Μία εβδομάδα μεγαλύτερη

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 19.08.19 ]

Την αγαπούσε τη Σωτηρία. Πολύ την αγαπούσε. Και ήταν όμορφη και καλή η Σωτηρία και τον αγαπούσε κι εκείνη πολύ. Πιο πολύ κι απ' τη ζωή της την ίδια τον αγαπούσε.

Ούτε θυμάται με ποιο τρόπο έμαθε πως η Σωτηρία ήταν μεγαλύτερή του. Ναι. Μεγαλύτερη. Κατά μία εβδομάδα!

Πολύ του στοίχισε αυτή η πληροφορία. Μία εβδομάδα μεγαλύτερη. Σαν να του είχαν πει πως η Σωτηρία τον περνούσε μία χιλιετηρίδα.

Ήθελε βλέπεις τη γυναίκα μικρότερη. Έστω και μία μέρα. Έστω και μία ώρα. Πάντως μικρότερη. Οπωσδήποτε μικρότερη.

Αυτή η εβδομάδα της διαφοράς τους, έκανε με το βάρος της το ασήκωτο, το εβδομαδιαίο, σκόνη την αγάπη τους.

Ήταν τόσο άγουρη, τόσο ισχνή αυτή η αγάπη. Πού να αντέξει το βάρος μιας ολόκληρης εβδομάδας;

Την είδε χρόνια μετά.

Ήταν ακόμα όμορφη  η Σωτηρία.

Την παρατηρούσε από μακριά, προσπαθώντας να διακρίνει στη μορφή της αυτή την πλεονάζουσα εβδομάδα.

Κανένα σημάδι δεν την μαρτυρούσε.

Έκανε να την πλησιάσει. Να της μιλήσει. Έστω μόνο ένα «γεια». Ένα «γεια» που θα ’φερνε άλλο ένα, ανταπόδοση, από τα χείλη τα δικά της.

Έκανε να την πλησιάσει και πώς του ’ρθε κι έφερε το χέρι του στο μάγουλό του. Ψηλάφισε τα γένια του που βαρέθηκε εκείνο το πρωί να τα ξυρίσει και τώρα του αγκύλωναν την παλάμη.

Δεν πλησίασε. Δεν της μίλησε. Ούτε «γεια». Ήταν αξύριστος.

Αν είχε ξυριστεί εκείνο το πρωί, θα της μιλούσε της Σωτηρίας, ακόμα κι αν έλεγε μόνο ένα «γεια» και τίποτα άλλο.

Γιατί να βαρεθεί να ξυριστεί εκείνο το πρωί;

Τώρα μετανιώνει που δεν της μίλησε.

Έχουν περάσει επτά χρόνια από τότε κι ακόμα το θυμάται και δεν μπορεί τον εαυτό του να συγχωρήσει.