«Υπομονή! Θα πήξει το δάκρυ»

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 20.10.19 ]

  Πάνε αρκετές ώρες που είδα το εφιαλτικό βίντεο με την ρατσιστική επίθεση μέσα στο μετρό, από ένα νέο άνθρωπο εναντίον μιας γυναίκας (που έμεινε άναυδη) επειδή το μωράκι της έκλαιγε, και ενοχλήθηκε ο φασίστας, μάλλον επειδή το κλάμα του μωρού δεν ήταν… αρκούντως ελληνικό. Και άρχισε ωρυόμενος τα γνωστά ηλίθια και ανελλήνιστα της βαρβαρότητας, «εδώ είναι Ελλάδα» και τα συναφή. Προσπάθησαν να πουν κάτι ανθρώπινο κάνα δυο επιβάτες, πετάχτηκε προς υποστήριξη του φασίστα και μια ελληνίδα μάνα, κατά δήλωσή της τεσσάρων ελληνοπαίδων, τα οποία προφανώς δεν κλαίνε ποτέ, γιατί το να είσαι ήσυχο μωρό είναι γραμμένο στο DNA του Έλληνα, μαζί με το γονίδιο της νίκης και της υπεροχής έναντι των ξένων που έρχονται να μας εξισλαμίσουν οι εισβολείς, έγινε σχετικός χαμός και το βίντεο σταμάτησε. Αγνοώ τη συνέχεια. Του συγκεκριμένου περιστατικού. Γιατί το σκοτάδι και το μίσος και τον φονικό (είτε φαντασιακό είτε κυριολεκτικό) φόβο αυτών των ανθρώπων καθόλου δεν τον αγνοώ. Ούτε κι εκείνους που συστηματικά τον καλλιεργούν και τον υποδαυλίζουν, για να δρέψουν τον κόπρο της ισχύος.

Είναι η ίδια διαδικασία που οδήγησε κάποιους γονείς στη Σάμο, σ’ αυτό το νησί που και μόνο η ομορφιά του διδάσκει ανθρωπιά, επιείκεια και καρτερία, σ’ αυτό το νησί όπου γνώρισα και αγάπησα έναν από τους πιο ωραίους ανθρώπους –αληθινό κόσμημα της ύπαρξης– που συνάντησα στη ζωή μου, τον Αλέξη Σεβαστάκη, σ’ αυτό το νησί, στη Σάμο λοιπόν, βρέθηκαν γονείς που μήνυσαν μια (αναπληρώτρια μάλιστα) δασκάλα επειδή αγκάλιασε τα προσφυγόπουλα, επειδή θέλησε να έρθουν στο σχολείο. Η μήνυση εκδικάζεται αύριο Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019. Φυσικά βγήκαν ανακοινώσεις συμπαράστασης από το  συνδικαλιστικό όργανο του κλάδου, υπήρξαν εκείνοι που στάθηκαν πλάι της, έγιναν όλα τα γνωστά συμπαρομαρτούντα. Μια κανονικότητα της φρίκης και της εναντίωσης σ’ αυτήν.

Της φρίκης με την ακόρεστη πείνα για θάνατο των άλλων: Με τους επίμονους κηπουρούς του θανάτου και το εύφορο έδαφος στις ψυχές της πιο χαμηλής υποτέλειας, όπου ανθίζει το μίσος που μπορεί στον πυρήνα του να είναι και μίσος για την κατάντια του ίδιου σου του εαυτού. Ένα μίσος που λάμπει σαν μαχαίρι στο σκοτάδι και στήνει ενέδρα στον ανυπεράσπιστο και ξόβεργα στις σπουργιτένιες ψυχές των παιδιών.

Δεν πολεμιέται, λέω, αυτό το σκοτάδι μονάχα με την οργή. Δεν πολεμιέται μονάχα με την αταλάντευτη πράξη συμπαράστασης στους ανυπεράσπιστους και την ανυποχώρητη πράξη εναντίωσης στον φασίστα. Πολεμιέται επιστρατεύοντας όλη την σκευή του ανθρώπου για τα ανθρώπινα, αφού «τίποτα το ανθρώπινο δεν είναι ξένο» στον άνθρωπο. Επομένως, δεν μας εξευτελίζει ένα δάκρυ για την κατάντια εκείνων που εξευτελίζονται από το μίσος για τους αδύναμους. Ίσως με το δάκρυ να καταλάβουμε πιο βαθιά αυτό που συμβαίνει στον διπλανό μας εχθρό. Στον συνεπιβάτη του μετρό, στο γονιό του συμμαθητή του παιδιού μας στο τρυφερό σχολείο. Δεν μας εξευτελίζει η υπομονή και η πίστη πως η ελπίδα δεν πεθαίνει τελευταία, γιατί απλώς δεν πεθαίνει ποτέ, γιατί η γη πάντοτε θα κρέμεται από τα δάκρυα της.

Τίποτα δεν μας εξευτελίζει. Το μόνο που μας εξευτελίζει είναι η κούραση της ικανοποιημένης άγνοιας. Δηλαδή η υποταγή, το να αφήνουμε την ευθύνη της ελευθερίας μας, πάει να πει την ευθύνη του σκέπτεσθαι (και την γενναιότητα του σκέπτεσθαι) σ’ εκείνους «που ξέρουν». Τότε η ελπίδα βγαίνει στην παρανομία.

Συνεπώς ας τους ταράξουμε στην ύπαρξη. Και ας ταραχτούμε και οι ίδιοι.

Ή, όπως έλεγε ο Ε. Χ. Γονατάς, «Υπομονή! Θα πήξει το δάκρυ, θα γίνει νησί».