Σαν πειραγμένη σακαράκα

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 28.12.19 ]

Έλα, έλα σε μένα. Τελειώνει η χρονιά, ίσα που προλαβαίνεις. Έλα να φτιάξουμε αναμνήσεις να ‘χουνε τα παιδιά να νοσταλγούν κοιτώντας τις φωτογραφίες. Έλα τελειώνει η χρονιά, ξέχνα τα όλα. Θα μηδενίσουμε το κοντέρ, να ξαναρχίσει απ’ την αρχή, σαν πειραγμένη σακαράκα. Τι σε νοιάζει που δεν έχει χιόνι, θα σου το φτιάξω εγώ με λίγα ευρώ και δίχως να κρυώσεις. Θα σου ‘χω και χριστουγεννιάτικα τραγούδια και κάλαντα και τρίγωνα και ποπιές, ό,τι σου κάνει κέφι. Και σιντριβάνια σοκολάτας να σου τρέχουνε τα σάλια, ζαχαρωτά, μελομακάρονα και κουραμπιέδες να μη σου μείνει ούτε δόντι. Κι αγιο-Βασίληδες ένα σωρό για να διαλέξεις ποιος σου πάει, με ποιον θα βγάλεις τα παιδιά φωτογραφία, να την ποστάρεις ύστερα να ξέρουνε κι οι άλλοι πως τα κατάφερες και φέτος. Αρκεί να σου ‘δωσαν το δώρο στη δουλειά. Αν σε έβαλαν να το εισπράξεις απ’ την Τράπεζα και μετά να το γυρίσεις πίσω, ξέχασέ το, πήγαινε απλά στο σούπερ-μάρκετ και μην απλώνεσαι. Αν όμως το ‘χεις παντελονιασμένο, έλα μη χάνεις χρόνο. Γιατί δουλεύεις άλλωστε; Να μην ξεχνάμε τα σημαντικά. Γι’ αυτό είμαι εγώ εδώ να στα θυμίζω. Γι’ αυτό και όλα τούτα τα φωτάκια κι οι φανταχτερές κορδέλες κι οι μουσικές και οι μυρωδιές και τα πακέτα μου τα ωραία τυλιγμένα με πολύχρωμα χαρτιά απ’ έξω κι απογοήτευση από μέσα. Έλα η ζωή κυλάει σαν το νερό. Καινούργιος χρόνος έρχεται, ας πάει στα τσακίδια ο παλιός. Το δώρο μόνο κοίταξε να φέρεις, αλλιώς αρκέσου στο οφθαλμόλουτρο, πράγμα που δεν σου συνιστώ. Κανέναν απ’ τους δυο δεν βοηθά. Κι εσύ θα νιώθεις άσχημα και εγώ πώς να πουλήσω την πραμάτεια με τη θλιμμένη μούρη σου στο κάδρο.

Κάποιος μ’ αρπάζει από τη μέση, με στροβιλίζει μέσα στα φωτάκια και στο ψευδοχιόνι που χορεύει υπό τους ήχους του “let it snow”. Με φιλά στο στόμα ενώ τα πόδια μου αιωρούνται μισό μέτρο από το έδαφος (ντερέκι ο Αι-Βασίλης). Συνέρχομαι καθώς μ’ αφήνει να πατήσω χάμω. Ευτυχισμένη γείωση, θρίαμβος της βαρύτητας.

-Τι χρωστάω;

-Μετρητά ή κάρτα;