Θα τον αλλάξουμε τον κόσμο
[ Γιάννα Κουκά / Ελλάδα / 04.01.19 ]Πάει καιρός που έχω να γράψω για τους πρόσφυγες.
Είναι αν θες που τι, τι άλλο να πω, να πούμε που δεν έχουμε πει; Λίγα άλλαξαν. Όχι, όχι δεν κουράστηκα, ούτε φοβήθηκα και δεν απογοητεύτηκα, επιμένω, αγωνίζομαι, προσπαθώ, θα τον φτιάξουμε τον κόσμο, θα δεις, θα τον φτιάξουμε, μονολογώ. Δίκαιο θα κάνουμε τούτο τον κόσμο κι ειρήνη θα φτιάξουμε, ω, ειρήνη έλα στους λαούς σου. Κι εσύ, ξέρω κι εσύ, πιστεύω κι εσύ, μου ψιθυρίζεις τώρα που σου τα ιστορώ "θα τον αλλάξουμε, θα δεις".
Είναι αν θες μόνο που ντρέπομαι. Πολύ. Τους ντρέπομαι. Τους πρόσφυγες. Τους πρόσφυγες πολέμου ντρέπομαι. Να,τώρα δα, μ' αυτόν τον παγετό, κάνει κρύο, τόσο κρύο κι όλο στο μυαλό μου στοιχειώνουν τα σώματά τους. Τα σώματά τους στις σκηνές. Το ένα δίπλα στο άλλο.Τα παγωμένα τους σώματα, τα χέρια τους βάζουν στο στόμα να βγει ζεστή ανάσα, λίγη ζεστασιά, μόνο λίγη προσωρινή ζεστασιά, τα πόδια πάγωσαν, τα χείλη μελάνιασαν, τα μάτια τους χάθηκαν. Και πώς; Πες μου πώς να τους αντικρίσω; Μέσα σε ποια μάτια να χαθώ; Σε ποια μαύρα μάτια να χαθώ; Που θα δω τη Συρία, την Παλαιστίνη, το Αφγανιστάν, την Αφρική, το Ιράκ, την Υεμένη; Που θα δω το Χαλέπι και τη Δαμασκό, την Παλμύρα και τη Ντούμα; Που θα δω τις βόμβες, τα τραύματά τους; Ποια κουρασμένα μάτια ν' αντέξω να κοιτάξω που μέσα τους θα βρω τους λυγμούς, τα ουρλιαχτά, τις κραυγές, τους θρήνους και τις απελπισίες; Τι να τους πω; Πώς να κοιτάξω αυτά τα μάτια και να πω "θα τον αλλάξουμε τον κόσμο", όταν σχηματίζονται στις κόρες τους "κρυώνω";
Είναι αν θες που τι, τι άλλο να πω, να πούμε που δεν έχουμε πει; Λίγα άλλαξαν. Όχι, όχι δεν κουράστηκα, ούτε φοβήθηκα και δεν απογοητεύτηκα, επιμένω, αγωνίζομαι, προσπαθώ, θα τον φτιάξουμε τον κόσμο, θα δεις, θα τον φτιάξουμε, μονολογώ. Δίκαιο θα κάνουμε τούτο τον κόσμο κι ειρήνη θα φτιάξουμε, ω, ειρήνη έλα στους λαούς σου. Κι εσύ, ξέρω κι εσύ, πιστεύω κι εσύ, μου ψιθυρίζεις τώρα που σου τα ιστορώ "θα τον αλλάξουμε, θα δεις".
Είναι αν θες μόνο που ντρέπομαι. Πολύ. Τους ντρέπομαι. Τους πρόσφυγες. Τους πρόσφυγες πολέμου ντρέπομαι. Να,τώρα δα, μ' αυτόν τον παγετό, κάνει κρύο, τόσο κρύο κι όλο στο μυαλό μου στοιχειώνουν τα σώματά τους. Τα σώματά τους στις σκηνές. Το ένα δίπλα στο άλλο.Τα παγωμένα τους σώματα, τα χέρια τους βάζουν στο στόμα να βγει ζεστή ανάσα, λίγη ζεστασιά, μόνο λίγη προσωρινή ζεστασιά, τα πόδια πάγωσαν, τα χείλη μελάνιασαν, τα μάτια τους χάθηκαν. Και πώς; Πες μου πώς να τους αντικρίσω; Μέσα σε ποια μάτια να χαθώ; Σε ποια μαύρα μάτια να χαθώ; Που θα δω τη Συρία, την Παλαιστίνη, το Αφγανιστάν, την Αφρική, το Ιράκ, την Υεμένη; Που θα δω το Χαλέπι και τη Δαμασκό, την Παλμύρα και τη Ντούμα; Που θα δω τις βόμβες, τα τραύματά τους; Ποια κουρασμένα μάτια ν' αντέξω να κοιτάξω που μέσα τους θα βρω τους λυγμούς, τα ουρλιαχτά, τις κραυγές, τους θρήνους και τις απελπισίες; Τι να τους πω; Πώς να κοιτάξω αυτά τα μάτια και να πω "θα τον αλλάξουμε τον κόσμο", όταν σχηματίζονται στις κόρες τους "κρυώνω";
Πρόσφυγες της γης, συγχώρεση. Ζητώ συγχώρεση. Στα πόδια σας πέφτω και ζητώ συγχώρεση.
Πρόσφυγες της γης...