Να γράφουμε, να κρίνουμε, είναι χρέος
[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 29.12.22 ]Είναι, μάλλον, από τα κοινώς παραδεκτά ότι η πολιτική ζύμωση, που συντελούνταν εντός των κοινωνιών με όρους κυρίως ταξικούς, αντικαταστάθηκε από τη λογική της τεχνοκρατικής διαχείρισης των αντιθέσεων. Κοινώς παραδεκτό είναι, επίσης, ότι οι λεγόμενες παραδοσιακές μορφές πολιτικής συγκρότησης, δηλαδή τα κόμματα, αλλάζουν μορφή: από το «Φόρτσα Ιτάλια» του Μπερλουσκόνι έως το «κόμμα» του Μακρόν, «μια αυτοαναπαραγόμενη εσωτερική ολιγαρχία, απομακρυσμένη από την κινηματική της βάση» (Κόλιν Κράους) χαράσσει πολιτικές με «ειδικούς», τεχνοκράτες, περσόνες της αγοράς κ.ο.κ., δίχως να λογαριάζει πια τις ταξικές και τις άλλες αντιθέσεις.
Οι ζημιωμένοι/ες της νέας συγκρότησης είναι τα λαϊκά στρώματα αφού εκτοπίζονται από το προσκήνιο: ο μέσος άνθρωπος αν, σε άλλες εποχές μπορούσε να δει τον εαυτό του στη συλλογικότητα των συνδικάτων, επί παραδείγματι, τώρα τούτο θεωρείται μια γραφική πλέον ιστορία. Οι από καιρό καταργημένες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας δεν απαιτούν κανένα συλλογικό διαπραγματευτικό διάλογο (συνδικάτα, επαγγελματικές ενώσεις – κεφάλαιο, εργοδοσία κ.ά.). Η μοναξιά έγινε έτσι το απαραίτητο συνοδευτικό της αλλοτρίωσης των εργατών και των εργατριών.
Αλλά ο άνθρωπος παραμένει κοινωνικό ζώο. Η συστημική προπαγάνδα μπορεί να του στερεί προσωρινά τη δυνατότητα να επανασυγκροτηθεί ταξικά και να παρεμβαίνει μαζικά, η τεχνολογία, όμως, δίνει τη δυνατότητα –μέχρι να καταστεί επικίνδυνη για τους από πάνω και να την στερήσει- να παρεμβαίνει κατά μόνας. Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, αποτελέσματα της «ανοιχτής κοινωνίας», γίνονται ο μεγάλος καμβάς στον οποίο γράφεται μια, έστω, πλευρά της ιστορίας των μαζών. Η κατέχουσα πληκτρολόγιο μπορεί να παρεμβαίνει. Να κρίνει. Να ελέγχει. Να επιβραβεύει. Να αυτοοργανώνεται. Να αντιδρά. Να συνδιαλέγεται. Να δημιουργεί κινήματα. Και, όπως λένε οι επικριτές, να γκρινιάζει.
Είναι, όμως, γκρίνια; Καταφανώς όχι. Είναι η αγωνία των πολιτικών υπάρξεων να συνεχίσουν να υπάρχουν πολιτικά την ώρα που αλλάζουν οι όροι της πολιτικής: οι συλλογικότητες εξαφανίζονται αφού υπόκεινται σε πολυδιασπάσεις – αποτελέσματα προπαγάνδας, οι δημοκρατικές διαδικασίες θεωρούνται, υπό την πίεση των «γρήγορων» αποφάσεων, γραφειοκρατικά απολιθώματα, ο έλεγχος στα κέντρα λήψης αποφάσεων γίνεται «βαρίδι» στο δρόμο για την εξουσία.
Αλλά, να γράφεις την, όπως ειρωνικά λέγεται, «αποψάρα» σου στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αποτελεί χρέος. Χρέος κάθε ενεργού ανθρώπου, που επιμένει να διατηρεί τα δικαιώματα του/ης πολίτη/ισσας, χρέος της καθεμιάς και του καθενός που αντιλαμβάνονται εαυτούς ως υποκείμενα που διαμορφώνουν, ξανά και ξανά, την ιστορία. Τη δική τους, των κομμάτων στα οποία ανήκουν, των χωρών στις οποίες διαμένουν. Είναι η ελευθερία του λόγου, η δημοκρατία, στην πράξη. Σε μια συνθήκη ολωσδιόλου ασφυκτική, όπου οι κάθε λογής εξουσίες σπανίως ελέγχονται, σε μια συνθήκη όπου όταν ο έλεγχος συμβεί, θεωρείται όχι πολιτικό αυτονόητο αλλά πράξη εχθρική.
Στην Αριστερά, να μιλούμε, να γράφουμε, να κρίνουμε είναι πλούτος. Πλούτος που αν, εκβιαζόμενοι/ες από τον συστημικό συρμό, απωλέσουμε, κινδυνεύουμε να απωλέσουμε το πιο σημαντικό: την ίδια τη συνείδησή μας.