«Κουφοί, ακίνητοι οι Αγίοι...»

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 16.02.20 ]

 Με αφορμή έναν διάλογο με φίλο, θυμήθηκα τον σολωμικό στίχο: «Κουφοί, ακίνητοι οι Αγίοι καθώς και οι τάφοι»! Και σκέφτηκα ότι όλοι μας επιλέγουμε πάντα τη θέση του... αγίου. Απέναντι είναι πάντα οι «λάθος», οι δαίμονες!

Οι άγιοι και οι δαίμονες, όμως, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή ενός ηθικού μανιχαϊσμού, που έχει εξορίσει την αμφιβολία. Τελικά, κανείς δεν αναγνωρίζει την αλήθεια του άλλου και συνεπώς τη σχετικότητα της δικής του αλήθειας. Κανείς μες στην απολυτότητά του δεν αισθάνεται το ενδεχόμενο του λάθους, κανείς δεν αισθάνεται την ανάγκη να αποδώσει μια κάποια δικαιοσύνη στον αντίπαλο, αναγκαία προϋπόθεση για μία μελλοντική συμφιλίωση. Ο καθένας είναι ενσαρκωτής του απόλυτου καλού, ενώ ο άλλος είναι το απόλυτο κακό. Ο Κρέων είναι φασίστας, η Αντιγόνη μια ηρωίδα της ελευθερίας. Μ’ αυτή την πίστη τρέφεται, όμως, ο αυταρχισμός της αλλόδοξης ηρωίδας, όταν τύχει και βρεθεί στην εξουσία, οποιαδήποτε εξουσία. Ο «αδιάφθορος» θα δει μες στην αυθεντία της πίστης του όλους όσους δεν ταυτίζονται μαζί του ως εν δυνάμει διεφθαρμένους. Οι μεγεθυντικοί φακοί της πίστης στην απόλυτη αλήθεια θα καταστήσουν τον εγκατεστημένο και στο πιο μικρό οφίκιο ένα μικρό Βοναπάρτη και η κοινωνία θα χωρισθεί σε τρομοκράτες και τρομοκρατούμενους.

Οι αντινομικοί

 Συνήθως, οι άνθρωποι αφήνονται στο ρεύμα των κατεστημένων απόψεων, αληθειών και πίστεων. Αλλά υπάρχουν και εκείνοι που σαν την πέστροφα πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα, κόντρα στο πνεύμα της εποχής, αυτοί που ανεβαίνουν προς τις πηγές για να γονιμοποιήσουν εκ νέου τη ζωή με νέα νοήματα. Πρόκειται για εκείνους τους αντινομικούς διανοητές που η σκέψη τους αγνοήθηκε ή παρερμηνεύτηκε, διότι τόλμησαν να εναντιωθούν στην καθεστηκυία πνευματική ορθοδοξία της εποχής τους.

Που είναι σήμερα οι αντινομικοί; Γιατί, σήμερα, κανείς δεν ρισκάρει; γιατί κανείς δεν διακινδυνεύει την ασφάλειά του και δεν γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τον εξοβελισμό; Γιατί απλούστατα, σήμερα, όλα είναι χρήμα. Είμαστε χρήμα. Δηλαδή πράγματα. Αντικείμενα και όχι Υποκείμενα. Έτσι, η δημιουργία-εμπόρευμα χάνει το πέταγμά της, τη φαντασία και την  ουτοπία της, συρρικνώνεται σε φθηνή διασκέδαση (σκεδάνυμι-σκόρπισμα), σε σαπάκια, που μολύνουν όλους τους υδροφόρους ορίζοντες του πολιτισμού και μας καθιστούν ζόμπι. Η λογοτεχνία φερ’ ειπείν, δεν ασχολείται, σήμερα, με τα μεγάλα θέματα της ανθρωπότητας, δεν ακτινογραφεί τις εξουσιαστικές ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις, την απασχολεί μόνο η αισθητική, το στυλ! Δεν ενδιαφέρει τι λέει ο λογοτέχνης, αλλά πως το λέει. Έτσι, η λογοτεχνία από κριτική της εξουσίας έγινε τεχνολογία (μία μεταγλώσσα) της εξουσίας. Και όπως έλεγε ο Ζακ Ντεριντά (συνέντευξη Le Monde 18/08/2004), κάποτε το «βιβλίο ήταν μια παιδαγωγική διαδικασία που προορίζεται να διαμορφώσει τον αναγνώστη. Οι μαζικές παραγωγές (όμως σήμερα) δεν διαμορφώνουν τους αναγνώστες, τους υποθέτουν με τον φαντασματικό τρόπο ενός ήδη προγραμματισμένου αναγνώστη».

