Αν αγαπάς με την αγάπη του ελεύθερου ανθρώπου...
[ Ειρήνη Παραδεισανού / Ελλάδα / 13.05.20 ]Θυμάμαι ακόμη τον τρόμο μου, όταν συνειδητοποίησα, κάπου εκεί στα δεκατρία μου, πως θα' ρχόταν μια στιγμή που θα έκανα κι εγώ παιδιά και θα γινόμουν μάνα. Τρόμος μαζί με θυμό, έναν θυμό αρχέγονο, του ανθρώπου που νιώθει πως δεν ορίζει το σώμα του. Ένιωθα μέσα μου βαθιά πόσο βαρύ και αβάσταχτο, φορές, είναι το φορτίο αυτό. Το 'βλεπα στα μάτια της δικής μου μάνας, στην κούραση του σώματός της, στα λόγια που έκρυβε να μη βγουν από το στόμα της, κάθε φορά που η απόγνωση την τύλιγε. Το 'βλεπα στα μισόλογα της γιαγιάς μου, που γέννησε εννιά παιδιά, της ζήσανε τα οχτώ, οχτώ καρφιά στο στέρνο, μα κι οχτώ καλά κρυμμένα διαμαντάκια στο μαύρο του ματιού.
Μικρή σαν ήμουν, εξοργιζόμουν με την ιστορία της μάνας που δίνει στον γιο της την καρδιά της να την πάει στην αγαπημένη του κι όταν αυτός σκοντάφτει και πέφτει, η καρδιά μιλάει “Μην έπαθες τίποτα γιόκα μου;”. Ψυχανεμιζόμουν πως η μητρική αγάπη μπορεί να γίνει θηλιά, να πνίξει ό,τι ελεύθερο τρέφει η ψυχή του ανθρώπου.
Δεν ξέρω να υπάρχει δεσμός πιο βαθύς μα και πιο βαρύς απ' αυτός της μάνας με το παιδί. Πώς να ισορροπήσεις ανάμεσα στο σώμα σου και στο σώμα του παιδιού σου που ήταν κομμάτι της σάρκας σου για εννιά μήνες και τώρα το βλέπεις να μεγαλώνει και να πέφτει και να πονά και πονάς κι εσύ μαζί του, τόσο πολύ που δε νιώθεις το σώμα σου και η ψυχή σου μουδιάζει.
Μα, αν αγαπάς αληθινά, οφείλεις να το αφήσεις να σηκωθεί μοναχό του κι ας σκίζεται στα δυο η καρδιά σου κάθε φορά που το βλέπεις να ματώνει.
Αν αγαπάς με την αγάπη του ελεύθερου ανθρώπου, που είναι και μάνα και γυναίκα και άνθρωπος που αγαπά τη ζωή και θέλει να τη βλέπει να βλασταίνει μες στα μάτια των παιδιών της που λάμπουν. Και είναι δύσκολη αυτή η ακροβασία η φορτωμένη με ενοχές και πόνο. Μα έχει και μια γλύκα ανείπωτη. Αρκεί να ξέρεις βαθιά μέσα σου πως τα παιδιά σου δε σου ανήκουν. Ανήκουν στον εαυτό τους και στη χαρά της ζωής που φέγγει στα δυο τους μάτια.