Η αλήθεια του καιρού μας
[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 30.03.18 ]Συχνά ακούω να λένε ότι η λογοτεχνία, ή καλύτερα τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα που γράφουν σήμερα οι συγγραφείς μας, δεν «αφηγούνται τη ζωή», αυτά που συμβαίνουν μπροστά στα μάτια μας, στη χώρα μας και στον κόσμο. Και ότι τη ζωή την αφηγούνται καλύτερα οι δημοσιογράφοι γιατί λόγω επαγγελματικής ενασχόλησης, είναι πιο κοντά στα γεγονότα και τα χειρίζονται με την κατάλληλη αντιμετώπιση.
Δεν συμφωνώ γιατί δεν είναι ξεκάθαρο τι σημαίνει να «αφηγείσαι τη ζωή». Πιστεύω ότι σημαίνει να αντιλαμβάνεσαι αμέσως, με κάθε δυνατό τρόπο, τι το σημαντικό βρίσκεται κοντά στην αλήθεια του καιρού μας. Αλλά την αλήθεια του καιρού μας, εκείνη που ενδιαφέρει τη λογοτεχνία, δεν τη βρίσκουμε ποτέ στις σελίδες των εφημερίδων ή στα ρεπορτάζ που στέλνουν οι ειδικοί ανταποκριτές από τις καυτές περιοχές του κόσμου όπου συμβαίνουν τα γεγονότα, οι εμπόλεμες συγκρούσεις, οι γενοκτονίες ή οι επαναστάσεις. Εξάλλου τίποτε δεν γερνάει περισσότερο από την επικαιρότητα που ακολουθούν ασθμαίνοντας. Άλλο είναι το πεδίο της λογοτεχνίας: είναι η διαρκής αναζήτηση ενός παρόντος πιο αληθινού από το παρόν στο οποίο ζούμε, εκείνο που ακουμπά το «νεύρο του καιρού», δηλαδή το πιο ευαίσθητο σημείο του. Είναι αυτού του τύπου η ραβδοσκοπική αναζήτηση στο χώρο της λογοτεχνίας, μια αναζήτηση μέσα από μια άλλη γλώσσα, διαφορετική από εκείνη την αναγκαία για να γράψεις ένα καλό άρθρο, και γι’ αυτό μπορείς να την διαβάσεις μετά από πολλά χρόνια παραμένοντας πάντα ζωντανή και προξενώντας πάντα τις ίδιες συγκινήσεις.
Για να καταστεί αυτό δυνατό είναι αναγκαίο όχι μόνο να έχουμε επίγνωση για τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε, αλλά αυτή η σιγουριά πρέπει να μας οδηγήσει να την τοποθετήσουμε σε ένα οργανωμένο λογοτεχνικό πλαίσιο με τέτοιο τρόπο ώστε να το κάνουμε να αντέχει στο χρόνο∙ σε μια μεταφορά ή σε μια συμβολική δομή που θα έχει τη δυνατότητα να διαρκεί και να εκπέμπει νοήματα. Γι’ αυτό θα έλεγα ότι η ποιότητα μιας αφήγησης είναι η ανεπανάληπτη φόρμα που παίρνει σ’ αυτή η μοναχική (φυσιολογική ή ενστικτώδης) αναζήτηση της αλήθειας του καιρού της. Αυτή η αλήθεια δεν έχει μόνο μια μορφή, αλλά πολλές και μεταβλητές∙ και όχι μόνο στα γεγονότα που συμβαίνουν αλλά ακόμη και σ’ εκείνα τα πιθανά, που δεν συμβαίνουν. Δεν μπορεί να εκφραστεί από καμιά επιστήμη ή ειδικότητα, ούτε μπορεί να οριστεί ούτε να περιγραφεί. Είναι όμως κάτι που υπάρχει, που βρίσκεται στον αέρα, στην οποία όλοι, λίγο ή πολύ, συμμετέχουν, και που αναγνωρίζουν μόνον ύστερα από την αποκάλυψη ενός καλλιτέχνη. Ένας αφηγητής μπορεί να τη συλλάβει με μια λέξη (Η ναυτία του Σαρτρ ή Η πλήξη του Μοράβια) ή μόνο με ένα επίθετο (Ο ξένος του Καμύ) που χρησιμοποιούνται με μια διαφορετική και αποκαλυπτική έννοια. Αν την κοιτά από πολύ κοντά μπορεί και να μην τη δει, αν την κοιτά από πολύ μακριά μπορεί να του προκαλέσει σύγχυση∙ και μπορεί να συμβεί ακόμη και να την συλλάβει χωρίς το αντιληφθεί, βασισμένος πάνω σε μια καλά υπολογισμένη υπόθεση (όπως ο αστρονόμος που ανακαλύπτει ένα άγνωστο μέχρι τότε αστέρι), ή πάνω σε μια νοητική απεικόνιση.
Η Πολιτική, η Ιδεολογία, η Μόδα, η Τηλεόραση, η Διαφήμιση, οι Εφημερίδες, πιστεύουν ότι μας μιλούν για την αλήθεια του καιρού μας, αλλά δεν μπορούν παρά να την χειραγωγήσουν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα. Ό,τι συμβαίνει, ό,τι φαίνεται μέσα από αυτούς τους φακούς, σχεδόν πάντα παραμορφώνεται, ακόμη και στη δομή των φράσεων και την επιλογή των εικόνων. Όποιος καλλιτέχνης, ενστικτωδώς, ψάχνει να διηγηθεί κάτι σχετικό με την αλήθεια του καιρού μας, να ακουμπήσει το «νεύρο του καιρού», πρέπει να κρατιέται μακριά από όλα αυτά και, αν και το γνωρίζει καλά, πρέπει να είναι απροκατάληπτος και ανιδιοτελής.
Αυτή η αλήθεια όταν κρύβεται σ’ ένα έργο, δεν είναι ενδιαφέρουσα, δεν είναι ενδιαφέρουσα γιατί μας αποκαλύπτεται ως τέτοια, ή γιατί είναι μια ακριβής διάγνωση, ή μια προφητεία που επιβεβαιώνεται∙ αλλά γιατί δίνει στο έργο μια άγνωστη ένταση που πριν ήταν ανύπαρκτη, μια δύναμη, ένα μυστήριο, μια καινούρια γλώσσα, που ανυψώνουν την ποιότητα, πολλαπλασιάζουν το νόημα και τις αισθήσεις, με άλλα λόγια συντρέχουν στην επιτυχία του, και ταυτόχρονα αλλάζουν και την αντίληψή μας για τη λογοτεχνία και την πραγματικότητα.
* Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