Ξαναδιαβάζοντας τον «Μπιντέ»
[ Δημήτρης Χριστόπουλος / Ελλάδα / 04.07.19 ]Αύριο. 47 χρόνια από τον θάνατο του Μάριου Χάκκα. Ξαναδιαβάζω τον «Μπιντέ»:
(…) «Με είχανε βάλει στο ζυγό είκοσι ολόκληρα χρόνια με τη θέλησή μου (αυτό είναι το χειρότερο), για να καταλήξω εδώ μπροστά σε μια σειρά άχρηστα πράγματα, κατά τη γνώμη μου, ή που κι αν είναι χρήσιμα, π' ανάθεμά τα, δεν αξίζουν όσο αυτή η υπόθεση που λέγεται ζωή και νιάτα. Τα καλύτερα χρόνια τα σπατάλησα σαν το μερμήγκι κουβαλώντας και σιάχνοντας αυτό το κωλόσπιτο, οικοδομώντας τελικά αυτόν τον μπιντέ, είκοσι χρόνια μού κατάπιε η καταβόθρα του, κι εγώ τώρα έχω μείνει στυμμένο λεμόνι, σταφιδιασμένο πρόσωπο, για ένα μπιντέ».
Με αυτές τις σκέψεις, πηγαίνω στο παράθυρο ν' αναπνεύσω καθαρό αέρα, ν' ακούσω τον ήχο της πόλης κι εγώ σαν τον ήρωα του Χάκκα. Από παντού ένας παράξενος θόρυβος. Δεν είναι ο γνωστός θόρυβος από τ’ αυτοκίνητα. Άλλου είδους αυτός: Ένα επίμονο ΟΧΙ σκεπάζει κάθε άλλη βοή από κάτι άλλα καζανάκια που -χύνοντας καταρράκτες δακρύων- χαιρετούν την "πρόοδο" και την "ανάπτυξή" μας.