Ταξίδι με τρένο
[ Αθηνά Παπαργύρη / Ελλάδα / 31.12.22 ]Χρόνια τώρα ονειρευόταν ένα ταξίδι αναψυχής με το τρένο. Να μην είναι απλώς μια μετάβαση σε έναν προορισμό, αλλά μια εμπειρία για κάποιον που δε βιάζεται να φτάσει. Για κάποιον που απολαμβάνει το ίδιο το ταξίδι. Το βαγόνι που είχε εξασφαλίσει σε αρτντεκό στυλ διακοσμημένο, με πολυτελείς λεπτομέρειες, επιλεγμένες ταπετσαρίες και ιδιαίτερο θερμό φωτισμό, ήταν ένα στολίδι που θα ζήλευε και ο πιο πολυταξιδεμένος. Από το παράθυρο θα μπορούσε να απολαύσει κάθε πτυχή του ταξιδιού. Τα χιονισμένα ολόλευκα τοπία με τις πέτρινες, γέφυρες χτισμένες σε τοξωτές καμάρες. Τις ήρεμες λίμνες που αντανακλούν την γαλήνη τους στην καρδιά σου, πίνακες ζωγραφικής με δέντρα, πουλιά και σύννεφα. Τα επιβλητικά κάστρα, που ξυπνούν τη φαντασία ακόμα και του πιο πεζού του πιο στριφνού ανθρώπου, δημιουργώντας τοπία παραμυθένια.
Είχε τόσο κουραστεί από τη μονόχνοτη, πικρά επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα του. Από τη δυστυχία με την οποία ερχόταν αντιμέτωπος μόλις έβγαινε στο δρόμο ή άνοιγε την τηλεόραση. Από το θάνατο που περιτριγυρίζει και ψιθυρίζει με την παγωμένη ανάσα του, χωρίς διάκριση καμιά. Χριστούγεννα αντιλαλούσαν οι καμπάνες, αλλά εκείνος μόνο θλίψη έβλεπε γύρω του. Ένα ταξίδι όμορφο έπρεπε να ήταν η ζωή, αλλά κάπου κι αυτό είχε χαθεί, ή είχε ξεχαστεί, ή πια κανέναν δεν ένοιαζε, κανείς δεν το ονειρευόταν.
Το καμπανάκι του τρένου ήχησε και έφτασε στα αυτιά του σαν μελωδία αέρινη, ορχηστρική. Έδινε το σήμα πως το ταξίδι ξεκινούσε. Μαζί και η ελπίδα του.
«Κύριε, πρέπει να κατεβείτε»
«Μα έχω πληρώσει εισιτήριο»
«Ναι, αλλά το τρενάκι είναι μόνο για παιδιά»
Μα τι ήταν αυτά που του έλεγε αυτός ο εντελώς παράταιρος με το τρένο σταθμάρχης. Τι πάει να πει πως κάνει απλώς ένα γύρο το τρένο, μόνο με παιδιά; Και όλοι αυτοί τριγύρω, τι τον κοιτούν με απορία, περίεργα και τρομαγμένα. Κάποιοι μάλιστα φαίνονταν αγριεμένοι, φώναζαν πως έχουν πληρώσει και βιάζονται. Μήπως εκείνος δεν είχε πληρώσει; Τι με αυτό;
Σηκώθηκε όρθιος, με το κεφάλι ψηλά και το σώμα στητό. Άντλησε θάρρος από τα χρόνια που περίμενε αυτό το ταξίδι, από την εξαντλημένη ανοχή του και με μια
ανάσα φώναξε.
«Κι εμείς που πάψαμε να είμαστε παιδιά, πώς θα καταφέρουμε να περάσουμε ετούτα τα Χριστούγεννα;»
Κανείς δεν αποκρίθηκε. Κανείς δεν είχε την απάντηση.