Οι μαέστροι της λογοτεχνίας
[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 18.08.20 ]Δεν φτάνει μια ζωή για να διαβάσεις όλα τα βιβλία της βιβλιοθήκης ή τουλάχιστον για να ξαναπεράσεις μερικά, εκείνα των μεγάλων μαέστρων της γραφής, τους φίλους που χοροπηδούν στα όνειρά σου και ικανούς, με τα έργα τους, να σε προτρέψουν να γράψεις. Ποιοι είναι, στη λογοτεχνία, οι μαέστροι; Είναι εκείνοι που συμπυκνώνουν στο έργο τους όλες τις δυνατότητες της γραφής. Απ’ τη στιγμή λοιπόν που δεν μπορούμε να διαβάσουμε τα πάντα, ας γυρίσουμε στα βιβλία εκείνα που αξίζει να διαβάσουμε περισσότερο από μια φορά. Ένας κριτικός έγραψε κάποτε ότι «η λογοτεχνία είναι η τέχνη να γράψεις ένα βιβλίο που μπορούμε να ξαναδιαβάσουμε».
Πρώτα, φυσικά, απευθύνσου στον Δάντη και τη «Θεία κωμωδία» που με την απαράμιλλη γλώσσα του δείχνει ποιο είναι το Κάντο της ύπαρξης∙ και ξαναδιάβασε τον «Άμλετ», τον «Βασιλιά Ληρ» και τα άλλα θεατρικά του Σέξπιρ που γνωρίζει να περιγράφει κάθε πλευρά της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Ξαναπιάσε τον «Δον Κιχώτη» του Θερβάντες, επιτομή των μύθων και των λογοτεχνικών ειδών (από την εποποιία στη σάτιρα), που μας λέει πώς πρέπει να γράφεται ένα μυθιστόρημα πάνω στην προαιώνια αντιπαράθεση ανάμεσα στην τρέλα και την πραγματικότητα∙ τον «Τρίστραμ Σάντι» του Λόρενς Στερν, ανατροπέα κάθε συμβατικότητας, προάγγελο του αφηγηματικού εμπειρισμού και της πρωτοποριακής γραφής∙ τον «Φάουστ» του Γκαίτε για την παρουσία του διαβόλου, ταχυδακτυλουργού λέξεων, που τοποθετεί την αιώνια νεότητα πέρα απ’ το καλό και το κακό. Διάβασε ξανά τον Ουγκώ που με την «Παναγία των Παρισίων» επιλέγει ένα αποτελεσματικό υλικό αντιπαράθεσης (η αδύνατη σχέση ανάμεσα στην ομορφιά και την παραμόρφωση) για να αφηγηθεί την ιστορία, συγκλονιστική, της Εσμεράλντα και του Κουασιμόδου∙ τον Μπαλζάκ που στην «Ανθρώπινη κωμωδία» διηγείται με ποιο τρόπο οι φιλοδοξίες για πλούτη, δόξα και ηδονή είναι τα αποτελέσματα των ψευδαισθήσεων που ονομάζονται ζωή∙ «Πόλεμος και ειρήνη» του Τολστόι, που μας κάνει να δούμε με ποια μιμητική ικανότητα ένας συγγραφέας μπορεί να κάνει να υποκλιθεί η φανταστική του ύλη στα γεγονότα της Ιστορίας. Μνημειώδης η Νατάσια Ροστόβα: να την ερωτευτείς, αν είσαι έστω και λίγο συναισθηματικός. Το «Μαγικό βουνό» του Τόμας Μαν, πάνω στη διαμάχη ανάμεσα στο πάθος και τη λογική, την αναπηρία και την υγεία, κι ακόμη τη μεταμόρφωση της αγάπης σε σωματική ασθένεια. Μια φράση κλειδί του μυθιστορήματος: «Κάθε αρρώστια είναι μια μεταμόρφωση της αγάπης». Το «Έγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι που τονίζει τις ψυχολογικές ρήσεις του Ρασκόλνικοφ, μικροαστό «υπεράνθρωπο»∙ Η «Μαντάμ Μποβαρύ» που επινοεί τον έρωτα και ονειρεύεται, όπως ο Φλωμπέρ χαμένος μέσα στις όμορφες σελίδες («Η Μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ» ομολογεί ο συγγραφέας∙ προσθέτοντας στο νεκροκρέβατο: «Εγώ πεθαίνω κι αυτή η πουτάνα η Μποβαρύ θα ζει για πάντα»)∙ «Η Δίκη» του Κάφκα πάνω στο παράλογο της γραφειοκρατίας και τις στυγνές διαδικασίες μιας άδικης δικαιοσύνης∙ το «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Σελίν, με μια απελπισμένη φωνή που γίνεται εκκωφαντική γραφή∙ ο τετραπλός, πολυφωνικός μονόλογος, με κάθε μέρος του ν’ αντιστοιχεί στην αφήγηση μιας μέρας, στο «Η βουή και η μανία» του Φώκνερ∙ το μπαρόκ και ο «μαγικός ρεαλισμός» σε τρία «κρυμμένα» αριστουργήματα: «Παράδεισος» του κουβανέζου Λεζάμα Λίμα, «Πέδρο Πάραμο» του μεξικανού Χουάν Ρούλφο και «Μπομάρτσο» του αργεντινού Μανουέλ Μουζίκα Λαϊνέζ, και τη «Συνείδηση του Ζήνωνα» του Ίταλο Σβέβο, με την σιωπηλή παρουσία του Φρόιντ και την εισαγωγή της ψυχανάλυσης στην αφήγηση.
