Κεριά κι αυτά

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 02.07.20 ]

Τις ακούω κάτι νύχτες άυπνες. Παίρνουνε σώμα και μορφή και ουρλιάζουν οι σκιές, οι εκτελεσμένες ώρες, οι μέρες μου οι νεκρές. Κεριά που έσβησα, μονάχη, ασυλλόγιστα δίχως να αφήσω να τα κάψει η φλόγα. Των ημερών μου φόνισσα, εγώ.

Μακάρι να τανε λυωμένα και κυρτά όπως του ποιητή, δεν θα με έθλιβαν τόσο όσο τώρα που «τα καμαρώνω» άκαυτα κι ορθά, να περιμένουν μια εξόδιο ακολουθία να φωτίσουν, μα ούτε και τότε να τ’ αφήνει ο χρόνος, ο καντιλοσβέστης, να λάμψουνε κι αυτά μια στάλα, να τ’ αρμαθιάζει μοναχά και στα νερά του Αχέροντα να τα βυθίζει. Πόσο πονούν τα κόκαλα στο άκουσμα του σαρκασμού του:

 «ας τα καιγες στην ώρα τους»

Ακούς πώς τσιτσιρίζουν τα καημένα τα κεράκια τα άκαυτα;