Μηχανικές βλάβες
[ Νίκος Προσκεφαλάς / Ελλάδα / 05.02.20 ]Το παρατηρούσε το αμάξι κάθε πρωί. Λιοντάρι γηρασμένο, που έχανε σιγά σιγά δυνάμεις, έφθινε μέρα με τη μέρα σε αντοχή. Και χθες το πρωί, πριν ξεκινήσει για τη δουλειά, σαν να το υποψιαζόταν, σαν να το φοβόταν, είδε φρέσκο το αποτύπωμα στο τσιμέντο. Υφή λαδιού, αλλά η αιτία αδιευκρίνιστη. Όσο προσεκτικά κι αν έψαξε, σημείο διαρροής δε φαινόταν πουθενά. Το πήγε στο μηχανικό χωρίς καθυστέρηση. Τα ίδια κι αυτός. «Τίποτα δε βλέπω» του είπε. «Και πώς να δω» πρόσθεσε, κοιτάζοντάς τον πίσω απ’ τα πρεσβυωπικά γυαλιά στοχαστικά και με νόημα κατευθείαν στα μάτια. «Αν δεν πλύνεις τον κινητήρα, ολόκληρη τη μηχανή μη σου πω, να καθαρίσει, πώς να φανεί από πού δακρύζει»;
«Δακρύζουν λοιπόν και τ’ αυτοκίνητα», αναρωτήθηκε καθώς έφευγε, αλλά όσο το σκεφτόταν, όλο και έβρισκε πως είχε δίκιο ο μάστορας. Πώς να φανεί στον παλιό, γεμάτο σκόνη, ξεραμένα λάδια και γράσο κινητήρα ένα ανεπαίσθητο, έκτακτο δάκρυ; Το πιθανότερο είναι να εξαφανίζεται αμέσως μόλις ανθίσει, να απορροφιέται στο λεπτό πριν καλά καλά κυλήσει, ή να γλιστρά και να χάνεται, αόρατο σχεδόν, ανάμεσα στις παλιές ξεραμένες τσιμούχες, στα ξεφτισμένα, ξεβαμμένα κολάρα. Ξέρουν λοιπόν πολλά οι μαστόροι, συλλογίστηκε, για τους κινητήρες, για τα σπλάχνα τους και για τα δάκρυα. Γι’ αυτό και χωρίς να το πολυσκεφτεί αποφάσισε να τον δώσει για πλύσιμο. «Με προσοχή βέβαια μεγάλη», τον προειδοποίησε με ύφος επιτακτικό ο παράξενος μηχανικός «και σε ειδικευμένο συνεργείο. Να μην πληγωθούν τα μπουζί, ούτε τα ηλεκτρικά κυκλώματα που μεταφέρουν ρεύμα. Γιατί και το νερό δεν πρέπει ορμητικά να πέφτει. Παραμονεύει σοβαρότατος κίνδυνος ξαφνικού βραχυκυκλώματος, ή και μόνιμης βλάβης. Και τα ευαίσθητα μέρη, να καλύπτονται κι αυτά ευλαβικά κατά το πλύσιμο»…
Δεν άκουσε άλλα, αλλά ήταν φανερό πως ήξερε πολύ καλά ο μάστορας τι έλεγε. Το κατάλαβε στο λεπτό, αυτό που εκείνος ηθελημένα αγνοούσε. Γιατί ήταν αλήθεια πως στα είκοσι και πλέον χρόνια της ζωής του αυτοκινήτου, με τόσα ταξίδια, με τόσες διαδρομές, με λογής λογής επιβάτες, με κάθε μορφής αποσκευές, μόνο για το σασί και το σαλόνι νοιάστηκε. Κι ο νους του όλο στα ταξίδια έτρεχε, στα τοπία και στα καρουζέλ του ατέλειωτου κόσμου. Αδιαφόρησε, τη λησμόνησε, την παραμέλησε τη μηχανή του και το παραπονεμένο μουγκρητό της, που το λογάριαζε μέσα στην άγνοιά του για περήφανο βρυχηθμό. Καιρός να πλυθεί λοιπόν, έστω και τώρα. Ας πέσει πάνω της λυτρωτικό, καθαρτικό, το νερό. Με όση προσοχή χρειάζεται. Για να φανεί επιτέλους, όταν η σκόνη κι η λάσπη του χρόνου φύγει, αν και από πού δακρύζει.