Εκδρομές του νηπιαγωγείου

[ Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης / Ελλάδα / 24.11.18 ]

 Τον χειμώνα πηγαίναμε εκδρομή στο γήπεδο, αλλά με το που έπιανε για τα καλά η άνοιξη προτιμούσαμε πάντα τους αγρούς. Μικρά νηπιαγωγάκια, πιασμένα χέρι χέρι με μπλε στολίτσες και άσπρα γιακαδάκια, ανάμεσα στα καταπράσινα σπαρτά, παρέα με ζουζούνια, μέλισσες και ανθισμένες παπαρούνες. Βρίσκαμε μια ανοιχτωσιά για το κολατσιό μας και ξαμολιόμασταν αμέσως στο κυνηγητό, στην μπάλα και κυρίως στο κρυφτό. Ώρες ολόκληρες ανάμεσα στα στάρια, στους θάμνους και στα δέντρα, χωρίς να κουραζόμαστε, ώσπου να μας ξαναφωνάξει πίσω η κυρία μας και να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής.

Αν γράφω τώρα είναι και για να διασώσω κάτι από την ανάμνηση αυτών των παιχνιδιών. Να, ότι είμαι με τους φίλους και τις φίλες μου και παίζουμε κρυφτό. Η καλή μας η κυρία κάθεται κάτω από ένα δέντρο και μας παρακολουθεί χαμογελαστή. Για τις ανάγκες του παιχνιδιού έχω απομακρυνθεί λίγο από τους άλλους. Είμαι καταμεσίς ενός μεγάλου σταροχώραφου με τα στελέχη των φυτών να ξεπερνούν το ύψος μου. Ανοίγω τα χέρια και τα πόδια και πέφτω με την πλάτη πίσω. Ένα φυσικό χαλί προστατεύει την πτώση μου. Νιώθω ναυαγός σε μια πράσινη θάλασσα. Θαρρώ ότι με παίρνει για λίγο, για πολύ λίγο ο ύπνος. Ώσπου ξυπνάω, τρίβω τα μάτια μου, κοιτάω δεξιά και αριστερά απορημένος: άφαντη η κυρία μου, πουθενά οι φίλοι μου.

Με πιάνει ο τρόμος. Ούτε μισή ωρίτσα δεν έχει περάσει ακόμη. Μα πότε πρόλαβαν να ξανθύνουν τόσο γρήγορα τα σπαρτά; Πέρα μακριά ακούγεται ο ήχος από τις πρώτες θεριζοαλωνιστικές. Φοβάμαι.