Όλα είναι χαμένα; 

Χαμένοι στην απολυτότητα, χωρίς αντινομικούς διανοούμενους, με αναπτυγμένες νέες τεχνολογίες της εξουσίας, τι την κάναμε άραγε την Δημοκρατία; "Την καταψύξαμε" θα έλεγε ο Νόρμαν Μέηλερ. Χρειάστηκε η τηλεόραση γι' αυτό. Μαζί και οι τηλεκήρυκες του φόβου. Έτσι, Από τη «δημοκρατία του standing», από τη δημοκρατία της αέναης ανάπτυξης, της ευφορικότητας και της θέσης ότι δια της ποσότητας θα επέλθει η ευημερία για όλους, βρισκόμαστε ενώπιον της «δημοκρατίας του φόβου», μπροστά στη δημοκρατία της καθήλωσης, όπου τα δικαιώματα στην υγεία, στην ασφάλιση, στις διακοπές, στη γνώση, ακόμα και στον φυσικό αέρα δεν υφίστανται ως αξίες χρήσης, ως φυσικά δικαιώματα, αλλά ως ανταλλακτικές αξίες, ως εμπορεύματα.
Μπορεί, άραγε, να υπάρξει μία άλλη προοπτική από αυτή της ολιγαρχικής δημοκρατίας; Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο συστηματοποιημένος σωρός των ιδεολογιών –καπιταλισμός, σοσιαλισμός, δημοκρατία- πρέπει να αποδομηθεί, έτσι ώστε να μπορέσουμε να πειραματιστούμε με τα υλικά, να προσθέσουμε καινούργια στοιχεία και να δημιουργήσουμε νέες συνθέσεις. Είναι αλήθεια ότι χρειαζόμαστε απεγνωσμένα νέες, ευρηματικές προσεγγίσεις στα προβλήματα του καιρού μας. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται μετριοπάθεια, γιατί τίποτα δεν είναι απόλυτο, καμία πραγματικότητα και καμία αλήθεια δεν είναι αντικειμενική, κανείς δεν έχει τα ίδια συμφέροντα με τον άλλο.
Πάντως, ένα είναι βέβαιο, δεν υπάρχουν «μονόδρομοι», δεν μπορεί να υπάρξει μία και μοναδική αλήθεια στην οποία να υποτάσσονται τα πάντα. Εν τέλει θα το ξαναπούμε, αν ο Μάης του 1968 ήταν μία αντίδραση στην επιχείρηση αλλαγής των πολιτιστικών κωδίκων, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Τότε είχαμε την αναγνώριση του ατόμου μέσα από την ηθική της συλλογικής Πράξης για έναν καλύτερο κόσμο. Σήμερα, έχουμε την αμυντική δράση απέναντι στην προσπάθεια εξαφάνισης της συλλογικότητας και του ατόμου (ως Πρόσωπο, ως αξιοπρέπεια) καθώς και της προοπτικής ενός καλύτερου κόσμου, δηλαδή της Ουτοπίας. Αλλά να, η ουμπεροποιημένη κοινωνία, η πραγμοποιημένη κοινωνία συνταράσσεται. Η Χιλή δείχνει το δρόμο! Το αίτημα είναι μια άλλη κοινωνία, ένας άλλος άνθρωπος.

Τελικά, η ουτοπία δεν είναι ένα απλό θεώρημα, μία βουλησιαρχική προβολή στο μέλλον. Αντίθετα, λειτουργεί και κινεί και σήμερα είτε ως σκοπός είτε ως πίστη, δηλαδή ως εκκοσμικευμένη πολιτική "θρησκεία". Κοιτάξτε το χαμόγελο εκείνων που εκτελούνταν τότε. Δες τε πως στέκονταν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα με το χαμόγελο των πρωτοχριστιανών μαρτύρων. Δες τε και την Ντανιέλα στη Χιλή, σήμερα. Η Ουτοπία, όπως και η θρησκεία, άλλοτε με το φαντασιακό και άλλοτε με το συμβολικό, δημιουργεί μέσω των τελετουργιών(με τους χορούς και τα τραγούδια των γυναικών, το θέατρο και τις φοβερές διαδηλώσεις στη Χιλή και αλλού...) εκείνη τη μείζονα και μεγαλειώδη εξωτερικότητα, την επική ηρωικότητα στην οποία μπορεί να ξαναβρεθεί η εσωτερικότητα των ατόμων και των λαών. Λαοί και άτομα είχαν και έχουν πάντα ως στοιχείο συνοχής, ως συνδετικό ιστό, είτε τη θρησκεία είτε την ουτοπία. Δηλαδή μια πίστη, μια ιδεολογία, είτε αυτή είναι η πατρίδα είτε είναι η θρησκεία είτε μία κοινωνία ισότητας και αδελφοσύνης. Σήμερα, δεν υπάρχει η Ουτοπία ως πίστη σε μία κοινωνία δικαιοσύνης, ισότητας και ανθρωπιάς, που να συνέχει, να ομαδοποιεί και να δημιουργεί μια μοναδική ζώσα εμπειρία(για να είμαι ακριβής υπάρχει μ' έναν τρόπο -άσχετα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς- μόνο στο ΚΚΕ). Και αυτό αποριζοσπαστικοποιεί την αριστερά. Γι’ αυτό η Δεξιά δια των θεσμών της (Σχολείο-Εκκλησία-τηλεόραση) δεν έχει πολιτικό και κοινωνικό αντίπαλο.

