Ιδού η «τυφλή βία» και ο φασισμός κ. Μητσοτάκη
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 10.07.20 ]Ναι, είναι φασισμός «η τυφλή βία» κ. Μητσοτάκη. Και είναι «τυφλή βία» το πισώπλατο χτύπημα ενός πολίτη από το όργανο «του νόμου και της τάξης» σου. Είναι «τυφλή βία» οι τόνοι χημικών και οι άγριοι ξυλοδαρμοί αδιακρίτως, από τα ΜΑΤωμένα όργανα της τάξης σου. Ναι, είναι φασισμός, κ. πρωθυπουργέ, να αρπάζεις μικρά προσφυγόπουλα δίκην ομήρων για να υποχρεώσεις τις μανάδες τους να μπουν στις αστυνομικές κλούβες. Είναι φασισμός και απανθρωπιά να πετάς στο δρόμο πρόσφυγες και να ξηλώνεις τα παγκάκια της πλατείας για να μην βρουν ν’ ακουμπήσουν οι ξεριζωμένοι. Είναι φασισμός τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μόρια, στην Αμυγδαλέζα και τα κρατητήρια-κολαστήρια στα αστυνομικά τμήματα και την Πέτρου Ράλλη. Είναι φασισμός να εκδικείσαι τον Βασίλη Δημάκη και τώρα τον Αθ. Κυριαζή επειδή θέλουν να ξεφύγουν, να αλλάξουν, να μορφωθούν. Είναι φασισμός η κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων, ο μισός μισθός με ολόκληρη και ανασφάλιστη δουλειά, είναι φασισμός η ανεργία, οι νέοι που συνεχίζουν να ξενιτεύονται για να βρουν εργασία, οι συνταξιούχοι που περιμένουν χρόνια τη σύνταξη και ελπίζουν να την πάρουν πριν πεθάνουν. Είναι υποκρισία να χειροκροτείς τους γιατρούς και τους νοσηλευτές στα δύσκολα και είναι φασισμός όταν δεν τους πληρώνεις τις εφημερίες, ενώ φροντίζεις να «ρουπώσεις» με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ τα φερέφωνά σου.
Είναι φασισμός να πετάς στο δρόμο ηλικιωμένους ανθρώπους και να αποκαλείς «τραμπούκους και δολοφόνους» τους νέους και τις νέες που μπαίνουν μπροστά, που τους συμπαραστέκονται με τον αγώνα, το κορμί και τη ζωή τους, δεχόμενοι τις άγριες και εφ' όρου ζωής τιμωρητικές συνέπειες του αστυνομικό-φασιστικού κράτους σου.
Φασισμός είναι η κατάργηση των πολιτικών δικαιωμάτων και η επί της ουσίας απαγόρευση της διαμαρτυρίας και των διαδηλώσεων.
Ο πιο ακραίος φασισμός, σήμερα, είναι αυτός των κυρίαρχων ελίτ που θέλουν την Ελλάδα και τον κόσμο ένα απέραντο Μπούχενβαλντ, εκεί όπου οι άνθρωποι δεν πέθαιναν στους θαλάμους αερίων αλλά στα καταναγκαστικά έργα. Γιατί είναι φασισμός το πρεκαριάτο, η επισφαλής εργασία, η ουμπεροποιημένη οικονομία και η στρατιωτικοποιημένη κοινωνία. Το είδαμε στη Χιλή, το βλέπουμε στο Χονγκ Κονγκ, στο Παρίσι, παντού. Αυτόν τον φασισμό δεν μπορεί να τον αντιμετωπίσει ο «ηρωισμός της λογικής», τον οποίο επικαλούνταν για την αντίστοιχη κρίση του 1935 ο γερμανός φιλόσοφος Ε. Χούσερλ, αλλά η καρδιά. Και οι νέοι και οι νέες έχουν «καρδιά» και βγαίνουν στους δρόμους, μπαίνουν μπροστά από τα ματ που κάνουν εξώσεις ηλικιωμένων, συμπαραστέκονται στους ξεριζωμένους και τους ανέστιους, στους περιττούς του κανιβαλικού καπιταλιστικού κυρίαρχου μοντέλου, δημιουργούν συλλογικότητες και τις αντιστάσεις του «Εμείς» απέναντι στην ακραία ατομικότητα, τον κακοήθη ναρκισσισμό, την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι για τον άνθρωπο λύκος, αυτό που οι "νεοδεξιοί" του κ. Μητσοτάκη προσπαθούν να επιβάλλουν.
Ο πληθωρισμός από υπερβολικό εαυτό, από υπερδιόγκωση του Εγώ, από υπερσυσσώρευση και υπερκατανάλωση, από άγρια ναρκισσιστική ατομικότητα, που καταλήγει στον αυτισμό και στον αντίστοιχο υπερ-εθνικισμό, είναι το αξιακό πρότυπο της «νέας δεξιάς». Η απάντηση σ’ αυτό το αξιακό μοντέλο είναι μία νέα συλλογικότητα, συνδυασμένη με έναν νέο ουμανισμό και μια νέα αγωνιστική αλληλεγγύη. Αυτή είναι η διαφορά της αριστερής από τη δεξιά αλληλεγγύη. Η πρώτη είναι αγωνιστική και πολιτική, που ανυψώνει τον ταπεινωμένο, ενώ η "δεξιά αλληλεγγύη" είναι εκείνη η ατομική συμπόνια του φιλόπτωχου ταμείου της ενορίας που ταπεινώνει τον λήπτη και διαφθείρει τον δωρητή.
Με άλλα λόγια, ο δημοκρατικός τόπος που ενώνει στον κοινό στόχο της καταπολέμησης της ανεργίας, της πείνας, των πολέμων, που οδηγούν στους ξεριζωμούς, και όλων των άλλων κοινωνικών αδικιών, είναι ο πολιτικός τόπος της κοινής δράσης των προοδευτικών δυνάμεων και των αντιφασιστών, εκεί όπου υφαίνεται πιο αποτελεσματικά το αίσθημα του εαυτού μας με το αίσθημα του άλλου, εκεί όπου εξαλείφεται ο μεγάλος φόβος και ανασυστήνεται ο χαμένος εαυτός, το θρυμματισμένο πρόσωπο του άνεργου, του απόκληρου, του πρόσφυγα, του επισφαλώς εργαζόμενου. Για να υπάρξει, όμως, ο πολιτικός τόπος της κοινής δράσης απαιτείται ένα κοινό πολιτικό πλαίσιο, που θα επιτρέπει τη δημιουργία πραγματικών και διαρκών αποτελεσμάτων και συνεπώς την ολοκλήρωση της «ανθρωπιάς» μας.