Ο γελασίνος Δημόκριτος και το γέλιο ως θεραπεία της ψυχής

[ ARTI news / Ελλάδα / 30.07.21 ]

Με το παρωνύμιο «Γελασίνος», επειδή γελούσε συνεχώς, έμεινε στην ιστορία ο φιλόσοφος Δημόκριτος. Σύμφωνα με τα Ψευδεπίγραφα κείμενα του Ιπποκράτη, μια σειρά επιστολών με μυθιστορηματική πλοκή που συντάσσονται, σύμφωνα με τους ειδικούς, την εποχή του Τιβέριου, ο Δημόκριτος στο τέλος της ζωής του, κατηγορήθηκε ότι τρελάθηκε και ότι η τρέλα του ήταν επικίνδυνη για την πόλη του, τα Άβδηρα. Στις επιστολές τίθενται δύο, τουλάχιστον, σημαντικά ερωτήματα: Ποιος είναι ο τρελός και ποιος είναι ο αρμόδιος να το κρίνει;

Σύμφωνα με την «ιστορία» ο Αβδηρίτης βουλευτής Θράσυλλος, μέσω ενός συκοφάντη των Αβδήρων, προσπάθησε να πείσει τη βουλή ότι ο Δημόκριτος, ο «Γελασίνος Αβδηρίτης», ήταν τρελός, επειδή περιγελούσε τους πάντες μ’ ένα παράξενο και ασυγκράτητο γέλιο. Έτσι, ο φιλόσοφος, στο τέλος της ζωής του, θα κλεινόταν σε τρελοκομείο, εάν μερικοί βουλευτές δεν έπειθαν τον πρόεδρο της βουλής, ότι θα ήταν φρονιμότερο, πριν ο Δημόκριτος εγκλεισθεί σε «σκοτεινό οίκημα», να εξετασθεί από τον Ιπποκράτη.

Ο Ιπποκράτης φτάνει στο σπίτι του Δημόκριτου που βρίσκεται κοντά στα τείχη της πόλης και αντικρίζει τον φιλόσοφο. Ο Δημόκριτος καθισμένος στον κήπο του, κάτω από έναν πλάτανο, γράφει ένα έργο περί των αιτίων της μελαγχολίας. Τι γράφεις; τον ρωτάει ο γιατρός. Γράφω για την τρέλα, απαντάει ο... τρελός. Ύστερα από τη σύντομη έκθεση του περιεχομένου της πραγματείας, ο Ιπποκράτης, εκφράζοντας τον θαυμασμό του, συμπληρώνει: Είσαι ευδαίμων, Δημόκριτε, που απολαμβάνεις τόση ηρεμία· σε μένα αυτό δεν επιτρέπεται. Και γιατί, Ιπποκράτη, δεν επιτρέπεται; ρωτάει ο φιλόσοφος. «Γιατί τα κτήματα, το σπίτι, τα παιδιά, τα δάνεια, οι αρρώστιες, οι θάνατοι, οι υπηρέτες, οι γάμοι κι όλα τα υπόλοιπα μου αφαιρούν την ευκαιρία να συμμετέχω στην ηρεμία».

