Τι κρύβεται πίσω από το πείραμα του βασικού εισοδήματος;

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 21.08.20 ]

Ποιος θα το έλεγε ότι η νεοφιλελεύθερη δεξιά θα πρότεινε την ανάγκη παροχής του «βασικού εγγυημένου εισοδήματος;». Το HartzPlus είναι το γερμανικό πρόγραμμα βασικού εισοδήματος, που μελετά πώς αλλάζουν η συμπεριφορά και η στάση των ανθρώπων όταν λαμβάνουν τακτικά χρήματα χωρίς όρους. Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, 120 άτομα, επιλεγμένα ουσιαστικά στην τύχη, θα λαμβάνουν 1.200 ευρώ τον μήνα επί τρία χρόνια. Οι 120 δικαιούχοι του προγράμματος θα παρακολουθούνται συστηματικά και θα τους υποβάλλονται ερωτήσεις. Οι απαντήσεις τους και η στάση τους θα συγκρίνεται με μια ομάδα που δεν θα χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα(Η Καθημερινή 21.8.2020). Πρόκειται για ένα πείραμα κοινωνικού ελέγχου και της επιστροφής του κοινωνικού κράτους που μέχρι πρότινος αποδοκιμάζονταν αποφασιστικά από τις νεοφιλελεύθερες ελίτ. Για ποιον λόγο συμβαίνει άραγε αυτό;

Το κράτος γίνεται το όχημα για τη μετάβαση του καπιταλισμού στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης και της ρομποτικής. Το ίδιο συνέβη και κατά τη βιομηχανική επανάσταση. Η αλλαγή στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας δεν προήλθε από τη διεύθυνση του εργοστασίου αλλά από το κράτος. Αυτό συνέβη με την εισαγωγή του κεϊνσιανισμού  και την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας, που στόχευε στην αναγνώριση της δύναμης της εργασίας και την ταυτόχρονη ενσωμάτωσή της τόσο στη διατήρηση της τάξης όσο και στη δυναμική του καπιταλισμού μέσω της διαχείρισης της «ζήτησης». Έτσι οδηγηθήκαμε στην «κοινωνικοποίηση του κεφαλαίου»(Τ. Νέγκρι), στο μετασχηματισμό της κοινωνίας σε «κοινωνικό εργοστάσιο» και στην εμφάνιση μιας νέας ταξικής σύνθεσης, μέσω του λεγόμενου «κοινωνικού εργάτη»((operaio sociale). Η νέα αυτή σύνθεση εκφράστηκε με μία μορφή πάλης, που ξεπέρασε το εργοστάσιο, αμφισβητώντας όλες τις πλευρές διεύθυνσης της κοινωνίας από το κεφάλαιο. Γι’ αυτό το λόγο το κεφάλαιο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κεϊνσιανή-φορντική μορφή διεύθυνσης και να αναπτύξει νέες μορφές, δηλαδή το νεοφιλελευθερισμό.

Ο νεοφιλελευθερισμός εφάρμοσε την αποκοινωνικοποίηση του κράτους, αλλά και του κεφαλαίου, που μοιάζει να αναπτύσσεται πέραν της ανθρώπινης κοινωνίας. Σήμερα, όμως, εγκαταλείπεται ο νεοφιλελευθερισμός και επιστρέφουμε εκ νέου στην «κοινωνικοποίηση του κράτους» με στόχο την μέσω αυτού μετάβαση στην ψηφιοποίηση και ρομποτικοποίηση της εργασίας.

Η μετάβαση στην εποχή της ρομποτικής

Πριν τι είχαμε; Τη βιομηχανική επανάσταση και πολιτικά την αστική επανάσταση, τον τεϊλορισμό και τη μετάβαση στον ανειδίκευτο, μαζικό εργάτη, που σήμανε μια νέα συνδικαλιστική οργάνωση, νέα γενικά συνδικάτα και μια νέα ιδεολογία. Τώρα έχουμε τη μετάβαση στον εργαζόμενο υψηλής εξειδίκευσης.

