Μεθεόρτιο

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 16.10.17 ]

Ήταν όλοι εκεί, οικογένεια, φίλοι, συγγενείς  σε πλήρη απαρτία, εκείνος το τιμώμενο πρόσωπο,   όλα ωραία, λαμπρά και μεγάλα, καταπώς ταίριαζε στην εορταστική περίσταση, πολλή φιλοδοξία στριμωγμένη στο μικρό, ζεστό δωμάτιο, ευχές, λάμψη κι ο αφρώδης οίνος  άφθονος, μα εκείνον  τον σιγοτρώει ένα σκουλήκι, «γι’ άλλα πονεί η ψυχή» του, το χαμόγελο μια μάσκα φορεμένη πάνω του,  τι κούραση να δείχνεις ευτυχισμένος, βγήκε στη βεράντα να καπνίσει, να ξαναβρεί το πρόσωπό του, ένα  ασημένιο φεγγάρι τον μαχαίρωνε, λεηλατημένος κι άδειος, λιποτάκτης από τα ιδανικά του, είσαι εδώ  και είσαι αλλού, μονολόγησε, Ευρώπη, Αμερική, να  φύγει για τη γη της ουτοπίας, να φύγει από «τη ζακέτα της μάνας», να βρει τα πατήματά του στο ναρκοπέδιο της ζωής, πριν η ζωή σκάσει στα μούτρα του, να ξαναβρεί τη φρεσκάδα της νιότης, να ξανανιώσει εμπιστοσύνη,  να αναπνεύσει, να δει ουρανό, να φύγει  από την οικογενειοκρατία και το χαφιεδισμό, από το «μπαξίσι», από τον ωχαδερφισμό, από τον κυνισμό και τη μοιρολατρεία, μακριά  από τις λερές συνειδήσεις, απ’ τον αστικό καθωσπρεπισμό, από τους Συγκλητικούς που παζαρεύουν νύχτα τη ζωή και την κονταίνουν στην κλίνη του Προκρούστη…

Να φύγει «από του τρέχοντος καιρού τις πολιτικές αηδίες»*

*(στίχος του Γ.Σουρή)