«Σε πλησιάζω μωρέ»

[ Γιάννα Κουκά / Ελλάδα / 20.08.19 ]

Ο ποιητής των Εξαρχείων γεννήθηκε σαν σήμερα. Ο Νικόλας που αναζητούσε κροκανθρώπους. Ο Νικόλας ο μπαγάσας, ο τρελός των Εξαρχείων. Ο Νικόλας που πείραζε την Κατερίνα Γώγου λέγοντας της «Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου».

Στη φωτογραφία με την κόρη του, τη Νιουνιού. Παρατσούκλι ήταν. Την έβγαλαν έτσι στα Εξάρχεια. Όταν πεινούσε στην πλατεία κι ήθελε το γάλα της φώναζε ΝΟΥΝΟΥ. Έτσι της το κόλλησαν. Η Νιουνιού. Η κόρη του Νικόλα, του Νικόλα που έγραψε τους πιο όμορφους στίχους του κόσμου: "Ξέρουμε πως είναι ψέμα μα ας γίνουμε τα δυο μας ένα να σ' αγκαλιάσω να μ' αγκαλιάσεις να ξεγελιέσαι να ξεγελιέμαι να σ' αγαπήσω να μ' αγαπήσεις έστω για λίγο για τοσοδούλι".

«Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θ' ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θα 'μαι πια εγώ. Θα 'ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τη χρησιμοποιούν μετά το θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν. Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες. Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ. Είναι καλύτερο ν' αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με τη φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γελοίο. Κι ας μου φαινόταν γελοίο». 
Ο Νικόλας ο Άσιμος γεννήθηκε σαν σήμερα. Ντούκου ντούκου οι γραφομηχανές μας, Νικόλα, ντούκου ντούκου.

Venceremos, Νικόλα, venceremos. 
Κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, venceremos.

"Δε πα να μας χτυπάν με όλμους και κανόνια
Δεν πα να μας χαλάν τα πιο όμορφά μας χρόνια 
Θα βάλουμε μπροστά τη μαύρη και την κόκκινη σημαία 
Για μας, για μια ζωή πιο λεύτερη πιο νέα."