύχωση. Ένας ακραίος ναρκισσισμός μπορεί να φθάσει σε μεγαλομανιακό παραλήρημα. Παθολογικά Νάρκισσος είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Σε αυτόν αφιερώνει το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της η Γαλλίδα ψυχίατρος.
Ο ναρκισσισμός του Ντόναλντ Τραμπ
Τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά της διαταραχής της ναρκισσιστικής προσωπικότητας του Ντ. Τραμπ είναι τα εξής: Έχει ένα αίσθημα μεγαλείου, υπερεκτιμά τις πράξεις και τις ικανότητές του, θέλει να αναγνωρίζεται ως «ανώτερος», χωρίς να έχει κάνει κάτι… Είναι χαμένος στην φαντασίωση των αναρίθμητων υποτιθέμενων επιτυχιών του, στην εξουσία του, στη δόξα του… Βρίσκεται συνεχώς μέσα στην υπερβολή: «Πιστεύω ότι θα γίνω ο πιο μεγάλος δημιουργός θέσεων εργασίας που έχει κάνει ποτέ ο Θεός», είπε! Θεωρεί τον εαυτό του «ειδικό» και μοναδικό καθώς και ότι δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός από εκείνους που δεν είναι «ειδικοί» και «υψηλού επιπέδου». Ακόμα και όταν παρουσιάζεται ως «λαϊκιστής» είναι από τους πιο «μεγάλους». Η πλειονότητα των συνεργατών του είναι «Άριστοι», έχουν «κλας», γεννήθηκαν πλούσιοι, πήγαν στα καλύτερα σχολεία… Στον Τραμπ η έλλειψη ενσυναίσθησης εκδηλώνεται με τον σεξισμό, το ρατσισμό(δέχεται μόνο τους λευκούς χριστιανούς, χαρακτηρίζει τους μουσουλμάνους εν δυνάμει τρομοκράτες) και γενικά περιφρονεί όλους εκείνους που αρνούνται να του πλέξουν το εγκώμιο.
Η αλαζονική του συμπεριφορά είναι μία άμυνα απέναντι στο αίσθημα κατωτερότητας που έχει: «Δεν μπορεί να παραδεχθεί ότι έκανε λάθος. Αλλά, κυρίως, περιφρονεί τη δημοκρατία, γιατί γι’ αυτόν η πραγματική δύναμη είναι το χρήμα». Δίνοντας την εντύπωση ότι είναι σίγουρος για τον εαυτό του, ο Τραμπ είναι ισχυρά χειραγωγήσιμος. Ο ακροδεξιός Στιβ Μπάνον, που για ένα διάστημα ήταν το δεξί χέρι του Τραμπ, χαρακτηρίστηκε από το περιοδικό "Τάιμ" ως «Ο μέγας χειραγωγός». Το δημοσίευμα είχε ως συνέπεια την απόλυση του Μπάνον, καθώς ο Τραμπ δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ήταν «η μαριονέτα» του. Όπως κάθε παθολογικός νάρκισσος με εύθραυστη αυτοεκτίμηση είναι απόλυτα αρνητικός στην κριτική. Κάθε κριτική, πραγματική ή φανταστική, αντιμετωπίζεται ως ένα τραύμα ή μία απόρριψη… Λέει «ότι νάναι» προκειμένου να δικαιολογηθεί, κλείνεται μέσα στα ψεύδη και ρίχνει την ευθύνη στους άλλους. Ο Τραμπ μεταμφιέζει συνεχώς την πραγματικότητα και φτάνει στο σημείο να πείθεται και ο ίδιος ότι αυτό που λέει είναι αλήθεια ή ότι τουλάχιστον θα όφειλε να είναι αλήθεια.
Γιατί ψηφίζουμε τους Νάρκισσους;
Το φαινόμενο των πολιτικών-Νάρκισσων είναι αποτέλεσμα της «ναρκισσιστικοποίησης» της αμερικανικής κοινωνίας και η παθολογία αντανακλά σαν καθρέφτης σ’ ένα σημαντικό κομμάτι των Αμερικανών και πολλών Ευρωπαίων. Αυτό εξηγεί κατά τη γνώμη της M-F Hirigoyen γιατί οι εκλογείς αφήνονται να σαγηνευθούν από έναν άνθρωπο ανοιχτά ρατσιστή, σεξιστή και ικανό να ψεύδεται ανοιχτά(Τραμπ, Μπολσονάρου, Όρμπαν κ.ά.)
Οι συνέπειες του ναρκισσισμού (άλλοι μιλούν για υπερ-ατομικισμό) είναι εμφανείς πλέον παντού. Για να «επιτύχεις» επαγγελματικά ή στην ιδιωτική ζωή, πρέπει να βγεις μπροστά. Αυτό είναι έκδηλο στα ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ και στα τηλερεάλιτι, ή στις οικογένειες όπου τα ζευγάρια είναι όλο και περισσότερο εφήμερα, και πολύ περισσότερο στους εργασιακούς χώρους, όπου υπάρχει όλο και μεγαλύτερη πίεση και μία ψυχική οδύνη συνδεδεμένη με την «ηθική παρενόχληση» και το burn out(«εγκεφαλικό κάψιμο»). Οι κοινωνικοί κανόνες είναι επικεντρωμένοι στο ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ γι’ αυτό διευκολύνουν τη συκοφαντία και τις απάτες, καθώς καθένας οφείλει να κάνει την αυτοπροώθησή του, ακόμα και σε βάρος της αλήθειας, ακόμα και σε βάρος του άλλου, «σκοτώνοντάς» τον συμβολικά, δολοφονώντας τον χαρακτήρα του, δηλαδή την εικόνα του.
Η απάντηση
Το έχουμε ξαναγράψει. Απέναντι σ’ αυτούς τους πολιτικούς και την κουλτούρα του άκρατου ατομικισμού και του παθολογικού ναρκισσισμού του κανιβαλικού καπιταλισμού, η απάντηση είναι η κουλτούρα της συλλογικότητας, του μοιράσματος και της αλληλεγγύης, είναι το παράδειγμα του Χοσέ Μουχίκα, του πάμπτωχου προέδρου της Ουρουγουάης(2010-2015), που δεν έπεσε στην παγίδα της εξουσίας και των συμβόλων της. Έμεινε με το ταπεινό φολκς βάγκεν του, ένα φτωχόσπιτο και τα σκυλιά του, λέγοντάς μας ότι «Μαθαίνουμε περισσότερα από την οδύνη και την μοναξιά παρά από την επιτυχία και την ευημερία […] (και πως) αν δεν προσέξουμε, οι δημοκρατίες θα καταλήξουν να μοιάσουν στις μοναρχίες».