Το κεφάλαιο συνεχίζει να εξαρτάται από την εργασία αλλά μόνο ως εργατική δύναμη, την οποία θα βρίσκει πλέον στα ρομπότ-εργάτες και όχι στους ανθρώπους-εργάτες. Οι τελευταίοι εντούτοις είναι αναγκαίοι ως εκφραστές της ζήτησης, ως καταναλωτές, ως αγοραστική δύναμη. Κάθε άνθρωπος-καταναλωτής θα είναι ένα καλειδοσκόπιο επιθυμιών και θα διέπεται από το "αυτοαναλωνόμενο καταναλωτικό πάθος". Γι’ αυτό τα αιτήματα, όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, έχουν υιοθετηθεί πλέον και από το κεφάλαιο με επιτακτικό τρόπο. Έχουμε συνεπώς μετατόπιση από ένα μοντέλο ταξικής σύνθεσης σε ένα άλλο. Από ένα παράδειγμα κυριαρχίας σ’ ένα άλλο. Το κράτος πρέπει τώρα να εγγυηθεί την αλλαγή, διατηρώντας την συνοχή της κοινωνίας των καταναλωτών(με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, τα επιδόματα ανεργίας, αεργίας και την μερική απασχόληση). Σύμφωνα με τους Κλάους Όφε και Βαν Πάριιτζ ένα σχήμα βασικού εισοδήματος χωρίς εισοδηματικά κριτήρια θα μπορούσε να αντικαταστήσει τις γραφειοκρατίες πρόνοιας της βόρειας Ευρώπης με ένα απλούστερο σύστημα, καθώς "Όλοι θα μπορούσαν να αγοράσουν παιδεία, ιατρική περίθαλψη, πενιχρές συντάξεις στην ελεύθερη αγορά". Όμως, προκύπτουν μια σειρά νέα ζητήματα, όπως η βιοαφήγηση, η ταυτότητα, η σύσταση του Εγώ, η αναγνώριση της χρησιμότητας κάθε ανθρώπου(R. Sennet, Η κουλτούρα του νέου καπιταλισμού).  

Η προοπτική μιας σύγκρουσης του μεγάλου πλανητικού πλήθους των «κάτω» με τις παγκόσμιες ελίτ, δηλαδή μια διεθνής πολιτική αντιπαράθεση των «πάνω» και των «κάτω», δεν φαίνεται επί του παρόντος ορατή. Η «παγκοσμιοποίηση των κινημάτων», που έγραφε ο Γάλλος καθηγητής Μπ. Μπαντί, οι αυθόρμητες εξεγέρσεις στη Χιλή, στο Χόνγκ Κονγκ, τη Βαγδάτη, το Παρίσι έχουν «παγώσει» μπροστά σ’ έναν μικροσκοπικό ιό και την παγκόσμια καραντίνα, που αξιοποιείται για νέες μορφές επιτήρησης και ελέγχου. Η πιθανότητα μιας νέας εξέγερσης μπορεί να είναι κατά της επιφανειακής κουλτούρας του "νέου καπιταλισμού", γράφει ο Σέννετ, εναντίον μιας κουλτούρας του ναρκισσισμού των μικρών διαφορών, της κουλτούρας των κοινωνικών, πολιτιστικών, εργασιακών και ερωτικών "μη δεσμεύσεων", εναντίον μιας κοινωνίας που θα μοιάζει με μια πολύχρωμη σκωτσέζικη φούστα καταναλωτικών "αναγκών" και ο άνθρωπος σαν τον χαμαιλέοντα που θα τρελαίνεται γιατί δεν θα ξέρει σε ποιο χρώμα να προσαρμοστεί! 

Όσο για το κεφάλαιο, αυτό θα χρηματοδοτείται εμμέσως από το βασικό εισόδημα, το οποίο θα ενισχύει κάποιους "παίκτες"(Μπέζος, Γκέητς κ.ά.) και θα εξαφανίζει άλλους. Συνεπώς, στο επίπεδο των «πάνω» οι συγκρούσεις θα είναι φοβερές...


[i] ΤΑ ΝΕΑ, Π. Σωτήρης, 30.4.2020

[ii] Homo americanus, 2008

[iii] Η Καθημερινή, 30.4.2020