Καταιγίδες
[ Νίκος Προσκεφαλάς / Ελλάδα / 24.11.19 ]Κάθε φορά που ακούω ή διαβάζω για επερχόμενες καταιγίδες κι αστραπόβροντα, φέρνω στο μυαλό το "Θεοπόντι", το διήγημα εκείνο το έξοχο του Παπαδιαμάντη, με φόντο μια καταιγίδα και με ήρωα έναν απίθανο περιθωριακό αλητάκο, τον επονομαζόμενο «Καλούμπα », που αδιαφορώντας για τη νεροποντή, τον αέρα και τις αστραπές κάνει αμέριμνος τη βόλτα του μέσα στο χαλασμό. Κι ενώ ο κυρ Αλέξανδρος συνεσταλμένος και κατά το δυνατόν νηφάλιος ψέλνει στο μοναχικό του δώμα παρακλητικό κανόνα στην Παναγία, προσδοκώντας "μιαν ανάσαν" στη νεροποντή ή μια θεϊκή θαυματουργική παρέμβαση, η απάντηση έρχεται απροσδόκητα μέσα από την κελαρυστή και περιπαθή φωνή του Καλούμπα που αδιάφορος για τη μανία του ουρανού σουλατσάρει «μεταξύ της βροχής και του ανέμου» και τραγουδά με φωνή στεντόρεια και καημό μεγάλο.
«Ας πα να ιδούν τα μάτια μου
πώς τα περνά η αγάπη μου,
μην’ ηύρ’ αλλού κι αγάπησε
και μένα μ’ απαράτησε…»
«Δε θα μας χαλάσει ο Θεός» φιλοσοφεί με τρυφερή θυμοσοφία ο Σκιαθίτης «όσο ο Καλούμπας βγαίνει πατινάδα στον δρόμον».
Κι εγώ, που άπαξ αγάπησα τον Καλούμπα, τον αναζητώ αδιάκοπα έκτοτε, έξω και πέρα απ’ τις σελίδες του δημιουργού του. Τον λογαριάζω φίλο καλό κι αγαπημένο, σαν λυτρωτή ένα πράμα ψυχών φυλακισμένων. Ίσως γιατί αισθάνομαι πως έτσι όπως ασυμβίβαστος περιγελά τις αντίρροπες δυνάμεις και τα απειλητικά στοιχειά που σκορπάνε τριγύρω το θάνατο, φυλάει άθελά του στην αθώα ψυχή του μέσα την ανυποψίαστη, κάποια κλείθρα μυστικά μιας αγέραστης νιότης. Κι άμα δεν τον συναπαντήσω γύρω μου, παίρνω φτυάρι και γκασμά και -δίχως πολλές ελπίδες, τ’ ομολογώ- πιάνω να τον αναζητάω σκάβοντας σταθερά κι επίμονα μέσα μου. Να τον βάλω, λέω, στο σαλόνι. Να καθίσει δίπλα στο τζάκι κι ένα τσίπουρο να τον κεράσω σπιτικό, να μείνει κάμποσο, να διώξει την καταχνιά και την υγρασία απ’ τους τοίχους.
*Το δωμάτιο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στη Σκιάθο