Με την απάντηση αυτή του Ιπποκράτη, ο φιλόσοφος ξεσπάει σε τρανταχτό γέλιο. Γιατί γελάς; τον ρωτάει ο συνομιλητής του. Και τότε ο Δημόκριτος απαντάει: Μ’ ένα μόνο πράγμα γελάω, με τους ανθρώπους που τους λείπει το μυαλό, που τους λείπουν τα ορθά έργα, που είναι νήπιοι στα σχέδιά τους, που υποφέρουν μάταια καταβάλλοντας τεράστιους κόπους χωρίς καμιά ωφέλεια, που τρέχουν στα πέρατα της γης με οδηγό τις άμετρες επιθυμίες τους, που δεν σταματούν ποτέ να κυνηγούν το χρυσάφι, θέλοντας να αποκτήσουν όλο και περισσότερο, ανησυχώντας μήπως και τους λείψει. Άλλοι αγοράζουν σκυλιά, άλλοι αγοράζουν άλογα· σπεύδουν να παντρευτούν γυναίκες που αμέσως στη συνέχεια τις περιφρονούν· ερωτεύονται κι αμέσως μετά μισούν· θέλουν παιδιά και στη συνέχεια τα εγκαταλείπουν. «Σε τι διαφέρει αυτή η κενή και αλόγιστη σπουδή από την τρέλα;» ρωτάει ο Δημόκριτος τον Ιπποκράτη, προτείνοντάς του ένα επικίνδυνο πνευματικό πείραμα. Σκέψου, του λέει, να είχαμε τη δυνατότητα να ξεσκεπάσουμε όλα τα σπίτια και να μπορούσαμε να δούμε, χωρίς κανένα εμπόδιο, τι γίνεται στο εσωτερικό τους. Θα βλέπαμε άλλους να κλαίνε κι άλλους να γελούν· άλλους να τρώνε κι άλλους να πεινούν. Άλλους να βασανίζουν τους οικείους τους, άλλους να παρασκευάζουν δηλητήρια κι άλλους να μηχανεύονται κατηγορίες εναντίον των φίλων τους. Άλλοι συλλέγουν έπιπλα, άλλοι αγάλματα κι άλλοι πίνακες: ο καθένας με την τρέλα του. Αλλά όλοι είναι παράφρονες από ματαιοδοξία: «Θερσίται δ’ εισί του βίου πάντες».

«Γελώ με τους ανθρώπους… Που μετατρέπουν άχρηστα κι άψυχα πράγματα σε πλούτο, που αγοράζουν αγάλματα για ιδιωτική θέα, επενδύοντας όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία, γιατί “φαίνεται ότι το άγαλμα έχει τη λέξη”, αλλά φθονούν εκείνους που μιλούν πραγματικά, και τελικά δεν αγάλλονται. Όταν ζουν σε ξηρά, θέλουν τη θάλασσα και αν ζουν σε νησί λαχταρούν την ξηρά. Γελώ με όσους διαστρεβλώνουν κάθε τι για να δικαιολογήσουν την ακόρεστη επιθυμία τους…», συνέχισε ο Δημόκριτος. Και ακόμη, «Είσαι πραγματικά στενόμυαλος κι απέχεις πολύ απ’ τη σκέψη μου, Ιπποκράτη, αν μέσα στην άγνοιά σου δεν αναζητάς το μέτρο της αταραξίας και της ταραχής… Αν κάποιος ενδιαφέρεται να κάνει τα πάντα σύμφωνα με τις δυνάμεις του, διατηρεί τη ζωή του αδιασάλευτη, γνωρίζοντας σε βάθος τον εαυτό του, δηλαδή κατανοώντας διεξοδικά και καθαρά ποια είναι η σύνθεσή του».

Ο Ιπποκράτης, στο τέλος, λέει στον φιλόσοφο: «Δημόκριτε, ήρθα εδώ σ’ εσένα, για να χορηγήσω ελλέβορο(σ.σ. ναρκωτικό) σε έναν τρελό […] μόλις όμως σε συνάντησα και μιλήσαμε, δε διέγνωσα το έργο της τρέλας, αλλά την ικανότητα ενός ανθρώπου να κατανοεί τα πράγματα σε βάθος […] τώρα κατηγορώ εκείνους τους τρελούς που μ’ έφεραν σ’ εσένα». 

