Κ. Λόουτς: «Προτιμώ την τρέλα του πάθους από τη σοφία της αδιαφορίας»
[ ARTI news / Κόσμος / 02.11.16 ]Ο Αλέξανδρος μόλις γύρισε από τον κινηματογράφο, όπου είδε την ταινία του Κεν Λόουτς «I, Daniel Blake» (Χρυσός Φοίνικας του 69ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών). Είναι συγκλονισμένος. Μας παροτρύνει να δούμε την ταινία οπωσδήποτε. Μόνο που ο Αλέξανδρος είναι στο Λονδίνο. Γι’ αυτό εμείς θα περιμένουμε λίγο ακόμα.
Το έργο αναδεικνύει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα κατώτερα στρώματα στην Αγγλία. Ο Ντάνιελ Μπλέικ είναι ένας 59χρονος ξυλουργός στη βορειοανατολική Αγγλία, ο οποίος έπειτα από ένα σοβαρό καρδιακό επεισόδιο θα πρέπει να σταματήσει να δουλεύει μέχρι να αναρρώσει. Η γιατρός του τον κρίνει ακατάλληλο για εργασία, όμως οι κοινωνικές υπηρεσίες του Νιούκαστλ, όπου ζει, θεωρούν ότι δεν δικαιούται το ανάλογο επίδομα. Και κάπως έτσι ξεκινά η καφκική του περιπέτεια, που τον φέρνει αντιμέτωπο με το «τέρας» της γραφειοκρατίας.
Δέκα χρόνια μετά το συγκλονιστικό αριστούργημά του, «Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι» (The Wind That Shakes the Barley), όπου έλαβε το πρώτο Χρυσό Φοίνικα το 2006, ο Κεν Λόουτς επιστρέφει με μια νέα ταινία, που «βλέπει», επίσης, τα πράγματα από την οπτική γωνία των «κάτω», μιλώντας για την κοινωνική ανισότητα. Πολλές φορές τελευταία ο Κεν Λόουτς έχει μιλήσει για την Ελλάδα, για την οικονομική και κοινωνική κρίση, έχει υποστηρίξει τα δικαιώματα του ελληνικού λαού κι έχει εκφραστεί υπέρ της πρώτης ελληνικής αριστερής κυβέρνησης: «Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν ότι ο ευρωπαϊκός σοσιαλισμός προδίδεται από την πραγματικότητα,» είπε ο Κεν Λόουτς. «Εξαρτάται τι εννοούν ως πραγματικότητα. Αν εννοούν το θρίαμβο του μονοπωλιακού καπιταλισμού που παράγει τη φτώχεια και την απελπισία, θα αμφισβητούσα κατά πόσο είναι αναπόφευκτο το αποτέλεσμα. Αν είναι όντως αναπόφευκτο, τότε ζούμε το τέλος του κόσμου, έτσι δεν είναι; Οι άνθρωποι που βρίσκονται τώρα στις θέσεις εξουσίας - και τους οποίους αποκαλούμε "πραγματικότητα" - είναι οι θανατηφόροι εχθροί μας, αν θέλουμε να ζήσουμε και να ζήσουν και τα εγγόνια μας. Οπότε το ζήτημα είναι πώς αντεπιτίθεσαι. Ο λαός της Ελλάδας αποφάσισε να αντεπιτεθεί, οι άρχοντες στις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο είπαν, θα εξασφαλίσουμε ότι θα τιμωρηθείτε για την ανεξάρτητη σκέψη σας κι αυτό είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσετε. Και δυστυχώς η ελληνική Αριστερά συνετρίβη. Και η ελληνική Αριστερά δεν υποστηρίχθηκε από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή Αριστερά, δεν ήταν αρκετά δυνατή, δεν είχε αρκετά ισχυρές αρχές κι έτσι αφέθηκε να υποφέρει».
Ο βρετανός σκηνοθέτης τότε παραλαμβάνοντας τον Χρυσό Φοίνικα δήλωσε: «Το σινεμά έχει πολλές παραδόσεις. Μία είναι το σινεμά της διαμαρτυρίας, αυτό που δείχνει τους ανθρώπους ενάντια στην εξουσία. Ελπίζω η ταινία μας να συνεχίζει αυτήν την παράδοση. Κινδυνεύουμε να απελπιστούμε κι όταν υπάρχει τόση απελπισία, η ακροδεξιά το εκμεταλλεύεται - πρέπει να πιστέψουμε ότι ένας διαφορετικός κόσμος είναι εφικτός κι απαραίτητος». Στη Συνέντευξη Τύπου στην παρουσίαση της ταινίας του στο Φεστιβάλ Καννών δήλωσε επίσης: «Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ενσωματώνει τον νεοφιλελευθερισμό. Μπορείτε να το δείτε με τον τρόπο που ταπείνωσαν τον ελληνικό λαό. Έχει προκαλέσει δεινά και φτώχεια, για εκατομμύρια ανθρώπους, καθώς και μια μεγάλη μάχη για πολλούς άλλους πολίτες που δεν είναι απελπισμένοι, αλλά τα καταφέρνουν δύσκολα. Έτσι απλά στην ταινία λέμε μία μικρή ιστορία, για μία από τις συνέπειες που βιώνουν πολλά εκατομμύρια ανθρώπων. Λέμε μία μικρή ιστορία και απλά ελπίζουμε ότι αυτή θα αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο που θα ενώσει τους ανθρώπους. Αυτό είναι που προσπαθούμε να κάνουμε.»
Ο Κένεθ Λόουτς (1936) σπούδασε νομική στην Οξφόρδη και ασχολήθηκε από φοιτητής με το θέατρο. Είναι έντονα πολιτικοποιημένος και στρατευμένος στην Αριστερά, κάτι που αποτυπώνεται στις ταινίες του. Ήταν ένα από τα δημόσια πρόσωπα που μίλησαν εναντίον των πολιτικών του μνημονίου στο ελληνικό ντοκιμαντέρ Catastroika. Επίσης είναι μέλος του Κινήματος για τη Δημοκρατία στην Ευρώπη 2025. Μαρξιστής, στρατευμένος στο πλευρό των φτωχών και των κατατρεγμένων, με βάθος πολιτικής σκέψης και ανάλυσης είναι ο εκπρόσωπος ενός κινηματογράφου, βαθιά ανθρωποκεντρικού και ουσιαστικά πολιτικού.
«Προτιμώ την τρέλα του πάθους από τη σοφία της αδιαφορίας», είπε δακρύζοντας κατά την απονομή του Χρυσού Φοίνικα για το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ».