Στις 10 Ιουλίου 1873, στις 2 το μεσημέρι, σ' ένα δωμάτιο ξενοδοχείου της οδού Μπρασέρ στις Βρυξέλλες, ο Βερλαίν, 29 ετών τότε, πυροβολεί τον κατά 11 χρόνια νεώτερό του Ρεμπώ.
Μια σφαίρα τραυματίζει τον νεαρό πάνω από την άρθρωση του καρπού. Η άλλη εποστρακίζεται πάνω στο τζάκι και καταλήγει σ' έναν τοίχο.
Tο παιδί –θαύμα της γαλλικής ποίησης και όλων των εποχών, ο Αρθούρος Ρεμπώ, «αυτός ο άθλιος, άκαρδος Ρεμπώ», όπως υπέγραφε, το παιδί με το γαλάζιο βλέμμα που απομυθοποίησε την αστική κοινωνία και ανανέωσε την ποίηση, θα επιβιώσει από τον πυροβολισμό για να γράψει το αριστούργημά του «Μια εποχή στην κόλαση». Με αυτό θα αποχαιρετίσει την ποίηση στοιχειώνοντας με την σιωπή του όσο κανένας άλλος τον ποιητικό χώρο. Μετά περιπλανιέται σε Ευρώπη, Κύπρο και Αφρική δουλεύοντας ως εργάτης, παιδαγωγός, επαίτης, λιμενεργάτης, μισθοφόρος, ναυτικός, εξερευνητής, έμπορος, λαθρέμπορος όπλων, αργυραμοιβός...
Ο ποιητής, κατά τον Ρεμπώ, μπορεί να γίνει «προφήτης» μόνο μέσω μίας «μακράς, απέραντης και λελογισμένης απορρύθμισης όλων των αισθήσεων», υπονομεύοντας συστηματικά την καθιερωμένη και συμβατική λειτουργία τους.
Οι άνθρωποι θα τον θυμούνται εσαεί για την ποίησή του και τον τρόπο με τον οποίο την αντιμετώπισε. Προς τούτο παραθέτουμε μερικά θραύσματά της...:
"Ένα βράδυ, κάθισα την Ομορφιά στα πόδια μου -και τη βρήκα πικρή -και τη βεβήλωσα.
Όρθωσα το ανάστημα μου ενάντια στη δικαιοσύνη.
Τράπηκα σε φυγή. Ω Μάγισσες, Ω Δυστυχία, Ω Μίσος , είναι που σε σας τον θησαυρό μου εμπιστεύθηκα.
Κατάφερα να εξαφανίσω μέσα μου, όλη την ανθρώπινη ελπίδα. Με δρασκέλισμα αθόρυβο, κτήνους βαρύθυμου, έπνιξα κάθε ευχαρίστηση."
............
"Κάλεσα τους δήμιους για να αφανιστώ, μασώντας τις κάνες των όπλων τους. Επικαλέστηκα τους λοιμούς για να με πνίξουν σ’ άμμο και αίμα.
Η Δυστυχία ήταν ο Θεός μου… Στη λάσπη ξάπλωσα στεγνώνοντας τη σάρκα μου με μιαρό αέρα.
Υποδύθηκα τον ανόητο ως του σημείου παραφροσύνης.
Και η άνοιξη μου έφερε το τρομώδες γέλιο ενός ηλίθιου.
Εντούτοις, όταν ήμουν έτοιμος να κοάξω! Σκέφτηκα στα παλαιά συμπόσια να ψάξω το κλειδί, μήπως και βρω ξανά την όρεξη μου."
«’’Κατέγραφα σιωπές, σκοτάδια, αποτύπωνα το άφατο, καθήλωνα ιλίγγους’’. Όλη η προσπάθεια του Ρεμπώ, να σπάσει το φράγμα του ανέκφραστου. Να διαπεράσει το τείχος της σιωπής. Ν’ αρθρώσει κάτι που δεν μπορεί να ειπωθεί με λόγια» σημειώνει ο Πασχάλης. Αυτό λοιπόν για το οποίο πάσχισε ο Βιτγκενστάιν, να αποτυπώσει ό,τι δεν λέγεται με το «δεικνύναι», με τη γλώσσα του σώματος, ο Ρεμπώ θα επιχειρήσει να το εκφράσει με τη Μεταφορά, με την ποίηση. Αλλά πως «να κάνει τη σιωπή να μιλήσει»; Το μάταιο συνειδητοποιείται οδυνηρά. Αλλά και η κατάργηση του Εγώ μέσα από το «Εγώ είναι ο άλλος» δεν πετυχαίνει.
