Να «είμαι ο εαυτός μου», αλλά ποιος είναι ο εαυτός μου;
[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Ελλάδα / 17.09.19 ]Ο «εαυτός» είναι ένας από τους αρχαιότερους αφορισμούς της φιλοσοφίας. Υπάρχει όμως κάτι τέτοιο όπως ο εαυτός και, εάν υπάρχει, μπορεί να διερευνηθεί εμπειρικά με επιστημονικές μεθόδους; Οι αντιρεαλιστές αρνούνται την ύπαρξη του εαυτού γιατί γι’ αυτούς είναι μια ψευδαίσθηση, μια μυθοπλασία του νου. Αν δεν υπήρχε κάποιος που να τον αντιλαμβάνεται, δεν θα υπήρχε εαυτός. Η έννοια του εαυτού, στην αφήγηση τους, επινοείται από πολιτιστικές, κοινωνικές και γλωσσικές συμβάσεις. Δεν είναι παρά ένα χρήσιμο εννοιολογικό εργαλείο για την οργάνωση της ανθρώπινης εμπειρίας.
Ο David Hume, σκωτσέζος φιλόσοφος του 18ου αιώνα, παραμένει ο πιο εξέχων αντιρεαλιστής. Προτείνει ότι δεν έχουμε εμπειρία από μια απλή, μεμονωμένη εντύπωση που μπορούμε να ονομάσουμε εαυτό. Στην Πραγματεία της ανθρώπινης φύσης (1740), ο Hume έγραψε: «Ποτέ δεν μπορώ να συλλάβω τον εαυτό μου ανά πάσα στιγμή χωρίς αντίληψη και ποτέ δεν μπορώ να παρατηρήσω τίποτα παρά την αντίληψη». Ο Νίτσε τονίζει ότι αγνοούμε τον εαυτό μας: «Κανένας δεν είναι πιο ξένος προς τον εαυτό του από τον εαυτό του» ( Η Γενεαλογία της Ηθικής).
Ο Daniel Dennett, φιλόσοφος του νου και γνωστικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Tufts στη Μασαχουσέτη, υπερασπίζεται επίσης την αντιρεαλιστική άποψη. Για τον Dennett, κάθε «φυσιολογικό» άτομο του είδους Homo sapiens δημιουργεί έναν εαυτό με την περιγραφή ιστοριών για τον εαυτό του σε άλλους μέσω της γλώσσας. Η τάση για τη δημιουργία εαυτού μέσω της δημιουργίας ιστοριών για τους ανθρώπους, είναι παρόμοια με το πώς οι αράχνες υφαίνουν ιστούς για να προστατεύσουν τον εαυτό τους, λέει. Επειδή ο εαυτός είναι κατασκευασμένος από αφηγήσεις, είναι διαπερατός και ευέλικτος, και λόγω της διαπερατότητας και της ευελιξίας του, δεν μπορεί να επικυρωθεί διυποκειμενικά.
Η εικόνα του Mead για το ανθρώπινο ον ως δρών υποκείμενο διαφέρει ριζικά από τη σύλληψη του ανθρώπου που κυριαρχεί στις τρέχουσες ψυχολογικές και κοινωνικές επιστήμες. Αυτός βλέπει το ανθρώπινο ον σαν οργανισμό που έχει εαυτό. Τόνισε ότι ο άνθρωπος είναι ένα αντικείμενο του εαυτού του και παρουσίασε τον εαυτό ως διαδικασία και όχι ως δομή. Για αυτόν η ανθρώπινη πράξη αποκτά ένα ριζικά διαφορετικό χαρακτήρα ως αποτέλεσμα διαμόρφωσής της μέσα από μια διαδικασία αυτό-αλληλεπίδρασης. Ο Heidegger πάλι, αναγνωρίζει τη δυσκολία της προσέγγισης του αυθεντικού εαυτού την οποία προκαλούν τα κοινωνικά συστήματα και η προσπάθεια υπέρβασης αυτών που οδηγεί στην αυθεντικότητα, είναι και το μεγάλο στοίχημα για κάθε υπαρκτικό υποκείμενο. Ουσιαστικά κατά τον Heidegger, βρισκόμαστε ριγμένοι σε ένα κόσμο προκατασκευασμένο, σε ένα εξωτερικό περιβάλλον που έχει επικαθορίσει το σύνολο των ατομικών μας χαρακτηριστικών και η πορεία προς την αυθεντικότητα σημαίνει υπέρβαση αυτού του εξωτερικού καθορισμού. Για τους ρεαλιστές ο εαυτός υπάρχει. Η φαινομενική εμπειρία της ύπαρξης ενός εαυτού, των αισθήσεων του πόνου και της ευχαρίστησης, του ελέγχου και της πρακτικής σύμφωνα με τις πεποιθήσεις και τις επιθυμίες κάποιου, η αίσθηση του δεσμού με τον φυσικό κόσμο και τον κοινωνικό κόσμο -όλα αυτά δείχνουν την ύπαρξη του εαυτού.
Από τους φιλοσόφους πιο ωραία τα λέει ο ποιητής Walt Whitman στο «Τραγούδι του εαυτού μου»: «Είμαι σύντροφος και συνοδοιπόρος των ανθρώπων, όλοι το ίδιο αθάνατοι και / ανεξήγητοι όπως κι εγώ, / (δεν ξέρουν πόσο αθάνατοι, αλλά εγώ το ξέρω). Και εγώ είμαι ανήμερος, και εγώ είμαι αμετάφραστος. Ξεφωνίζω τη βαρβαρική μου υλακή πάνω από τις σκέπες του κόσμου. Η τελευταία ουριοδρόμηση της μέρας με περιμένει. Εκσφενδονίζει τη μορφή μου στα εναπομείναντα και αληθινά σαν εκείνα στις ισκιωμένες ερημιές. Με παρασύρει στην άχνη και τη σκοτεινιά. Απέρχομαι σαν τον αέρα, τινάζω τα λευκά μαλλιά μου στον δραπέτη ήλιο. Σκορπίζω το σώμα μου στους στροβίλους, και το παρασύρω σε δαντελωτές αιχμές βράχων. Κληροδοτώ τον εαυτό μου στο χώμα να φυτρώσω από τη χλόη που αγαπώ. Αν με θέλεις πάλι, ψάξε με κάτω από τα πέλματα των παπουτσιών σου. Δύσκολα θα μάθεις ποιός είμαι ή τι εννοώ. Αλλά για σένα θα είμαι πλησμονή υγείας παρόλα αυτά. Και θα διυλίζω και θα διεγείρω το αίμα σου. Αν αποτύχεις να με βρεις στην αρχή μην αποθαρρύνεσαι. Αν με χάσεις σε κάποιο σημείο ψάξε σε άλλο. Σταματώ κάπου και σε περιμένω.» (Το τραγούδι του εαυτού μου, μετάφραση: Ζωή Ν. Νικολοπούλου, Εκδόσεις Ηριδανός, 2006)