Οι κλειστές πόρτες του Σαρτρ
[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 20.06.19 ]Ενώ διάβαζα την κωμωδία Κεκλεισμένων των θυρών του Σαρτρ έκανα κάποιες παρατηρήσεις. Οι τρεις πρωταγωνιστές που τυραννιόνται στην υπαρξιακή τους κόλαση, κατάλληλα διακοσμημένη με λίγα έπιπλα και πολύ φιλοσοφία από τον Σαρτρ, προσπαθούν να εξηγήσουν πώς κατέληξαν εκεί, σ’ εκείνον τον απαίσιο τόπο χωρίς διέξοδο, και αφήνονται σ’ ένα είδος παιχνιδιού της αλήθειας βγάζοντας στην επιφάνεια το παρελθόν τους και τα λάθη που έκαναν όταν ήταν ακόμη ζωντανοί.
Αρχίζει ο Γκαρσίν, ένας ειρηνιστής δημοσιογράφος και συγγραφέας, που γεννήθηκε και έζησε στο Ρίο. Με την έναρξη του πολέμου, λιποτακτεί, ανεβαίνει σ’ ένα τρένο για την Πόλη του Μεξικού, στα σύνορα συλλαμβάνεται και εκτελείται. Ο Γκαρσίν βρίσκεται στην κόλαση κι αναρωτιέται αν υπήρξε ένα δειλός που το έσκασε (όπως λένε οι συνάδελφοί του στην εφημερίδα) ή ένας ήρωας (όπως ο ίδιος πιστεύει). Τους λόγους για να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά του τους γνωρίζει, αλλά οι λόγοι του είναι οι αληθινοί λόγοι, ή οι αληθινοί λόγοι είναι εκείνοι που του προσάπτουν οι άλλοι λόγω της φυγής από το φόβο να πολεμήσει; Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ο Γκαρσίν βρίσκεται στην κόλαση είναι πιο προσωπικός, το αναγνωρίζει ο ίδιος όταν θυμάται τα βασανιστήρια τα οποία επιβάλλει στη γυναίκα του με τις συνεχείς του απιστίες.
Ο δεύτερος πρωταγωνιστής είναι η Ίνες, μια κακιά λεσβία που ερωτεύεται τη γυναίκα του ξαδέλφου της∙ ενός άξεστου που κάνει θόρυβο στο τραπέζι φυσώντας τη μύτη του. Η γυναίκα του είναι αηδιασμένη, ο σύζυγος υποφέρει γι’ αυτό και γίνεται θύμα ατυχήματος κάτω από τις ρόδες του τραμ. Μετά το θάνατό του οι δυο γυναίκες ζούνε μαζί, αλλά η Ίνες αντί να χαρεί τη συντροφιά της φίλης, δεν έκανε τίποτε άλλο από το να επαναλαμβάνει σαδιστικά ότι αυτές σκότωσαν τον σύζυγο. Στο τέλος η άλλη, μη αντέχοντας αυτή την κατάσταση, ανοίγει το γκάζι και πεθαίνουν και οι δύο.
Ο τρίτος πρωταγωνιστής είναι η Εστέλ, μια σνομπ, πολύ όμορφη, πολύ ξανθιά και πολύ σικ. Η ζωή της είναι ένα ατέλειωτο ρομάντζο. Νεότατη παντρεύεται έναν ζάπλουτο γέρο. Γιατί; Γιατί έχει έναν αδελφό πολύ άρρωστο και δεν έχει τα μέσα για να τον φροντίσει. Την Εστέλ ερωτεύεται ένας χορευτής που θέλει οπωσδήποτε έναν γιο, τόσο που την καθιστά έγκυο, κι αυτή για να κρύψει την εγκυμοσύνη της από τον σύζυγο φεύγει για την Ελβετία και γεννά ένα κοριτσάκι. Ο χορευτής είναι πανευτυχής, αντίθετα αυτή σκέφτεται τις αντιδράσεις και την υπόληψή της. Τότε τι κάνει; Μια μέρα παίρνει μια μεγάλη πέτρα, δένει τη νεογέννητη και ρίχνει την πέτρα με το παιδί από το μπαλκόνι στη λίμνη. Ο χορευτής παρακολουθεί όλες αυτές τις διαδικασίες χωρίς να παρεμβαίνει, και στο τέλος με ένα πιστόλι τινάζει τα μυαλά του στον αέρα. Όλο αυτό το διάστημα ο σύζυγος της Εστέλ δεν έχει καμιά διάθεση να δει τι κάνει η γυναίκα του στην Ελβετία. Ούτε η ελβετική αστυνομία σκέφτεται να ερευνήσει το γεγονός. Η Εστέλ επιστρέφει στο σύζυγό της και πεθαίνει στο κρεβάτι της από μια απλή πνευμονία.