Η εποχή του Ρεμπώ
Η εποχή του Ρεμπώ είναι εκείνη κατά την οποία στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία και συγκεκριμένα στον Μπαλζάκ το συγγραφικό Εγώ είναι ένα προσδιορισμένο «κοινωνικό πρόσωπο», είναι ένα εξ αποστάσεως, αφ’ υψηλού βλέμμα στον κόσμο, που πρέπει να τον δείξει, να τον αφηγηθεί. Συνεπώς εδώ το Εγώ συνοψίζει τα κοινωνικά γεγονότα και τους ασκεί κριτική. Έτσι, η ατομικότητα εκφράζει την ψυχο-κοινωνική ολότητα, το Εμείς. Ο Φλωμπέρ αντίθετα γίνεται ο μάρτυρας του αστισμού αλλά και της ευρωπαϊκής παρακμής, γι’ αυτό σ' αυτόν το Εγώ ασκεί κριτική σε μία κοινωνική ομάδα και προτάσσει την αισθητική, δηλαδή μία μεταγλώσσα ως ασπίδα και άμυνα του Ατόμου κατά της αστικής μάζας και της ανίας. Γενικά, η εκβιομηχάνιση και ο αστισμός θα προκαλέσουν την αντίδραση του ατόμου που αντιστέκεται, που πιστεύει στον εαυτό του. Γι’ αυτό το Εγώ του Μπαλζάκ είναι ένα άτομο προς ενσωμάτωση σ’ ένα Εμείς, ενώ το Εγώ του Φλωμπέρ και του Σταντάλ είναι ένα άτομο που θέλει να ξεφύγει από την άμορφη μάζα του Εμείς. Το Εγώ του Ρεμπώ είναι μπαλζακικό.
Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού η ποίηση θα θαυμάσει το Εγώ που δεν χάνεται σαν την σκόνη του Σαιν Ζυστ και του Ρεμπώ μέσα στους άλλους, αλλά το οποίο περιλαμβάνει όλους τους άλλους. «Είμαι οι «άλλοι», «είμαι», περικλείω το σύμπαν θα διαδηλώσει ο Ουίτμαν. Γι’ αυτό οι στίχοι του Ρεμπώ «Α, οι καιροί να ’ρθουν/ Που όλοι θα ερωτευθούν!» δεν απευθύνονται πλέον στον άλλο, αλλά στον ίδιο τον εαυτό, οδηγώντας στην αυτοαναφορικότητα και τον πληθωρισμό από ναρκισσισμό και υπερβολικό εαυτό.
Τόσο το λογοτεχνικό του έργο, όσο και και η περιπετειώδης ζωή του, διαμόρφωσαν την εικόνα ενός επαναστατικού καλλιτέχνη ή όπως τον αποκάλεσε ο Αλμπέρ Καμύ, ενός «ποιητή της εξέγερσης», αποτελώντας είδωλο των φοιτητών του Μάη του '68, διανοούμενων μουσικών ή ακόμα του κινήματος των ομοφυλόφιλων, εισάγοντας τα ρομαντικά ιδεώδη στον 20ο αιώνα.
Η ποίηση και η σεξουαλική αντισυμβατικότητα του Ρεμπώ ενέπνευσαν διάσημους καλλιτέχνες όπως ο Τζιμ Μόρισον, ο Μπομπ Ντίλαν, ο Τζον Λένον και η Πάτι Σμιθ. Η σχέση Ρεμπώ και Βερλέν μεταφέρθηκε το 1995 στη μεγάλη οθόνη με την ταινία Καταραμένη σχέση (Total eclipse), σε σκηνοθεσία Ανιέσκα Χόλαντ και πρωταγωνιστή τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο. Στη μουσική, ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν μελοποίησε τμήμα των Εκλάμψεων (έργο 18, 1939) σε ένα σύνολο τραγουδιών για σοπράνο ή τενόρο. Στον ελληνικό χώρο, ο Γιώργος Καρράς μαζί με τον Γιάννη Αγγελάκα και άλλους μουσικούς, μελοποίησαν το ποίημα Μια Εποχή Στην Κόλαση στο δίσκο τους Υπέροχο Τίποτα, ενώ ο Θάνος Μικρούτσικος ολοκλήρωσε το1987 την όπερα «Μια εποχή στην κόλαση». To 2015 εκδόθηκε από τον Γαβριηλίδη το θεατρικό με τίτλο "Σαρλβίλ" του συγγραφέα Αχιλλέα Κούμπου με αφορμή τη ζωή του Ρεμπώ.