Πολλοί μεταγενέστεροι φιλόσοφοι προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το «γέλιο» του Δημόκριτου. Κάποιοι το είπαν «χαρωπή τρέλα», παραπέμποντας στη «μικρή τρέλα» (την αντίπυρα) του Δον Κιχώτη του Θερβάντες που σώζει από τη μεγάλη τρέλα, ότι ο Δημόκριτος βάζει φωτιά, «καίει» το φαίνεσθαι, και κατοχυρώνει το δικαίωμα να μπορεί να σαρκάζει τις ματαιοδοξίες, να σατιρίζει την αέναη κυκλική «μάχη» των ανθρώπων: γέννηση-συνoυσία-θάνατος. Να λάβεις το γέλιο στη θεραπευτική σου αποσκευή φέρεται να λέει ο Δημόκριτος στον Ιπποκράτη. Στην 23η επιστολή ο φιλόσοφος προσθέτει ότι η σοφία είναι αδελφή της ιατρικής: γιατρεύει τις ψυχές, όπως οι γιατροί τα σώματα.

* Οι ψευδοϊπποκρατικές επιστολές έφθασαν ως εμάς χάρη σε έναν πάπυρο από την Οξύρυγχο της Αιγύπτου (ΙΧ, 1184, 195), ο οποίος χρονολογείται στο 1ο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ., καθώς και στους παπύρους 6934 και 7094 που φυλάσσονται στο Βερολίνο. Ο χρόνος σύνθεσης των επιστολών πρέπει να ανάγεται στην αρχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το αργότερο ως την εποχή του Τιβέριου (14-37 μ.Χ.). Μια πιθανή υπόθεση θεωρεί ως συγγραφέα τους το γιατρό Ξενοφώντα από την Κω. Οι επιστολές 10-24 σχετίζονται αμεσότερα με το Δημόκριτο και τον παρουσιάζουν να υποκρίνεται τον τρελό και τους Αβδηρίτες να καλούν απελπισμένα σε βοήθεια τον Ιπποκράτη, προκειμένου να θεραπεύσει το φιλόσοφο. Στην 10η επιστολή ο δήμος των Αβδηριτών απευθύνεται στον Ιπποκράτη. Η τρέλα του Δημόκριτου παρουσιάζεται ως ένα επικίνδυνο γεγονός που απειλεί ολόκληρη την πόλη. Ο Δημόκριτος περιγελά μέρα και νύχτα τα σπουδαία και τα ασήμαντα, θεωρώντας ότι όλη η ζωή δεν αξίζει τίποτα. Θεραπεύοντας το Δημόκριτο, ο Ιπποκράτης δε θα σώσει έναν μόνο άνθρωπο, αλλά ολόκληρη την πόλη. Στην 11η επιστολή ο Ιπποκράτης απευθύνεται στους Αβδηρίτες και εκφράζει το θαυμασμό του προς αυτούς για το ενδιαφέρον που δείχνουν για έναν τόσο σπουδαίο άνδρα. Τους βεβαιώνει ότι θα σπεύσει στα Άβδηρα να θεραπεύσει το Δημόκριτο, αν και έχει τις αμφιβολίες του για το κατά πόσο ο φιλόσοφος είναι πράγματι άρρωστος. Στη 12η επιστολή, η οποία απευθύνεται σε κάποιον Φιλοποίμενα, κάτοικο των Αβδήρων, ο Ιπποκράτης εκτιμά ότι η ασθένεια του Δημόκριτου δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σύμπτωμα της υπερβολικής του σοφίας. Στη 13η επιστολή, που απευθύνεται σε κάποιον Διονύσιο, εκφράζεται η πεποίθηση του Ιπποκράτη ότι μαζί με το Δημόκριτο ανάγκη θεραπείας έχει και η πόλη των Αβδήρων. Στη 17η επιστολή ο Ιπποκράτης απευθύνεται στο Δαμάγητο και του αναφέρει ότι πράγματι ο Δημόκριτος τελικά δεν ήταν τρελός, αλλά αντίθετα ο Ιπποκράτης κέρδισε σε σοφία από τη συναναστροφή μαζί του. Περιγράφει εκτενώς τη συνομιλία του με το φιλόσοφο και πόσο πολύ ωφελήθηκε απ’ αυτόν. 

ΓΧΠ