Αυτές είναι, πάνω κάτω, οι ιστορίες των τριών κολασμένων που μας διηγείται ο Σαρτρ. Και όπως θα έλεγε και ο Όσκαρ Ουάιλντ: «Θα πρέπει να έχεις οπωσδήποτε μια καρδιά από πέτρα για να μην γελάσεις με τις συμφορές τους!».
Στην κλειστή, κλειστοφοβική αστική κόλαση του Σαρτρ, περισσότερο από τους πρωταγωνιστές και τις ιστορίες τους μιλάνε οι ιδέες τους, οι ιδέες του Σαρτρ. Μπαίνουν στη σκηνή, με θεατρικό τρόπο, όλα τα κλασικά θέματα του γαλλικού υπαρξισμού της δεκαετίας του ’50, με αποκορύφωση την κραυγή που είναι ένα αληθινό coup de thèâtre: «Η κόλαση είναι οι Άλλοι». Και ενώ οι πρωταγωνιστές διηγούνται τις άλλοτε αστείες και άλλοτε σοβαρές περιπέτειές τους, αυτές περνάνε σε δεύτερη μοίρα, γίνονται καθημερινότητα, όπως τις διαβάζουμε με αδιαφορία στις εφημερίδες, είναι «η ζωή». Μετράνε μόνο οι ιδέες, το φιλοσοφικό περιτύλιγμα που τις καλύπτει. Δεν είναι η πλοκή στην οποία εμπλέκονται, αλλά η κατάσταση των πρωταγωνιστών.
Ποιο είναι όμως το νόημα που θέλει να δώσει ο Σαρτρ στην κωμωδία του όταν την έγραφε, στο μακρινό 1945; Επειδή είναι γνωστό ότι ο Σαρτρ δεν πιστεύει ούτε στην κόλαση ούτε σε κανένα άλλο υπερπέραν, η κόλαση δεν είναι άλλο από μια αναπαράσταση της ζωής, ενός κάποιου τύπου ζωής. Ποιας ζωής; Εκείνης των ζωντανών νεκρών. Και ποιοι είναι για τον Σαρτρ οι ζωντανοί νεκροί; Εκείνοι που είναι ξεκομμένοι από τον κόσμο της Ιστορίας, από τον κόσμο όλων των άλλων, και λόγω της λανθάνουσας συνείδησής τους καταλήγουν σε μια νεκρική κατάσταση χωρίς ούτε να το καταλάβουν.
Πώς θα μπορούσαν να βγουν από αυτή την κατάσταση; Θα μπορούσαν να βγουν μόνο αν δεν ήταν ζωντανοί-νεκροί, μόνο αν κατάφερναν να συνειδητοποιήσουν για τις πραγματικές καταστάσεις της ύπαρξής τους σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, και αποκτώντας συνείδηση να πράξουν ανάλογα. Με πράξεις που στοχεύουν στο να αλλάξουν την κατάστασή τους των ζωντανών νεκρών, δηλαδή αν έψαχναν την ελευθερία. Κι αυτό ακριβώς είναι το μήνυμα της κωμωδίας του Σαρτρ: η αναγκαιότητα αδιάκοπης αναζήτησης της ελευθερίας.
*Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