Οπαδικοί στρατοί και ομάδες νεοναζί στο ελληνικό ποδόσφαιρο
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 16.10.19 ]Στη Βουλγαρία τα ρατσιστικά συνθήματα και τα επεισόδια στον ποδοσφαιρικό αγώνα με την εθνική ομάδα της Αγγλίας καθώς και οι στρατιωτικοί χαιρετισμοί των Τούρκων ποδοσφαιριστών στον αγώνα με την Γαλλία, αποδεικνύουν ότι στο ποδόσφαιρο εκκολάπτεται το αυγό του φιδιού του εθνικισμού και του φασισμού.
Θυμίζουμε τους περίπου 50 ναζιστές στο ΟΑΚΑ για την αναμέτρηση της Εθνικής Ελλάδας με την Εσθονία για την έκτη αγωνιστική του Nations League, που σήκωσαν μια ελληνική σημαία με τον μαίανδρο της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της, ενώ σήκωσαν και τη σημαία με τον «Μαύρο Ήλιο» των S.S.
Η γάγγραινα που λέγεται ποδόσφαιρο είναι εδώ, με τους στρατούς χουλιγκάνων, που στην πραγματικότητα είναι στρατοί οικονομικών και μιντιακών παραγόντων, με το No Politica και τα φυτώρια του φασισμού και του εθνικισμού, για το μαύρο…
Αλλά τι είναι αυτό κινητοποιεί ξανά και ξανά όλους αυτούς τους νέους ανθρώπους; Τι είναι αυτό που προκαλεί τις «μάχες», τους μικρούς εμφυλίους με τόση φονική αγριότητα; Απαντήσεις ουσιώδεις δεν μπορούν να υπάρξουν αν δεν ανατρέξει κανείς στην ιστορία του ποδοσφαίρου και την πολιτική κοινωνιολογία του.
Το ποδόσφαιρο είχε ανέκαθεν μία κινητοποιητική και αποδεικτική ικανότητα καθώς σ’ αυτό αντανακλάται ο κοινωνικός ή ο εθνικός ανταγωνισμός αλλά και η αμφισβήτηση των κοινωνικών ιεραρχιών και των συσχετισμών δύναμης. Στην Αγγλία οι ποδοσφαιρικές ομάδες ήταν βασικό σημείο της εργατικής ταυτότητας. Οι σπουδαστές στην Βαρκελώνη θα ιδρύσουν την «Μπάρτσα» η οποία θα καταστεί η σημαία των εθνοτικών διεκδικήσεων των Καταλανών. Οι σταρ της Λάτσιο, Luciano Re Cecconi και Luigi Martini, υποστήριζαν μαχητικά το Movimento Sociale Italiano, ένα νεοφασιστικό κόμμα που ιδρύθηκε το 1946. Στο μεταξύ, οι Fedayn –ομάδα οργανωμένων οπαδών της Ρόμα που ιδρύθηκε τη δεκαετία του ’70–, είναι κομμουνιστές. Σε αυτό το κλίμα, το ντέρμπι Ρόμα-Λάτσιο θα είναι πάντα η πιο πολιτικοποιημένη αναμέτρηση στο ιταλικό ποδόσφαιρο.
Τα παραπάνω φανερώνουν ότι το ποδόσφαιρο κατοπτρίζει την κοινωνία. Όπως λέει και ο Κριστιάν Μπρομπερζέ το ποδόσφαιρο «δεν είναι ούτε όπιο του λαού ούτε νοσταλγία μήτε αρχαϊκή εξανάσταση μήτε ταξική πρακτική... (αλλά) είναι η πολεμική συνύπαρξη αντιθετικών οπτικών», είναι ένα είδος οικουμενικής αναφοράς, ένα από τα σπάνια στοιχεία μιας αρσενικής κουλτούρας, η οποία διαπερνά τις διάφορες περιοχές, τα έθνη, τις γενιές και υπό μία έννοια αποτελεί τον καθρέφτη της κοινωνίας. Μιας πατριαρχικής, αρσενικής κουλτούρας, που με μερικές σταγόνες εθνικισμού και συλλογικού φανατισμού οδηγεί κατευθείαν στη βία και τον φασισμό.
