Του Αδάμ Γιαννίκου
Δυο Τετάρτες πριν, στις 13 Ιουνίου, ο βραβευμένος με Πούλιτζερ φωτογράφος του πρακτορείου Getty, Τζον Μουρ, δημοσίευσε στον λογαριασμό του στο Instagram μια φωτογραφία με ένα δίχρονο κορίτσι. Στη φωτογραφία δεν φαινόταν παρά μόνο το πρόσωπο της μικρής που κοιτούσε προς τα πάνω κλαίγοντας, καθώς ο αστυνομικός με τα πλαστικά γάντια έκανε σωματικό έλεγχο στη μητέρα της, προτού οι δυο τους οδηγηθούν στα κρατητήρια της συνοριακής αστυνομίας. Ο βραβευμένος φωτογράφος σχολίαζε πως η πολιτική μηδενικής αντοχής της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στους μετανάστες χωρίς έγγραφα οδηγεί στον χωρισμό των παιδιών από τους γονείς τους όσο εκδικάζονται τα αιτήματά τους για πολιτικό άσυλο· μια διαδικασία που μπορεί να πάρει μήνες ή και χρόνια. «Ως πατέρας μου ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να τραβήξω αυτή τη φωτογραφία. Είναι μια απ’ αυτές που τράβηξα ακολουθώντας τους συνοριοφύλακες στην κοιλάδα του Ρίο Γκράντε στο Τέξας». Ο Μουρ περιέγραψε στο δίκτυο ABC τα όσα έζησε στη συνοριακή πόλη του Μακάλεν. Οι είκοσι μητέρες και τα παιδιά τους συνελήφθησαν αμέσως με το που πέρασαν το ποτάμι νύχτα και «δεν γνώριζαν τι επρόκειτο να τους συμβεί». Οι φωτογραφίες του, που πρωτοδημοσιεύτηκαν στο CNN, δείχνουν τις στιγμές της σύλληψης –μια μητέρα να βγάζει τα κορδόνια της κόρης της υπό το φως των προβολέων, μια άλλη μητέρα με τα χέρια της απλωμένα στο περιπολικό και πίσω της έναν αστυνομικό. Και δείχνουν τις στιγμές από την ώρα που οι μετανάστες βρέθηκαν σε αμερικανικό έδαφος: εξαντλημένοι πατεράδες στη σειρά με τα παιδιά τους, δύο αγόρια μόνα τους πιασμένα χέρι-χέρι να ακολουθούν, ανέκφραστα πρόσωπα δίπλα σε φωτογραφίες ενός λευκού Ιησού.
Ήταν, όμως, η συγκεκριμένη φωτογραφία που προκάλεσε ρίγη συγκίνησης σε όλο τον κόσμο από τη στιγμή που έγινε πρώτο θέμα στα μεγάλα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία λίγες μέρες μετά. Η εικόνα του αναμαλλιασμένου μικρού κοριτσιού με τη κόκκινη ζακέτα και τα κόκκινα παπούτσια αναδείχτηκε ως άλλο ένα σύμβολο του προσφυγικού δράματος –από τα τόσα που εδώ και μερικά χρόνια συσσωρεύονται στη συλλογή των ενοχικών συνειδήσεων της Δύσης. Εν τούτοις, μερικές συνειδήσεις παρέμειναν ήσυχες. Οι υποστηρικτές της μεταναστευτικής πολιτικής του αμερικανού Προέδρου δικαιολόγησαν με ανεκδιήγητο τρόπο τη μηδενική ανοχή, ενώ δεν έλειψαν κι αυτοί που χλεύασαν παρόμοια περιστατικά –όπως έκανε σε ζωντανή μετάδοση στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox ο Κόρεϊ Λεβαντόφσκι, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.
Στην ιστορία της μικρής Γιανέλα Χερνάντεζ από την Ονδούρα. που τα μεσάνυχτα της 12ης Ιουνίου έγινε άθελά της το πρόσωπο της Αμερικής, όλοι είχαν να πουν από κάτι. Από τον Πάπα Φραγκίσκο, ο οποίος δήλωσε τη στήριξή του στους ιερείς που είχαν καταγγείλει τους χωρισμούς ως «ανήθικους», μέχρι τον αμερικανό Υπουργό Δικαιοσύνης που επικαλέστηκε τη Βίβλο περί του αντιθέτου, από τις Πρώτες Κυρίες των ΗΠΑ που δήλωσαν σοκαρισμένες μέχρι δύο πρώην διευθυντές της CIA: τον Τζέιμς Κόμεϊ, που σε συνέντευξή του στο βρετανικό Channel 4 δήλωσε ντροπιασμένος για τη «σιωπή των Ρεπουμπλικάνων» κι ότι ο ίδιος δεν μπορεί βγάλει απ’ το μυαλό του τις φωνές των παιδιών, και τον Μάικλ Χέιντεν, που κατήγγειλε τις ΗΠΑ ως τη «μεγαλύτερη δύναμη αποσταθεροποίησης στον κόσμο», τασσόμενος κι αυτός κατά του χωρισμού των προσφυγόπουλων από τους γονείς τους. Πρωτοστατώντας κατά του Τραμπ το CNN αναδείκνυε συνεχώς θέματα όπως οι συνθήκες κράτησης των προσφυγόπουλων σε φυλακές-κλουβιά. Για «μια νέα πλειοψηφία κατά της σκληρότητας (cruelty)» κάλεσε σε άρθρο της η Washington Post μια μέρα πριν την Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων, ενώ μία μέρα μετά το περιοδικό Time βγήκε με τίτλο «Καλώς ήλθατε στην Αμερική», σε ένα κατακόκκινο εξώφυλλο όπου δέσποζε ο Ντόναλντ Τραμπ έχοντας απέναντί του το μικρό κορίτσι από την Ονδούρα.
Κι ενώ τα αμερικανικά ΜΜΕ καλούσαν τους Αμερικανούς να αναλογιστούν πώς είναι να ζεις στην Κεντρική Αμερική, κανένα δεν θυμήθηκε το ρόλο της Χίλαρι Κλίντον στο πραξικόπημα του 2009 στην Ονδούρα. Η μικρή Γιανέλα δεν είχε καν γεννηθεί τότε. Μοναδική επιλογή για τους ανθρώπους της δέκα χρόνια μετά είναι να διαλέξουν κλουβί. Όπως ίσως κάποια στιγμή διαβάσει στις «Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων» του Ντοστογιέφσκι, ο πολιτισμός μιας χώρας φαίνεται όταν μπαίνεις στις φυλακές της. Στη φωτογραφία του κοριτσιού από την Ονδούρα είναι φυλακισμένη μια ολόκληρη κοινωνία.
Πηγή: «Ενθέματα» της Αυγής, την Κυριακή 24 Ιουνίου 2018