Και να τώρα, ακόμη και πάντα, ο αστείρευτος «Οδυσσέας» του Τζόις, το λογοτεχνικό έργο (θα ήταν ελλιπές να το ορίσουμε μόνο ως μυθιστόρημα, αυτό που σε ένα και μοναδικό έργο περικλείει αφήγηση και δοκίμιο, αλληγορικό εσωτερισμό, φιλοσοφία και ολόκληρη την ανθρώπινη γνώση) που προσπάθησαν να μιμηθούν πολλοί συγγραφείς του 20ου αιώνα και όχι μόνο οι πειραματιστές: ένα σταυροδρόμι από διαφορετικές γλώσσες, λόγιες, διαλέκτους, ελεγειακές, σατιρικές, ερωτικο-πορνογραφικές, ακόμη και θεολογικές, νομικές, επιστημονικές. Το τρανταχτό ύφος που διακόπτεται από επιβλητικά χάσματα, ανάγεται στη μουσική τεχνική της φούγκας. Σ’ αυτό το βιβλίο, μια φαινομενολογία της απόλυτης λογοτεχνικής ελευθερίας, ένα εγχειρίδιο γραφής σε δεκαοκτώ κεφάλαια, ο Τζόις χρησιμοποιεί περίπου τριάντα χιλιάδες διαφορετικές λέξεις, ανεβάζει στη σκηνή εκατόν σαράντα οκτώ πρόσωπα και πραγματεύεται εκατόν τριανταένα θέματα. «Στον Οδυσσέα» –σχολιάζει ο ίδιος- «έγραψα δεκαοκτώ βιβλία σε δεκαοκτώ γλώσσες». Η λογοκρισία χαρακτηρίζει βλάσφημο αυτό το αριστούργημα που επικαλείται τον ουρανό και τη γη και, το 1922, οι ελεγκτικές αρχές λογοκρισίας της Νέας Υόρκης του προετοιμάζουν την … πυρά.
Μην σταματάς τη διαδρομή σου στην ανάγνωση και, ανάμεσα σε έργα μνημειώδη, σταμάτα σ’ εκείνα τα βιβλία που έγιναν, μαζί με άλλα, λαμπερά αστέρια, κληρονομιά ακόμη ανθρώπινη της ανθρωπότητας. Δεν είναι πολλά εκείνα που μπορούμε να προσθέσουμε σ’ αυτά που ήδη μνημονεύσαμε: κι ανάμεσα στους τίτλους που κοσμούν τα ράφια των βιβλιοπωλείων, υπάρχουν και πολύτιμα. Στην πλειάδα των μυθιστοριογράφων, φιλοσόφων, δοκιμιογράφων και κριτικών, επέλεξε εσύ εκείνους που μπορεί να σου ταιριάζουν.
Εκτίμησέ τα, αν αγαπάς την ποιοτική γραφή. Αυτά τα κείμενα δεν ονοματίζουν μόνο τα πράγματα αλλά και ό,τι σ’ αυτά αναγνωρίζεις ως αρμονικό, λαμπρό και συναρπαστικό, κρυφό, αποκλειστικό, μοναδικό, συγκλονιστικό ή καινούριο…: μ’ άλλα λόγια, ούτε δεδομένο ούτε προσβλητικό. Καμία γλώσσα όπως η δική τους –λέει ο Μπόρχες- «μπορεί να προφέρει μια συλλαβή που να μην είναι γεμάτη τρυφερότητα και τρόμο» («Μυθοπλασίες»).
Τρυφερότητα και τρόμος, ουτοπία και πάθος, χαρά και απογοήτευση συλλαβίζουν τα βιβλία των μεγάλων συγγραφέων, των μαέστρων: φτιαγμένα, όπως τα ανθρώπινα όντα, από το σκοτεινό και το απέραντο. Αλλά απ’ το ανθρώπινο επιβιώνει η γραφή: ανακαλώντας την ακαταμάχητη ελευθερία του συγγραφέα, που απευθύνεται μόνο στην ελευθερία του αναγνώστη.
* Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