«Οι αθλητές αγωνίζονται παίζοντας, ενώ οι θεατές αγωνίζονται στα σοβαρά» έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο. Όμως ο Έκο διαψεύδεται εν μέρει. Δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για το παιγνίδι από τους θεατές. Για την ακρίβεια από μερίδα τους. «Με ενδιαφέρει μόνο η ατμόσφαιρα του γηπέδου», έλεγε το 2007 o Beppe Rossi, ιδρυτής των Fighters. Ένα δημοφιλές σύνθημα, μάλιστα, στις διάφορες ομάδες ultras λέει: «Στ’ αρχίδια μας το ματς».
Υπάρχουν, επίσης, και οι θεατές-οπαδοί, που η συμμετοχή τους στο παιγνίδι γίνεται στο... μιλητό, στην λεκτική αντιπαράθεση που τροφοδοτείται από τον Τύπο και την Τηλεόραση. Η αθλητική φλυαρία αυτού του είδους έχει όλα τα χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης και μερικές φορές είναι το υποκατάστατό της, οδηγώντας στη λεκτική βία, και η λεκτική βία στην ωμή βία των νεοναζί και όχι μόνο.
Αλλά τι είναι αυτό που μας προκαλεί το ποδόσφαιρο, ένα παιγνίδι, που το παίζουμε βλέποντάς το; Η διέγερση που δημιουργεί το θέαμά του. Αυτή τη συλλογική διέγερση, την τήξη των ατόμων σε Εμείς που ένιωθε ο Κανέτι ακούγοντας τις ιαχές από το στάδιο Πράτερ. Φωνάζοντας και χειρονομώντας ασκούμαστε σωματικά και ψυχικά, εκτονωνόμαστε, μόνο που αυτή η εκτόνωση δεν οδηγεί όπως στους αθλητές σε μια νέα σχέση με το σώμα μας, δηλαδή στον έλεγχο και στην αυτοσυγκράτηση, αλλά στην έξωθεν χειραγώγησή του, στην instrumentum regni. Και όταν χειραγωγείται το σώμα, χειραγωγείται και ο νους. Μη ξεχνάμε ότι στις φασιστικές οργανώσεις οπαδών δοξάζουν την στρατιωτικοποιημένη πειθαρχία, την ιεραρχία, την οπαδική κοινότητα, το μπόντι μπίλντιγκ, τις πολεμικές τέχνες, τις βιταμίνες και τις ουσίες, καθώς και μία σειρά από τελετουργίες, που δημιουργούν έναν τρόπο σκέψης και ζωής, όπου δοξάζεται ως αυταξία η δύναμη και η βία (Δεν είναι τυχαίος ο σωματότυπος των νεοναζί, ούτε ότι συναντώνται, γυμνάζονται και οργανώνονται στα γυμναστήρια). "Σ’ αυτό το έδαφος είναι εύκολο να ευδοκιμήσει ο πατριωτικός σωβινισμός και η εθνικιστική ρητορεία καθώς και οι πρακτικές του πολιτικού εισοδισμού που αποτελούσαν το εργαλείο για την διείσδυση της ακροδεξιάς στην ποδοσφαιρική μικροκοινωνία", λέει ο καθηγητής Γιάννης Ζαϊμάκης.
Το αυγό του φιδιού στο ελληνικό ποδόσφαιρο
Στον Ολυμπιακό, το ποδοσφαιρικό σωματείο που είχε στις τάξεις του τον Νίκο Γόδα, που εκτελέστηκε το Νοέμβριο του 1948 από τους Ναζί φορώντας την ερυθρόλευκη μπλούζα, δεν θα περίμενε κανείς ότι θα εμφανίζονταν ποτέ σύμβολα των Ες Ες στις εξέδρες. Πολλοί θεωρούν μάλιστα ότι πίσω από το σύνθημα No Politica και μέσα στη θύρα 7 υπάρχει μία ισχυρή ομάδα με αναφορές στη Χρυσή Αυγή. Στα διάφορα κόκκινα πανό, υπάρχουν και αυτά με τους κέλτικους σταυρούς, τις σβάστικες και τη νεκροκεφαλή των «SS». Όμως, πρέπει να πούμε ότι υπάρχει και μεγάλος όγκος αντιφασιστών, ο οποίος συνίσταται από νεότερους οπαδούς, τους «ακαμπίτες». Οι τελευταίοι, αναφερόμενοι στο θάνατο του Παύλου Φύσσα, έλεγαν: «Ας ελπίσουμε πως ο θάνατος του αδερφού μας θα καθαρίσει και το αγαπημένο μας πέταλο από τους λίγους νεοναζί που έχουν εμφανιστεί τελευταία, γιατί δεν έχουν καμιά θέση εκεί». Οι οργανωμένοι οπαδοί στη Χρυσή Αυγή προέρχονται κυρίως από τα Μανιάτικα και το Μοσχάτο, ενώ λιγότεροι υποστηρικτές υπάρχουν στο Φάληρο και στη Νίκαια.
