Τα κίτρινα φεγγάρια

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 22.01.20 ]

Είναι μια σκηνή στην «κάλπικη λίρα». Όχι, δεν θα σου πω για τη σκηνή της σοφίτας που ο νεαρός ζωγράφος Χορν προσπαθεί σε πίνακα να αποτυπώσει το «σ’ αγαπώ» της Λαμπέτη, ούτε για τον «αόμματο» Φωτόπουλο που χαζεύει, στα μουλωχτά, τη Σπεράντζα Βρανά να φτιάχνει την κάλτσα της. Είναι μια σκηνή λίγων δευτερολέπτων μόνο, στην ταβέρνα. Όταν έχουν τελειώσει τα λεφτά και η πείνα πέφτει ογκώδης και συνθλίβει κάθε αντίσταση κι ο τροφαντούλης, συμπαθέστατος, ταβερνιάρης, θέλει να δει στους τοίχους της ταβέρνας του ένα φεγγάρι κίτρινο σαν κεφαλοτύρι. Κι ο ζωγράφος υποκύπτει «Κίτρινο; Κίτρινο.».

 Σ’ αυτή ακριβώς τη σκηνή είναι που  βλέπεις ότι η ανάγκη κάποτε νικάει και την ήττα αναγνωρίζεις για όλα τα κίτρινα φεγγάρια που ζωγραφίστηκαν και καταλήγεις να ζηλεύεις όλους εκείνους που δεν συνθηκολόγησαν ποτέ γιατί το φεγγάρι δεν ήταν ποτέ του κίτρινο και νιώθεις λίγο και τη μάνα σου που πλάνταξε στο κλάμα σαν είδε το μαύρο σου κουμπί μ’ άσπρη κλωστή ραμμένο.