Το σώμα...

[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Ελλάδα / 30.09.17 ]

Τον επισκέφθηκε ένα βράδυ στο γραφείο του.

-Ντόκτορ! Του είπε.  Ήρθα σε σένα. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για μένα. Και για πρώτη φορά δε θα πουληθώ. Αλλά θα σου πουλήσω το μυαλό του… κόκορα. Νομίζεις ότι αξίζει;

Στεκόταν απέναντι. Ψηλή, δυο μέτρα πόδι, με όλα τα φρούτα στο κορμί. Αυτό, που κάθε βράδυ το υποχρέωναν να στριφογυρίζει γύρω από ένα στύλο. Στην πραγματικότητα, γύρω από τα χάσκοντα  μυαλά κάμποσων  πολιτών της μέρας.

Γιατί όλα αυτά γίνονται μόνο τη νύχτα.

Έτσι, όταν έφυγε αυτή από το γραφείο του, ξεπήδησε το σώμα

Το σώμα (ή, η εξομολόγηση)

Είμαι το σώμα του σφαγμένου κόκορα.

Αυτό που άταχτα χοροπηδάει στην αυλή,

Δίχως κεφάλι.

Σκορπίζοντας το αίμα πιτσιλιές,

Στο πράσινο χορτάρι της αυλής,

Έτσι, λερώνοντας για μια μόνο στιγμή,

Τις υπολήψεις.

Κανείς δε θα νοιαστεί για το κεφάλι μου.

Κεφάλι κόκορα!

Και αλήθεια είναι πως σαν κείνου.

Αδειανό.

Όχι από έγνοια, αλλά από μνήμη.

Ανώφελη για όσους θα σφαχτούνε.

Κάποιος, -γελώντας-, μού ’πε πως τη γλύτωσα,

Σε άλλη ήπειρο, που πιθανά τ’ απίθανα.

Σ’ έσφαξαν αλλά έζησες! Σα σώμα.

Και το κεφάλι μου;

Άχρηστο από γεννησιμιού του.

Στα όρνια, στα γατιά.

Και συ, το σώμα, θέαμα σε τσίρκολο.

Γέμιζες του σφαγέα σου την τσέπη,

Με λεφτά!

Κι ύστερα;

Σε βαρέθηκαν.

Ακέφαλο σε πέταξαν.

Στα όρνια , στα γατιά.

………………………………………………………………………………………………………………

Αλλά ο ντόκτορ, το έψαξε καλύτερα. Και βρήκε ναι! Πως κάπου εκεί, στη Μεγάλη Δύση, κάποιος κόκορας, (δηλαδή το σώμα του), επέζησε για κάποιους μήνες. Ο σφαγέας του με σωληνάκι τροφοδοτούσε τον οργανισμό του… για καιρό! Γιατί; Γιατί και σαν σώμα, του έφερνε λεφτά τριγυρνώντας το στα τσίρκολα.  Ώσπου κι αυτό το βαρέθηκε ο σφαγέας. Εξάλλου πόσο πια ν’ αντέξει ένα ακέφαλο σώμα;

*Από τη συλλογή διηγημάτων μου «Ο ντόκτορ και η Πρωτοβάθμια»