Σπόροι στην άσφαλτο

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 08.12.19 ]

Μέρες σε παρακολουθώ. Ανησυχώ για σένα. Κάτι στο βλέμμα σου… δεν ξέρω… Σε παρακολουθώ ωστόσο, όσο πιο διακριτικά μπορώ. Με τίποτα δεν θα ρισκάρω τον θυμό σου. Μ’ ένα τετράπαχο σακίδιο να ψάχνεσαι, να ψάχνεις. Στρωτά, τρακτερωτά παπούτσια. Το πιο φθαρμένο τζιν του κόσμου. Πού το φυλούσες τόσα χρόνια; Το σκοτεινό σου φούτερ, τα φωτεινά σου μάτια.

-Μη βγεις. Σε παρακαλώ.

-Θα γυρίσω.

-Μη βγεις.

Βγήκες. Σε πήρα στο κατόπι (αόρατη στη γκρι παραλλαγή μου). Πού να με δεις μέσα στον κόσμο; Και ερημιά να ήταν, πάλι δεν θα μ’ έβλεπες. Τόσο χαμένος στην αποστολή σου. Φωνές και φασαρία. Καπνοί και οδοφράγματα. Στειλιάρια, πέτρες, κράνη, γκλομπ. Η σύλληψη ήταν προληπτική. Να μάθεις κάπου να ανήκεις.  Κατάσχεσαν και το σακίδιο γεμάτο ποιήματα και σπόρους πριν προλάβεις να το απασφαλίσεις. Να ντύσεις  σώματα γυμνά, ψυχές να σπείρεις. Δεν ήξερες πως τα ποιήματα κι οι σπόροι δεν φυτεύονται στην άσφαλτο; Ήξερες, αλλά να… δεν ήθελες να το πιστέψεις.

Δεν γύρισες.

Πού να σε ψάξω τώρα; Χιλή;  Βολιβία; Κολομβία; Χονγκ Κονγκ; Ή στην μικρή πλατεία κάτω από το σπίτι;