Κλεισμένη σ’ έναν υπνόσακο τον περιμένει

[ Δημήτρης Χριστόπουλος / Ελλάδα / 22.11.20 ]

Περιμένει απ’ τα χαράματα σχεδόν ν’ ανοίξει το φαρμακείο. Ο Νίκος είναι καλό παιδί και δεν του παίρνει λεφτά. Συνομήλικοι σχεδόν, μαζί μεγάλωσαν, στα χαμόσπιτα ζούσαν, κι ο Νίκος δεν τον τρόμαζε όπως τ’ άλλα παιδιά. Κάθεται στο απέναντι πεζοδρόμιο. Το πράσινο φίδι είναι επικίνδυνο. Τις προάλλες, πεινασμένο, καταβρόχθισε μια κυρία. Μια χαψιά την έκανε κι αυτήν και τα παιδιά της. Φιδάκι και Γκρινιάρη παίζανε με τον Νίκο. Στο χωριό ο παππούς του τα σκότωνε με την αξίνα που έσκαβε το χώμα. Εδώ στην πόλη δεν έχει χώμα. Στα νεκροταφεία βλέπεις μόνο -φραπ φραπ- να σκάβουν βιαστικά και την άνοιξη φιδάκια να κάνουν σβούρες στον αέρα. Είναι κι αυτοί που μια μέρα χάνονται από προσώπου γης. Όχι, δεν πεθαίνουν. Αφού λάκκος δεν σκάβεται. Γι’ αυτούς δεν έχει φραπ φραπ. Μετρά τα λεπτά με τα διερχόμενα ασθενοφόρα. Δεν αντέχει τις σειρήνες και κλείνει τ’ αυτιά του. Μην αργήσει. Η μαμά του τον περιμένει στο νοσοκομείο, του είπαν. Κλεισμένη σ’ έναν υπνόσακο τον περιμένει. Όχι, δεν πέθανε. Για ταξίδι ετοιμάζεται. Ν’ αγοράσει λοιπόν τ’ απαραίτητα. Οπωσδήποτε εκείνο το φάρμακο που κρατά μακριά τα φίδια.