Το καλοκαιράκι του Αη Δημήτρη

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 26.10.20 ]

«Του Αη Δημήτρη ναν το σπίτι μας στρωμένο». Κανόνας απ’ της μάνας μου τη λίστα. Δημήτρης ο πατέρας και στη γιορτή του έπρεπε να ναι τα βάζα στολισμένα με Αηδημητριές  και το σπίτι μας στρωμένο. Να μαζευτούν οι συγγενείς να το γλεντήσουμε.

       Έχω κι εγώ στο σπίτι μου Δημήτρη (δεν θα γινότανε αλλιώτικα) και οι κανόνες απ’ της μάνας μου τη λίστα, εκείνους που νεότερη επιδεικτικά αγνοούσα, όλο κι επιστρέφουν τώρα που ο χρόνος μας πηγαίνει καροτσάκι και τις δυο. Και το καλοκαιράκι το Αη Δημήτρη φαίνεται πιο χλωμό κι από φθινόπωρο, θαρρώ να στρώσω πρέπει από τώρα, κι ας είναι βολικότερο το ξέστρωτο, μ’ ένα σφουγγάρισμα καθάρισες, λαμπίκο. Να καθαρίσω πρέπει απ’ άκρη σ’ άκρη, να κατεβάσω τα χαλιά, να μετακινήσω έπιπλα, να φέρω μες στο σπίτι ζέστα, να περπατάς με τα καλτσάκια και να νιώθεις όμορφα. Να ‘ρθει κι ο Αη Δημήτρης να γιορτάσουμε μαζί μια κι άλλοι δεν θα ρθουνε τώρα με τούτη την κατάσταση των αποστάσεων και της κλεισούρας.

       Έστρωσα το λοιπόν το σπίτι απ’ άκρη σ’ άκρη, μέρες τώρα, με τα χαλιά του, τις φλοκάτες, τα ριχτάρια του. Ζεστό και όμορφο. Κι όπως αποκοιμήθηκα απ’ την κούραση στον καναπέ σαν μέσα σ’ όνειρο άκουγα απαλά ήχο νερού, βροχή απ’ το ταβάνι να πέφτει πάνω μου να με ξυπνά. Να κάνω να σηκωθώ, τα πόδια να ακουμπήσω στα στρωμένα, τα ζεστά χαλιά μου κι εκείνα να βουλιάζουνε στη λάσπη. Τι συμβαίνει; Άνεμος να φυσά, τους τοίχους του σπιτιού να παρασέρνει.

        Κι ήρθε ο Αη Δημήτρης φορτωμένος. Έριξε αμμοχάλικο τη λάσπη να καλύψει και μου στησε ένα αντίσκηνο στο τριανέμι. Σ’ ένα μπουκάλι πλαστικό μάζεψα δάκρυα να βάλω τα καημένα τα χρυσάνθεμα –τις αηδημητρίες- μη μαραθούν  και τώρα ψάχνουμε να βρούμε μια στεγνή γωνιά να το γιορτάσουμε.