Στον Παναθηναϊκό, το κλαμπ του Κολωνού είχε χρυσαυγίτες κάποια περίοδο. Ήταν δίπλα στο μαγαζί με τα στρατιωτικά είδη του Παναγιώταρου, του βουλευτή της Χ.Α., που ήταν στους «Mad Boys» του ΠΑΟ. Η πλειονότητα στον ΠΑΟ, όμως, είναι antifa. Στον ΠΑΟΚ υπάρχουν «Οι Μακεδόνες» με εθνικιστικές τάσεις που τώρα έχουν ενισχυθεί. Είχαν γράψει κάποτε ότι η πρωτεύουσα της Ελλάδας είναι η Κωνσταντινούπολη. Όμως, ο ΠΑΟΚ έχει απήχηση και στον αντιεξουσιαστικό χώρο της Θεσσαλονίκης.
Στο ελληνικό ποδόσφαιρο διακρίνει κανείς καθαρά το αποτύπωμα της πελατειακής δικτύωσης της κοινωνίας. Σωματεία με δορυφορικά σωματεία, παράγοντες εξαρτημένοι, πολιτικοί ηγέτες και ηγετίσκοι που συνδέονται με τα σωματεία, ψηφοφόροι-πελάτες-καταναλωτές, όλοι υπάρχουν εδώ. Σημαντικός παράγοντας σε αυτή τη μικροφυσική της εξουσίας είναι η δύναμη των οπαδών. Οι σύλλογοι επιδιώκουν να μετατρέψουν το πλήθος και το πάθος των οπαδών σε μια καταναλωτική δύναμη απαραίτητη για το brand-name της κάθε εταιρίας αλλά και ως ένα σώμα ψηφοφόρων των πολιτικών τους προστατών.
Βέβαια υπάρχει κι ένα μέρος των συνδέσμων που δεν ελέγχονται από τις ΠΑΕ και τις διοικήσεις τους και δεν λειτουργούν ως πειθήνια όργανά τους. Θυμίζουμε την επίθεση φασιστών της ΑΕΚ εναντίον του Δημ. Στρατούλη και την ανακοίνωση της Original: «Εμείς ως Orisginal 21, ως απόγονοι προσφύγων/μεταναστών και τέλος ως απλοί άνθρωποι, θέλουμε να κάνουμε ξεκάθαρο στα θρασύδειλα σκουλήκια που επιτέθηκαν στον ΑΕΚτζή Στρατούλη ότι είναι ανεπιθύμητοι και πλέον επικηρυγμένοι. Η μεγάλη οικογένεια της ΑΕΚ περιλαμβάνει ανθρώπους χωρίς χρώμα και σύνορα. Οι μισάνθρωποι δεν χωράνε ανάμεσά μας», αναφέρει μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.
Όταν, επίσης, η ΑΕΚ υποδέχτηκε για το Europa League την Ντιναμό Κιέβου και οι χούλιγκαν της Ντιναμό προκάλεσαν επεισόδια στην Αθήνα, οι οπαδοί της ΑΕΚ έδωσαν απάντηση μες στο γήπεδο με αντιναζιστικά πανό και συνθήματα.
«ΑΕΚ θα πει, θα πει, τσακίστε τους ναζί»
Τελικά, όπως έγραφε ο Αρθουρ Χόπκραφτ: «Ο οπαδός του ποδοσφαίρου δεν είναι απλώς ένας θεατής. Το ποδόσφαιρο θέτει σε λειτουργία τον ιδρώτα και τα νεύρα του και μπορεί να κάνει το πνεύμα του πλούσιο ή να το ερημώσει».