Ψυχοσάββατο

[ Δημήτρης Χριστόπουλος / Ελλάδα / 11.02.18 ]

Αγγίζει την παύλα ανάμεσα στις δυο χρονολογίες και νιώθει σαν τον άπιστο Θωμά. Δεκαέξι χρονών ήταν που έχασε τον πατέρα του κι άρχισε το τσιγάρο. Πότε μπάρκαρε, πότε παντρεύτηκε κι έκανε παιδιά… Ψυχοσάββατο. Τα μάρμαρα τού φαίνονται πιο λευκά από κάθε άλλη φορά. Και τα μάτια των δέντρων να σπαργούν. Και το μπλε να μπαίνει στην ψυχή του.

Ο νεαρός με την κουκούλα και τα μαύρα γυαλιά πλησιάζει αθόρυβα τον άντρα που κάθεται σαν τόξο κυρτωμένος δίπλα στον σταυρό. Γύρω στα εξήντα. Με χιόνια στα μαλλιά. Παραμιλά. Και ο αντίχειρας να μπαινοβγαίνει στο στόμα.

«Τσιγάρο;» λέει ο μικρός και βάζει το χέρι στην τσέπη.

«Δεν έχω. Άλλωστε στην ηλικία σου δεν κάνει» τον επιπλήττει ο άλλος.

«Όχι, δεν κατάλαβες. Να σου στρίψω ένα;» επιμένει περισσότερο τούτη τη φορά.

«Τη γυναίκα μου την ενοχλεί ο καπνός. Πάνε χρόνια που το έκοψα». Κι ένας βήχας που τον πνίγει.

Ο μικρός δεν το βάζει κάτω. Ο άλλος διστάζει. Απλώνει το χέρι. Όρκο παίρνει. Κάπου τον έχει ξαναδεί.