Γιατί πέρα από την απουσία της αριστερής ιδεολογίας(Ουτοπίας), η ιδεολογική λειτουργία της εκπαίδευσης και η φαντασιακή λειτουργία της θρησκείας δια της Εκκλησίας και των οργανώσεών της, κυριαρχούν  πλήρως. Έτσι, όπως περιγράφει θαυμάσια ο Λέων Τολστόι: «Οι κυβερνήτες και οι πλούσιοι εξουσιάζουν τους εργάτες μόνο επειδή και οι εργάτες επιθυμούν το ίδιο, με αυτούς τους ίδιους τρόπους να εξουσιάζουν τον αδελφό τους εργάτη. Για τον λόγο αυτόν –επειδή ταυτίζονται μαζί τους απέναντι στη ζωή- οι εργάτες δεν μπορούν να εξεγερθούν σε μία πραγματική επανάσταση εναντίον των καταπιεστών τους… (γιατί) μέσα του(σ.σ. στον εργάτη) υπάρχει η συναίσθηση ότι κι αυτός θα έκανε το ίδιο, ή το κάνει κιόλας έστω σε μικρότερο βαθμό απέναντι στ’ αδέλφια του… Αν οι εργάτες δεν ήταν το ίδιο καταπιεστές… ζούσαν αδελφικά… θυμούνταν και βοηθούσαν τους άλλους, κανείς δεν θα μπορούσε να τους σκλαβώσει…»(Ο Τολστόι, Ελληνικά Γράμματα).

Να λοιπόν που χρειάζεται η πίστη σ’ έναν καλύτερο κόσμο (Ουτοπία), μπολιασμένη με μία αντικαταναλωτική κουλτούρα, μία κουλτούρα της κοινωνικής και πολιτικής οικολογίας, μια κουλτούρα φροντίδας για τη ζωή και το περιβάλλον, μία κουλτούρα αδελφοσύνης και αλληλεγγύης, αγάπης, μετριοπάθειας και κατανόησης, που θα είναι ικανή να λειτουργήσει χειραφετικά και απελευθερωτικά, εδώ και τώρα. Όχι αύριο, όχι στο μέλλον, αλλά ως ζώσα στάση και συγκλονιστική εμπειρία, εδώ και τώρα. Γιατί ο καινούργιος, καλύτερος κόσμος θα γεννηθεί και θα υπάρξει μέσα σε τούτο τον κόσμο. Υπάρχει ήδη εκεί που εκδηλώνεται η αγάπη και η αλληλεγγύη στους αναγκεμένους και τους ξεριζωμένους. Μόνο έτσι θα υπάρχει ένας γοητευτικός -δηλαδή ερωτικός- αντίπαλος χώρος, ένας "χώρος" που θα εκτρέπει από το κυρίαρχο δόγμα, τον καπιταλισμό, ο οποίος παράγει εγωτικούς κανίβαλους, ένας χώρος που θα δημιουργεί μια υψηλή συγκίνηση μέσα από την "παραγωγή" ανθρωπιάς. Αλλιώς η δεξιά με την πίστη στη μοναδική αλήθεια του καπιταλισμού, της θρησκείας, της πατρίδας και της οικογένειας, και την φαντασιακή πλήρωση των μεταφυσικών ερωτημάτων των «κάτω» μέσω της εκπαιδευτικής και θρησκευτικής διαπαιδαγώγησης, θα κυριαρχεί στον αιώνα τον άπαντα.