«Κι όμως μπορούμε να κουβεντιάσουμε»

[ ARTI news / Ελλάδα / 19.03.22 ]

Τάσος Κορωνάκης**

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης βάζει ως τίτλο στο επίμετρο που γράφει για το Διάλογο για την τέχνη και την πολιτική* μεταξύ του Κεν Λόουτς και του Εντουάρ Λουί το «Κι όμως μπορούμε να κουβεντιάσουμε». Και είναι πράγματι αυτό το συναίσθημα που κυριαρχεί μέσα σου διαβάζοντας αυτό το ολιγοσέλιδο βιβλίο όπου ο Λόουτς και ο Λουί συζητάνε για την πολιτική, την φτώχεια, την ακροδεξιά, την τέχνη, την εργασία και τόσα άλλα.

Το Διάλογος για την τέχνη και την πολιτική είναι η μεταφορά σε βιβλίο μιας ελεύθερης συζήτησης που είχαν οι δυο τους, καθώς και οι απαντήσεις τους στο κοινό, τον Δεκέμβριο του ‘19 στην εκπομπή του Al Jazeera “Studio B – Unscripted”. Ένας διάλογος που σου δημιουργεί ένα συναίσθημα ευφορίας, όχι μόνο για το πόσα διαφορετικά ζητήματα πιάνονται με τρόπο που σε βάζει να σκεφτείς ξανά και ξανά, αλλά και γιατί ένας 80άρης Βρετανός καταξιωμένος σκηνοθέτης και με κάποιο τρόπο παραδοσιακός αριστερός που κατάγεται από οικογένεια ανθρακωρύχων, καταφέρνει να συζητάει συγκλονιστικά γόνιμα με έναν τριαντάρη Γάλλο συγγραφέα, ανοιχτά γκέι, με τελείως διαφορετικά ερεθίσματα και ο διάλογός τους σε συνεπαίρνει.

Και αν και τα θέματα είναι πολλά και διαφορετικά αυτό που τουλάχιστον εμένα κέντρισε το ενδιαφέρον μου είναι αυτό το πάθος, η έγνοια, η σπουδή για το «τι να κάνουμε», για το πως πρέπει να μιλήσουμε, πως πρέπει να παρέμβουμε για να αλλάξει η σημερινή κατάσταση, να σπάσει η μονοφωνία προπαγάνδας των κυρίαρχων ΜΜΕ και «η γνώση του πόνου» να γίνει «παράγοντας μετασχηματισμού και κίνητρο για δράση».

«Η αριστερά θα βρεθεί σε θέση ισχύος, λέει ο Λουί, όταν θα κατακτήσει τη σιωπή. Όταν θα μάθει να αγνοεί την βία της δεξιάς και θα καταφέρει να θέσει τα δικά της ερωτήματα με την δική της γλώσσα, αντί να αντιδρά διαρκώς στα ερωτήματα της δεξιάς – όταν δηλαδή θα πάψει να περιχαρακώνεται από το λόγο της δεξιάς.»

Γιατί σήμερα δεν χρειαζόμαστε τις ταινίες και τα βιβλία για να αποκαλύψουμε ότι υπάρχει φτώχεια, πείνα, άστεγοι. «Ξέρουμε πως ένας εργάτης στη Γαλλία έχει διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνει πριν τα 65 από ότι ένα στέλεχος εταιρείας, πως ανάμεσα στα ΛΟΑΤ άτομα υπάρχουν υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονίας απ’ ότι στους υπόλοιπους, πως η βία των αντρών σκοτώνει κάθε μέρα γυναίκες. Και το εντυπωσιακό είναι πως όσες και όσοι κυβερνούν τα γνωρίζουν όλα αυτά».

Και επειδή αυτοί δεν αλλάζουν και ο μόνος τρόπος όπως λέει κι ο Λόουτς είναι να τους διώξουμε, για αυτό πρέπει να βρούμε την κατάλληλη γλώσσα για να μιλήσουμε στον κόσμο. Γιατί όπως λέει και ο Λουί: «Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι πλέον να τα αναδείξουμε, αλλά να αναμετρηθούμε με αυτά – θεωρώ πως πρόκειται για μια σημαντική μεταβολή: ποια θα μπορούσε να είναι μια αισθητική της αναμέτρησης;».

Ίσως για αρχή, προσπαθώντας να βρούμε την δική μας γλώσσα και τα δικά μας ερωτήματα να αρκεί να κουβεντιάσουμε όπως το έκανε ο Λουί με τον Λόουτς.

Γιατί, όπως εύστοχα σημειώνει ο Καμπαγιάννης στο επίμετρο, αυτός ο διάλογος θα μπορούσε να εξελιχθεί εύκολα στην τυπική σύγκρουση ενός «στεγνού εργατισμού» με μια κλασική όπως την έχουμε γνωρίσει «πολιτική ταυτοτήτων» και συμπληρώνει:
«Αν τελικά ο Λουί και ο Λόουτς μπορούν να συνομιλούν και να διαφωνούν γόνιμα, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι συμμερίζονται μια κοινή στάση: αντιμετωπίζουν τα ερωτήματα από την σκοπιά των από κάτω» και «αναγνωρίζουν την συμβολή που μπορεί να έχει ο συνομιλητής τους, αλλά τελικά και η κάθε γενιά, μέσα από τα βιώματα, τα διαβάσματα, τις εμπειρίες και τους αγώνες της στην απάντηση των ερωτημάτων που απασχολούν κάθε εγχείρημα κοινωνικού μετασχηματισμού».

Ας τους μιμηθούμε κι έχουμε μόνο να κερδίσουμε

*Κεν Λόουτς – Εντουάρ Λουί, Διάλογος για την τέχνη και την πολιτική (μτφρ.: Στέλλα Ζουμπουλάκη), Αντίποδες 2021, σσ. 80

**https://www.rednblack.gr/stiles/ena-vivlio-gia-na-kouventiasoume/?fbclid=IwAR3X4jKcvQvSxukisJWefExx7vKgwp8jFYMK7itqutwBjzHno7CeP_LNvdg